Και η χώρα; Δεν βαριέσαι ρ’ αδερφέ, έχει ο θεός …

Δημήτρης (Τζίμης) Οικονομίδης 01 Δεκ 2018

Έγραφε πριν λίγο καιρό εύστοχα (όπως πάντα) ο Γιάννης Βούλγαρης «Ήμασταν μια οικονομία παγιδευμένη στη στασιμότητα, εκτός αγορών, χωρίς τράπεζες, χωρίς επενδύσεις, με τα μάτια στραμμένα στο παρελθόν των συντάξεων παρά στην απασχόληση των νέων. Γινόμαστε επιπλέον μια κοινωνία παγιδευμένη στον ηθικό εκτραχηλισμό και στον πολιτικό κυνισμό που σπρώχνει συνειδητά στην παρακμή».

Αυτό και μόνο θα ήταν αρκετό για να φωτογραφίσει την εικόνα μιας χώρας, που βιώνει επώδυνα σκηνές μετακοινοβουλευτικής πολιτικής ζωής και καταδικασμένης να περάσει μια δεύτερη μεταπολίτευση. Να διαβεί τα δικά της Καυδιανά δίκρανα, να  αποδεσμευτεί από το «σοβιετικό μοντέλο» και τον κρατισμό που έχουν κυριαρχήσει οριζόντια στην πολιτική της πρακτική, για να οδηγηθεί στο δρόμο μιας τυπικής αστικής δημοκρατίας.

Το πολιτικό σύστημα εγκλωβισμένο σε ρεβανσισμούς, σε αναχρονιστικά δόγματα, στη μανιχαϊστική λογική και στην προσπάθεια να στηθεί το νέο δίπολο, αρνείται πεισματικά  να εντάξει στις επιλογές του μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται  για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, την ομαλοποίηση της κοινωνικής συνοχής, την εξυγίανση της πολιτικής της ζωής.  Αρνούμαστε πεισματικά να αντιληφθούμε το μέγεθος της επιτακτικής ανάγκης που έχει η χώρα να προσεγγίσει τον όρο «κανονικότητα».

Οι Κινέζοι έχουν μια παροιμία, οι σκιές λένε, όσο τις κυνηγάς τόσο σου φεύγουν κι όσο σε κυνηγούν τόσο απομακρύνεσαι. Αν αντιστοιχίσουμε τις σκιές με τις μεταρρυθμίσεις, η πρώτη εκδοχή δεν υπήρξε ποτέ επιλογή μας, αντίθετα στοιχηματίσαμε ότι δεν μπορούν ποτέ να μας προλάβουν. Οχτώ χρόνια μνημονιακής ζωής και τις αλλαγές που οφείλαμε να έχουμε κάνει, δεν τις ανταμώσαμε ποτέ. Οι δεσμεύσεις της χώρας, με ευθύνη και των εταίρων που εστίασαν κύρια στις δημοσιονομικές προσαρμογές των σκληρών φορολογικών και των τερατωδών πλεονασμάτων, παραμένουν απραγματοποίητες. Αναμένονται μάταια οι υπουργικές αποφάσεις εξειδίκευσης και εφαρμογής τους.

Με την πρώτη «αμφισβήτηση» του βιοτικού επιπέδου, φαινόμενο που έμελε να αναπτυχθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. η κοινωνία φάνηκε ανέτοιμη να στηρίξει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της δημοκρατίας και της ζωής που βίωνε. Η στροφή στην στήριξη κάθε μορφής λαϊκισμού ήταν η εύκολη λύση. Κόμματα και κατεστημένα  κοινωνικά συμφέροντα, με τη στάση τους έδωσαν χώρο να αναπτυχθούν πολλά βολικά ψέματα και να εξοστρακιστεί η αλήθεια. Η αδυναμία αντίληψης της κρίσης και των βασικών αιτιών της χρεοκοπίας, καθώς και η γενικευμένη απροθυμία τόσο του πολιτικού συστήματος να επεξεργαστεί και να εφαρμόσει ένα σύγχρονο και τεκμηριωμένο πρόγραμμα αλλαγών, όσο και των κοινωνικών εταίρων να το υιοθετήσουν, παγίδευσε αυτοκαταστροφικά τη χώρα.

