Έλεγα να γράψω για τον πρώτο γύρο των γαλλικών βουλευτικών εκλογών (προδικάζουν όσο είναι δυνατό μια άνετη πλειοψηφία της «κυβερνητικής αριστεράς» που στηρίζει τον Ολάντ στις 17 του Ιούνη), αλλά τελικά επέστρεψα στα θλιβερά και δραματικά δικά μας. Φυσικά, η αλλαγή στη Γαλλία, μπορεί να οδηγήσει σε μια αλλαγή στην Ευρώπη και ο καθένας εύκολα καταλαβαίνει πόσο σημαντικό είναι αυτό για όλους και για μας. Τί να την κάνουμε όμως αυτή την αλλαγή, αν βρεθούμε στις 18του Ιούνη, άμεσα ή έμμεσα, εκτός Ευρώ και στη συνέχεια εκτός Ευρώπης;
Με βάση τις σημερινές εκτιμήσεις, τρεις είναι οι μετεκλογικές πιθανότητες, όλες εξίσου αρνητικές: να βρεθεί η Νέα Δημοκρατία πρώτο κόμμα και, με το ΠαΣοΚ ή και με τη ΔημΑρ, να σχηματίσει κυβέρνηση• να βρεθεί πρώτο κόμμα ο Σύριζα και να πείσει άλλους αριστερούς να κυβερνήσουν υπό τας διαταγάς του, γιατί τίποτε εκτός από την εκπληκτική ικανότητα αυτής της πολύχρωμης παράταξης να αλλάζει ιδέες όπως αλλάζουμε πουκάμισα, δεν επιτρέπει την ελπίδα κάποιου προγραμματικού συμβιβασμού με αριστερούς που δεν συμμερίζονται τις τυχοδιωκτικές απόψεις τού «εδώ και τώρα, τέρμα στο μνημόνιο»• τέλος, να οδηγηθούμε και σε τρίτες εκλογές και ο καθένας μπορεί να μετρήσει το τεράστιο εθνικό, πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό κόστος τους.
Η αλήθεια είναι ότι η μεταρρυθμιστική κεντροαριστερά, περιλαμβανομένων των υπόλοιπων του ΠαΣοΚ, βρίσκεται στη χειρότερη δυνατή θέση. Ο πατριωτισμός τής επιβάλλει είτε τη συμμετοχή σε κυβέρνηση Σαμαρά, είτε τη συμμετοχή σε κυβέρνηση Τσίπρα απλώς και μόνο για να έχουμε κυβέρνηση σε ώρες κρίσης και κάθε λογής κινδύνων. Και στη μία περίπτωση και στην άλλη, το πολιτικό κόστος θα είναι γι’ αυτήν τεράστιο. Το «ιδανικό» θα ήταν να μη χρειάζονται τα κουκιά της στον Σαμαρά και την ακροδεξιά παρέα του, ή στον Τσίπρα και τους πολιτικούς τυχοδιώκτες που τον περιτριγυρίζουν.
Ο Σαμαράς, έχει βέβαια, ως ένα σημείο, βάλει κατά μέρος τα ακροδεξιά του πιστεύω και τους ακροδεξιούς που τον πλαισιώνουν, αλλά όλα αυτά και όλοι αυτοί είναι πάντα εκεί: δεν αρκεί μία Μπακογιάννη και ένας Χατζηδάκης για να ξεχάσεις τον Ψωμιάδη, το Βορίδη και κάμποσους άλλους.
Ταυτόχρονα, λένε πολλοί ότι ο Σύριζα «εξελίσσεται»: πού το ανακάλυψαν αυτό; Απλώς, είτε πονηρά, είτε χωρίς να το θέλει καν, φάσκει και αντιφάσκει. Είναι και αυτή μια δοκιμασμένη από το ανδρεοπαπανδρεϊκό ΠαΣοΚ μέθοδος προπαγάνδας. Αποτελεσματική εσωτερικά. Εξωτερικά όμως; Το 1981, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με οικονομία σε καλή κατάσταση και με ένα ΠαΣοΚ πειθαρχημένο, υπήρχαν δυνατότητες ευρωπαϊκών ελιγμών. Τώρα; Τώρα έχουμε Πρόεδρο χωρίς εξουσία και κόμμα διαιρεμένο σε άπειρες (και ταυτόχρονα χωρίς πείρα και αίσθηση ευθύνης) «συνιστώσες».
Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι πολύ σημαντική μια δυναμική μετεκλογική παρουσία της μεταρρυθμιστικής κεντροαριστεράς. Είτε για να διαπραγματευτεί με τον διάβολο, αν είναι πραγματικά αναγκαίο, είτε για να ξεκινήσει μια νέα προσπάθεια, ακόμα μία, μετά από τόσες άλλες, για την ανάπτυξή της.
Πρώτο βήμα, η προσεχής Κυριακή. ΠαΣοΚ; Αλλά, πώς να ξεχάσεις τόσα και τόσα ; ΔημΑρ; Αλλά πώς να παρακάμψεις την ευθύνη της για το γεγονός ότι οδηγηθήκαμε στις δεύτερες αυτές εκλογές;
Η μόνη απάντηση είναι μας δοθεί, κυρίως από τη ΔημΑρ, με ξεκάθαρα λόγια και όχι τζάμπα αναφορές σε απροσδιόριστου περιεχομένου «προοδευτική κυβέρνηση» και «προοδευτικό κυβερνητικό πρόγραμμα», (ποιο και με ποιους, μετά από ποια διαδικασία;) η εγγύηση ότι είμαστε Ευρώπη και μένουμε στην Ευρώπη, έτοιμοι για την ευρωπαϊκή αλλαγή που θέλει αγώνες όλων των Ευρωπαίων και για την αλλαγή στην Ελλάδα που απαιτεί μεταρρυθμίσεις και δημοκρατικό σοσιαλισμό.
.
O Ριχάρδος Σωμερίτης είναι δημοσιογράφος