Καιρός με τιμή να θάψουμε το ΠΑΣΟΚ που αγαπήσαμε

Κώστας Σοφούλης 28 Αυγ 2016

Δεν μου είναι εύκολο να το εκστομίσω, αλλά η πίεση της λογικής υπερβαίνει κάθε συναισθηματισμό μου, ακριβώς επειδή και αγάπησα αλλά και πίστεψα στον ρόλο του ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορώ, όμως, να κλείσω τα μάτια μπροστά στα ζητήματα που θέτει το παρόν. Πιστεύω ότι ήλθε η ώρα να διαπιστώσουμε με θάρρος τον θάνατο και να θάψουμε με την πρέπουσα τιμή το κόμμα στο οποίο συνεισφέραμε τις όποιες δυνάμεις μας, για να ανοίξει ο δρόμος του διαδόχου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Η τιμητική ταφή του πρέπει να γίνει για να απελευθερωθούν τα ζωντανά κύτταρα που έχουν επιβιώσει ώστε να γονιμοποιήσουν τον διάδοχό του που θα καλύψει τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας.

Το ΠΑΣΟΚ, άλλωστε, ας μη γελιόμαστε,  κείται ήδη κλινικά νεκρό αφού έχει δολοφονηθεί προ πολλού από ασύμπτωτους εκτελεστές σε μια μακρά μαρτυρική πορεία προς τον θάνατο.   Σήμερα διατηρείται σε μια εικονική ζωή χάρις στην επιμονή κάποιων που καλόπιστα, μεν, αλλά εσφαλμένα δεν θέλουν να πιστέψουν ότι επήλθε το μοιραίο. Σέβομαι τα συναισθήματά τους, αλλά δεν πιστεύω ότι κάνουν καλό στον κοινό αγαπημένο μας και κυρίως στην κοινωνία που περιμένει να δει την γόνιμη συνέχεια και όχι μια μαυσωλειακή διαιώνιση.

Τώρα πια σημασία έχει το τι θα ξεκαθαρίσουμε και τι θα κάνουμε με την κληρονομιά που μας άφησε. Η κληρονομιά είναι πλούσια ακόμη κι αν αφαιρέσουμε το διαπιστωμένο παθητικό της. Σε συνολική συγκεφαλαίωση, το ΠΑΣΟΚ άνοιξε τον δρόμο της δημοκρατίας για το περιθωριοποιημένο από την αντιδραστική Δεξιά κομμάτι της κοινωνίας, έστησε τον καμβά για ένα ανθρωπιστικό κοινωνικό κράτος και οδήγησε την χώρα στον σκληρό πυρήνα των ενωσιακών διαδικασιών της ΕΕ.  Είναι φανερό ότι έχουμε υποχρέωση να αξιοποιήσουμε αυτή την θετική κληρονομιά ως πολύτιμο κεφάλαιο για την συγκρότηση του δυναμικού διαδόχου του, δηλαδή ενός ισχυρού Ευρωπαϊκού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Ενός σύγχρονου κόμματος με φιλοδοξίες πρωτοπορίας ακόμη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εκείνο που είναι βέβαιο, είναι ότι δεν αξίζει στο κόμμα που αγαπήσαμε και υπηρετήσουμε, να το αφήσουμε στους αδαείς σαν είδος προβληματικής κόρης που γεννήθηκε από ένα ανίερο βιασμό του από τις δυνάμεις των εθνικολαϊκιστών. Όχι, το ΠΑΣΟΚ δεν έχει την παραμικρή σχέση ή συγγένεια με τα πρώην στελέχη του που, με την πρώτη δοκιμασία του δημοκρατικού και πατριωτικού ήθους τους, έτρεξαν να βρουν στέγη της προβληματικής τους ταυτότητας στον ΣΥΡΙΖΑ. Το θνήσκον ΠΑΣΟΚ ζητάει την δικαίωσή του στην ενωμένη παράταξη της φιλελεύθερης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και όχι στους υπονόμους του εθνικολαϊκισμού.