  • Είμαστε έτοιμοι ακόμη και σήμερα να δεχτούμε ότι μία από της βασικές αιτίες της χρεοκοπίας ήταν η υπέρβαση κάθε λογικής στην επιδότηση του ασφαλιστικού συστήματος και να συμφωνήσουμε για το δίκιο του Γιαννίτση δεκαετίες πριν;
  • Είμαστε έτοιμοι ακόμη και σήμερα να συζητήσουμε πως θα ανατροφοδοτηθεί και θα γίνει βιώσιμο το ασφαλιστικό; Ότι το διάστημα μετά το 2010 αυξήθηκε η δαπάνη με την είσοδο 800.000 νέων συνταξιούχων ενώ οι άνεργοι παραμένουν σταθεροί και η πραγματική οικονομία λιμνάζει;
  • Είμαστε έτοιμοι ακόμη και σήμερα να αποδεχτούμε το πώς και γιατί την απυρόβλητη πενταετία πριν την κρίση, διπλασιάστηκε το μισθολογικό κόστος του δημοσίου και την τελευταία τριετία αυξήθηκε κατά 1,5 δις;
  • Είμαστε έτοιμοι ακόμη και σήμερα να συζητήσουμε γιατί την τριετία 2015 – 2017 οι φορείς του δημοσίου αυξήθηκαν, ενώ μόνο το 6% των εισοδημάτων προέρχεται από επιχειρηματική δραστηριότητα και το 50% των νοικοκυριών ζουν μόνο μέσα από κάποια σύνταξη και 3 στους 4 άνεργους είναι μακροχρόνια;
  • Είμαστε έτοιμοι ακόμη και σήμερα να προβληματιστούμε για τις τάσεις φυγής στο εξωτερικό του 70% των νέων, το διαρκώς αυξανόμενο έλλειμμα, την συντεχνιακή δομή της οικονομίας και τελικά την αδυναμία χάραξης πολιτικών;
  • Είμαστε έτοιμοι ακόμη και σήμερα να αποδεχτούμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει πια αλόγιστη σπατάλη πόρων χωρίς υπόβαθρο, για την εξυπηρέτηση μικροπολιτικών «φιλολαϊκών συνταγών»;

 

Σε μια εποχή που, όπως λέει κι ο φίλος ο Γιώργος Σιακαντάρης, «οι επιχειρήσεις, οι αγορές, τα κεφάλαια, η παραγωγή παγκοσμιοποιούνται και οφείλουμε να αναστοχαστούμε για το πώς θα ασκήσουμε κοινωνικές πολιτικές στη βάση μιας συμμαχίας των μεσαίων με τα ασθενέστερα στρώματα, με κριτική αλλά όχι απαξίωση των ελίτ ..» ο δρόμος της ανάταξης περνά μέσα από επώδυνες αλλά αναγκαίες επιλογές σε κράτος και σε οικονομία. Σε μια εποχή όπου ο εγκλωβισμός στις φωνές των σειρήνων του εθνικολαϊκισμού  και του «κράτους- εθνους» μπορούν να αποβούν μοιραίες, πολιτικές δυνάμεις που αδυνατούν να αντιταχθούν και να αρθρώσουν λέξη γι’ αυτές τις αλλαγές, δεν έχουν λόγο ύπαρξης. Η χώρα δεν χρειάζεται άλλους παρατηρητές, τα περιθώρια έχουν μικρύνει και τα διλλήματα πρέπει να τελειώνουν.

  • Δεν μπορεί να είσαι υπέρ ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, αλλά ο χωρισμός κράτους εκκλησίας να είναι απαγορευμένο θέμα
  • Δεν μπορεί να διακηρύττεις την ανάγκη αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου και να καλοπιάνεις ότι και όπου στηρίχθηκε κάθε παλιό, αναχρονιστικό μοντέλο
  • Δεν μπορεί να είσαι υπέρ αλλά και κατά των ιδιωτικών πανεπιστημίων, υπέρ και κατά της αύξησης των εισακτέων, δεν μπορεί να κάνεις ότι δεν βλέπεις την άθλια κατάσταση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και να κρύβεσαι στο θέμα του ασύλου
  • Δεν μπορεί να είσαι υπέρ της αξιολόγησης στο δημόσιο αλλά να κρύβεσαι από το φόβο των συντεχνιακών αντιδράσεων
  • Δεν μπορεί να είσαι υπέρ της λύσης στο Μακεδονικό, αλλά να συμμετέχεις και στα συλλαλητήρια

Απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις και την αποτυχία του success story της «καθαρής εξόδου», η κυβέρνηση ανασύρει σκονισμένες ξεπερασμένες πρακτικές, που περιορίζουν το δημόσιο διάλογο στις καταγγελτικές αναφορές και στις τυφλές διώξεις δικαίων και αδίκων. Με την επαναφορά στο ήδη ιονισμένο πολιτικό περιβάλλον της διχαστικής λογικής και με τη συνδρομή των έτσι κι αλλιώς δύσκολων γεωπολιτικών και εξωγενών συνθηκών  που επικρατούν, θα βαδίζουμε συνεχώς σε δρόμους αχαρτογράφητους. Η εργαλειοποίηση κρίσιμων εθνικών και πολιτικών θεμάτων, θα έχει σαν κατάληξη  την απαξίωση  της λειτουργίας των θεσμών, την διευκόλυνση της οριζόντιας μετακίνησης κοινωνικών ομάδων προς τον εθνικολαϊκισμό και την ακροδεξιά. Η εντεινόμενη κρίση αξιών θα ερωτοτροπεί με την παραβατικότητα και θα δίνει διέξοδο προς την ανομία.

Με κύρια ευθύνη της κυβέρνησης, η μακρά προεκλογική περίοδος με έντονα τα εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά, θα αφήσει πληγές και θα επιτείνει τα προβλήματα.

Και η χώρα? Δε βαριέσαι ρ’ αδερφέ, έχει ο θεός … κι ας μην είναι δημόσιος υπάλληλος !!!