Το πρόβλημα των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων είναι μεγάλο, γνωστό και λιμνάζον. Επισήμως, το ύψος τους ανέρχεται σε 39 δισ. ευρώ (33% του συνόλου των επιχειρηματικών δανείων), στην πραγματικότητα είναι υψηλότερο, εφόσον κάποια δάνεια εμφανίζονται ενήμερα χάρη σε τεχνικές λογιστικού ή πελατειακού τύπου. Η οικονομική κρίση είναι μια εύλογη, εν πολλοίς αληθινή εξήγηση του φαινομένου. Ωστόσο, δεν είναι η μόνη – στην Ελλάδα ζούμε…
Δύο κλάδοι είναι στην επικαιρότητα για τον υπερδανεισμό τους. Ο ξενοδοχειακός, όπου μεγάλες επιχειρήσεις εμφάνιζαν ζημίες και αύξαναν τον δανεισμό τους ακόμα και σε χρυσές τουριστικές περιόδους. Κι οι ιχθυοκαλλιέργειες, όπου, σε εποχές υψηλών εξαγωγικών επιδόσεων, επιχειρήσεις έδειχναν ζημίες και αύξαναν αλματωδώς τον δανεισμό τους. Οι συζητήσεις στην πιάτσα γύρω από τέτοια παράδοξα (ενδημούν και σε άλλους επιφανείς κλάδους…) έχουν μία κοινή επωδό: Πώς δημιουργήθηκαν τόσες φτωχές εταιρείες με τόσο πλούσιους ιδιοκτήτες; Πού κατέληξαν, αλήθεια, τα δάνεια;
Υπάρχουν επιχειρηματίες που πήραν ρίσκο αλλά δεν τους βγήκε, που έβαλαν δικά τους λεφτά και έχασαν περιουσίες. Επιχειρήσεις που οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο λόγω αιφνίδιων ανατροπών, λόγω ανεπάρκειας του μάνατζμεντ ή λόγω της πρωτοφανούς κρίσης. Αλλά υπάρχει και μια ελλαδική διαχρονική παθογένεια, η πρακτική του «δεν πληρώνω». Παράδειγμα: Παίρνω κοινοτικές επιδοτήσεις, βγάζω λεφτά με μια υπερτιμολόγηση κι αφήνω πίσω μου κουφάρι. Παίρνω ένα τραπεζικό δάνειο, με πλαστή εγγύηση «φουσκωμένα» αποθέματα, βγάζω λεφτά και αφήνω πίσω μου άλλο κουφάρι.
Δεν μπαίνουν όλα και όλοι στο ίδιο τσουβάλι. Ούτε στη διάγνωση ούτε στην επίλυση του προβλήματος. Ούτε, πολύ περισσότερο, σε ένα τσουβάλι με τρύπα, το «κούρεμα» επιχειρηματικών δανείων.
Το θέμα της αναδιάρθρωσης των «κόκκινων» δανείων ισοδυναμεί με θέμα αναδιάρθρωσης του επιχειρηματικού χάρτη της χώρας. Κι αυτή δεν μπορεί ούτε επιτρέπεται να γίνει με πολιτικές αποφάσεις. Υπάρχουν επιχειρήσεις-φούσκες που έσπασαν, δεν μπαλώνονται. Υπάρχουν επιχειρήσεις βιώσιμες, με κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (θετικό EBITDA). Υπάρχουν κι άλλες, που μπορούν να αποκτήσουν θετικό EBITDA εφόσον πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία, επιλέξουν τομείς δράσεις, περιορίσουν δαπάνες ή, τέλος, συγχωνευθούν με άλλες ή εξαγοραστούν από άλλες επιχειρήσεις, αλλάξουν μάνατζμεντ ή/και άλλες κινήσεις αναδιάρθρωσης.