Υπάρχουν, ασφαλώς, ανοιχτά ερωτήματα που, ως πολιτικά θέματα, πρέπει τώρα να κλείσουν οριστικά με πειστικές απαντήσεις, για να απελευθερωθούν χωρίς βαρίδια οι δυνάμεις που θα στρατευτούν ως συνεχιστές στην προσπάθεια της συγκρότησης του νέου Σοσιαλδημοκρατικού  σχήματος. Το πρώτο είναι το αρνητικό, δηλαδή να αναγνωρίσουμε τους δολοφόνους του για τους αποφύγουμε στο παρόν και το μέλλον. Δεν θα χτιστεί η σοσιαλδημοκρατία με αυτούς όσο και αν καμουφλάρονται με διάφορες λεοντές.  Και, επιπλέον, να θυμόμαστε: Υπάρχουν επίγονοι των δολοφόνων που αντιποιούνται το θύμα τους και προσπαθούν να παραπλανήσουν. Μιλάω για εκείνους πού μετακόμισαν στον ΣΥΡΙΖΑ και διεκδικούν τώρα την ευρωπαϊκή ιδιότητα του σοσιαλδημοκράτη. Υπάρχουν όπως και επίγονοι που έμειναν πιστοί στα θεμέλια του Κινήματος. Μιλάω για τους μοναχικούς μαχητές που κρατούν σήμερα την σημαία του ΠΑΣΟΚ ψηλά στο κοντάρι τους. Αυτοί, όμως πρέπει να σκεφτούν πολύ σοβαρά τα δικαιώματα αλλά και τις υποχρεώσεις  τους στους καιρούς που ζούμε.

Ποιοι δολοφόνησαν, λοιπόν, το ΠΑΣΟΚ; Ας θυμηθούμε για οδηγό το παιδικό μας τραγουδάκι «Who killed cock robin?”

Οι  πρώτοι που χτύπησαν ήταν οι Τσοχατζόπουλαίοι και Κουτσογιωργαίοι. Δηλαδή,  οι στημένοι μηχανισμοί για την απομύζηση χυδαίων ατομικών προσόδων από την λειτουργία του Κινήματος. Αυτοί πρώτοι χτύπησαν με δηλητήριο βραδείας επενέργειας. Ασύνειδα χτύπησε, όμως, και ο ίδιος ο Ηγέτης με τις ερωτοδουλειές του που φύτεψαν φυντάνια λαϊκίστικης ερωτικής φυλλάδας στην ιδεολογία των οπαδών με την θλιβερή περίοδο της Μιμηκοκρατίας. Χτυπήθηκε, ακόμη, και από την ηγεσία που διέγραψε τον πρώην πρόεδρό του Κώστα Σημίτη, βασικό φορέα της συγκροτημένης σοσιαλδημοκρατικής αντίληψης. Χτυπήθηκε στο σταυρό και από εκείνους που το χρέωσαν με 200 εκατομμύρια για να συντηρήσουν τους μηχανισμούς τους και να εξασφαλίσουν την πίστη τους.  Θανατερό χτύπημα δέχτηκε και από πρώην πρόεδρό του που σε κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση αποσπάστηκε για να δημιουργήσει το δικό του Κίνημα ως όχημα προσωπικής δικαίωσης. Την χαριστική βολή, όμως, την κατέφεραν τα μεσαία στελέχη του πανελληνίως, που για να σώσουν το πολιτικό τομάρι τους αποκάλυψαν τον εθνικολαϊκισμό με τον οποίο δηλητηρίαζαν εκ των έσω όλα αυτά τα χρόνια το Κίνημα. Αν υπάρχει κάτι θετικό σε αυτή την ζοφερή εικόνα δολοφονίας ενός πολλά υποσχόμενου και πολλά επιτυχόντος πολιτικού κινήματος, είναι ότι τώρα πια η εικόνα έχει ξεκαθαρίσει. Ξέρουμε ποιοι μπορεί να είναι οι συνεχιστές του αρχικού οράματος και αναγνωρίζουμε τους ύπουλους εχτρούς που αναμφίβολα σε πρώτη ευκαιρία θα επιχειρήσουν να επιστρέψουν σε νικηφόρο ομάδα. Προπάντων, όμως, ξέρουμε τις ιδέες που επιβίωσαν έχοντας τον δυναμισμό να χαρακτηρίσουν την ανανεωτική πορεία προς την σοσιαλδημοκρατία. Ιδέες που δεν έχουν πια ανάγκη στήριξη από οποιοδήποτε εθνικολαϊκιστικό πρόσχημα. Το μάθημα το έχουμε μάθει πια πολύ καλά. Η Σοσιαλδημοκρατία είναι ασύμβατη με κάθε είδους εθνικολαϊκισμό.

