Υπάρχει ένας σίγουρος τρόπος για να μη γίνει οποιοδήποτε βήμα προς την κατεύθυνση της συνεννόησης: Το πολιτικό προσωπικό να επικαλείται την έκδηλη απουσία της κατά το παρελθόν για να δικαιολογήσει την αποφυγή της σήμερα. Ο ένας να επικαλείται ότι η σημερινή κυβέρνηση είχε κάποτε σύνθημα «εμείς ή αυτοί». Και ο άλλος ότι η νυν αντιπολίτευση, όταν ήταν κυβέρνηση, αρνιόταν και να τον συναντήσει έστω, χαρακτηρίζοντάς τον τόσο επικίνδυνο για τη δημοκρατία (ως ένα από τα δύο άκρα…) ώστε να αρνηθεί ακόμα και να τον υποδεχτεί και να του παραδώσει το Μέγαρο Μαξίμου. Και ο καθένας (ως ο άμεμπτος…) να απαιτεί συγγνώμη από τον άλλο. Η καχυποψία είναι δικαιολογημένη. Οχι, όμως, το ξύσιμο πληγών.
Ο μικροκομματισμός είναι εχθρός της συνεννόησης.
Θα χρειαζόταν μεγάλη δόση ανοησίας για να πιστεύει κάποιος ότι διά της «συναινετικής μεθόδου» μπορεί ή έχει ανάγκη να οξύνει τις εσωτερικές αντιθέσεις ενός κόμματος που συγκλονίζεται – τέτοια «κόλπα» συνήθως συσπειρώνουν. Απ’ την άλλη, ένα κόμμα που χάνει ακόμα και στις εσωκομματικές εκλογές του, είναι κωμικό να μέμφεται την κυβέρνηση των «153» για αδυναμία και να ονειρεύεται παλινόρθωση της κυβέρνησης Σαμαρά από τη σημερινή Βουλή – να μετρά το μπόι με τον ίσκιο του. Κι αν ακόμα οι κυβερνητικοί βουλευτές δεν επαρκέσουν για λίγα δύσκολα μέτρα, φαντάζεται η αντιπολίτευση ότι δεν θα υπάρξουν βουλευτές που θα αποτρέψουν τον εκτροχιασμό του Γ΄ μνημονίου και της χώρας; Τι αλήθεια θέλει, πραγματικά, η Ν.Δ.;
Προφανώς, δεν αποκαθιστά τη συνεννόηση ένα συμβούλιο αρχηγών.
Η κυβέρνηση οφείλει να αποδείξει ότι, όταν μιλάει για συνεννόηση, το εννοεί. Εχει την πρώτη ευθύνη για την εξέλιξη μιας διαδικασίας διαλόγου, που –με κόστος για τη χώρα– είχε εκλείψει. Βεβαίως, το ασφαλιστικό δεν μπορεί να κλείσει σε μια συνάντηση αρχηγών – που θα ήταν χρήσιμη για την εκκίνηση ενός συστηματικού και οργανωμένου διαλόγου. Και η Επιτροπή Διαλόγου για την Παιδεία δεν θα είναι «κυβερνητική μονοκαλλιέργεια» αν η σύνθεσή της γίνει αναλογική (pro rata), χωρίς καταθλιπτική κυβερνητική πλειοψηφία. Η συνεννόηση, τέλος, δεν είναι σεμνές τελετές, είναι μια σύνθετη, ουσιαστική διαδικασία – η Βουλή, με τον σημερινό πρόεδρό της, Ν. Βούτση, κατεξοχήν προσφέρεται.
Εχουμε ανάγκη τον υπεύθυνο διάλογο και την αποκατάσταση πνεύματος συνεννόησης. Κανένα κόμμα δεν μπορεί να νιώθει αυτάρκες ή, έστω, επαρκές για να λύσει τα πολλά και σύνθετα προβλήματα (θυμάστε από πότε έχετε να ακούσετε μια φρέσκια ιδέα από βουλευτή ή υπουργό;). Αφετέρου, η συνεννόηση, εφόσον γίνεται σε πραγματική, όχι ιδεοληπτική ή πελατειακή, βάση, θα μπορούσε να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας έναντι των δανειστών – που πάσχουν από δικές τους μονομανίες και ιδεοληψίες, όπως πρόσφατα φάνηκε από την επαχθή κατάληξη της κεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Μένει να φανεί αν ο κοινός νους είναι ή, όπως λένε οι Αγγλοσάξονες, δεν είναι τόσο κοινός