Η αναδιάρθρωση μιας επιχείρησης ή ενός κλάδου, για να καταστεί βιώσιμη θα πρέπει να συνοδευτεί από αναδιάρθρωση δανείων και από εισροή νέων μετοχικών κεφαλαίων. Σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική, η αναδιάρθρωση δανεισμού μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Το πρώτο και στοιχειώδες είναι να κληθεί ο ιδιοκτήτης να βάλει λεφτά στην επιχείρησή του – ας επανεισάγει κάποια κεφάλαια που έστειλε στη Σιγκαπούρη. Αν δεχτεί, ο πιστωτής θα δεχόταν να μετοχοποιήσει ένα μέρος των δανείων, ώστε να το μεταπωλήσει μόλις η εταιρεία ορθοποδήσει. Αν δεν δεχτεί, η επιχείρηση περνά στον πιστωτή και πωλείται μόνη ή μαζί με ομοειδείς εταιρείες. Αυτά δεν είναι δουλειά των πολιτικών κομμάτων. Δουλειά τους είναι η χάραξη πολιτικής.
Τι θα έπρεπε να κάνει μια «κανονική» κυβέρνηση;
Πρώτη δική της δουλειά, να συντονίσει την επεξεργασία ενός εθνικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης, ώστε να υπάρξει ο αναγκαίος οδικός χάρτης προς τη νέα δομή της μετά-την-κρίση-οικονομίας. Χωρίς σχέδιο, τίποτα δεν διασφαλίζει την αναπτυξιακή κατανομή των πόρων, να μην κυριαρχήσουν βραχυπρόθεσμα ή πελατειακά κριτήρια – με τις παραδοσιακές συνέπειες.
Δεύτερη δική της δουλειά, να συντονίσει τις τράπεζες και να τις υποχρεώσει να λειάνουν τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντά τους, ώστε να επιταχυνθεί η αναδιάρθρωση κλάδων και εταιρειών, να αποδεσμευτούν πόροι και οι ίδιες να ασκήσουν τον ρόλο τους στην επανατοποθέτηση κεφαλαίων (σε τελευταία ανάλυση, είναι περιττές αν απλώς διασφαλίζουν τις καταθέσεις, όπερ μπορεί να επιτευχθεί με πολύ φτηνότερους τρόπους…).
Τρίτη δική της δουλειά, να θεσπίσει τις ώριμες αλλαγές στο πτωχευτικό δίκαιο ώστε να λαμβάνονται αποφάσεις (που τις αποτρέπουν οι παραλυτικές πλειοψηφίες του ισχύοντος νόμου και η κατάχρηση του άρθρου 99).
Τέταρτη δική της δουλειά, επειδή θα χρειαστούν μετοχικά κεφάλαια στις αναδιαρθρωμένες επιχειρήσεις ή κλάδους, να σχεδιάσει νέες δομές που θα προσφέρουν τέτοια κεφάλαια. Η δημιουργία ενός fund με 100-200 εκατ. ευρώ αρχικά κεφάλαια από το Ταμείο Ανάπτυξης, που θα επενδύει σε μεσαίου δυναμικού επιχειρήσεις και θα εισαχθεί στο Χρηματιστήριο για να αντλήσει πολλαπλάσια ιδιωτικά κεφάλαια (από αυτά που περιφέρονται αναζητώντας επικερδείς τοποθετήσεις…) πιστεύω ότι είναι μια χρήσιμη ιδέα.
Κακή ιδέα είναι να λέγονται λόγια του αέρα, που απλώς εξάπτουν αεριτζήδες και μπαταχτσήδες και περιπλέκουν τα προβλήματα. Αν «κουρέψεις» επιχειρηματικά δάνεια, γιατί να μην «κουρέψεις» και τα υπόλοιπα; Και τι θα γίνει με τους καταθέτες; Και γιατί να συνεχίσει κάποιος να αγωνίζεται να πληρώνει τη δόση του δανείου του, αν πιθανολογείται ότι τα δάνεια κάποιων «ξύπνιων» θα «κουρευτούν»; Ή, μήπως, το «moral hazard» ισχύει όταν προτείνει «κούρεμα» η «λαϊκίστικη αριστερά» αλλά παύει να ισχύει όταν το επαγγέλλεται η «καθωσπρέπει δεξιά»;