Το θετικό, τώρα ερώτημα, είναι γιατί είναι αναγκαίο τώρα να δώσουμε τέλος στην διασωληνωμένη ύπαρξη.  Το πρακτικό ερώτημα είναι, όπως υποθέτω, για πολλούς: Γιατί να διαπιστώσουμε επίσημα τον θάνατο και να μη επιμείνουμε στην διασωληνωμένη φυτοζωή που τουλάχιστο εγγυάται ορατό βήμα για συμμετοχή στις διεργασίες για την ενότητα του χώρου;  Ο λόγος είναι απλός: Τώρα σημασία έχει το τι δυνάμεις μπορούμε να ρίξουμε πρωτογενώς στην χοάνη όπου να γεννηθεί το Σοσιαλδημοκρατικό Κίνημα. Οι δυνάμεις μας είναι τα καταξιωμένα στελέχη και οι νεώτεροι βλαστοί που στο μεταξύ προέκυψαν τα τελευταία χρόνια. Στη διαδικασία πρέπει να συμμετάσχουν ως προσωπικότητες με την ατομικότητα της προσφοράς τους. Όχι ως οργανωμένοι σε μηχανισμούς με παρελθοντική σημασία. Γιατί, στην περίπτωση αυτή η δημιουργία του νέου κόμματος θα επιβαρυνθεί από την αρχή με πολλά και πολυσχιδή κέντρα μερικής εξουσίας και θα μετατρέψει την διαδικασία προς το νέο κόμμα σε παζάρι κεκτημένων με άδηλη σημασία για το παρόν.

Για να γίνω σαφέστερος. Η  γνώμη μου είναι ότι από τώρα πρέπει να δηλωθεί η διάλυση του ΠΑΣΟΚ ευθύς ως προκύψει το νέο σχήμα της σοσιαλδημοκρατίας και να σταματήσει οποιαδήποτε συζήτηση για αναλογικές εκπροσωπήσεις συνισταμένων. Δεν βλέπω κανένα λόγο να περάσουμε από ένα στάδιο σαν αυτό που πέρασε ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι να καταλήξει να γίνει προσωπικό κόμμα του Τσίπρα που άγει και φέρει πλέον τα μέλη των συνιστωσών που του απέμεναν με δέλεαρ την συμμετοχή στην εξουσία. Η Σοσιαλδημοκρατία έχει ανάγκη από ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική συνοχή, που θα θέτει οριστικά στην άκρη κάθε παιχνίδι προσωπικής στρατηγικής που αντλεί την ύπαρξή του από το παρελθόν.

Η πολιτική πλατφόρμα που διαμορφώνεται από την Επιτροπή Διαλόγου, είναι επαρκής για να στηρίξει με συνεργασία στελεχών που θα αποταθούν στη συνέχεια ως ενότητα στη βάση. Χρειάζεται ίσως λίγη περισσότερη δουλειά στην διαμόρφωση και της ιδεολογικής πλατφόρμας, πράγμα που δεν φαίνεται ακατόρθωτο. Η διατύπωση μιας ιδεολογίας φιλελεύθερου δημοκρατικού σοσιαλισμού που αντιτίθεται αποφασιστικά στην εκτροπή του εθνικολαϊκισμού, είναι δουλειά που ο χώρος μπορεί να εξασφαλίσει από πολλά ικανά και δοκιμασμένα στελέχη του.

Λοιπόν τι περιμένουν οι στενοί συγγενείς; Θα δεχτούν ή όχι την τιμητική αποσύνδεση από την μηχανική υποστήριξη ή θα επιμείνουν στην μαυσωλειακή συνέχιση μια ουσιαστικά ανύπαρκτης ύπαρξης;