Ωραία λοιπόν, ο ιταλικός λαός αποφάσισε, όπως είχε δικαίωμα, να δώσει μια πολλαπλά τιμωρητική ψήφο:
– Τιμώρησε την πραγματικότητα που δεν του αρέσει. Δικαίως –σε κανέναν δεν αρέσει η ύφεση, η ανεργία, οι υψηλότεροι φόροι, η ανάστροφη μετανάστευση, τα λιγότερα χρήματα για τον πολιτισμό (όχι όμως για την πολιτική τάξη, την πιο καλοπληρωμένη όλης της Ευρώπης), το ξέφτισμα της bella vita. Το πρόβλημα με την πραγματικότητα είναι ότι δεν αρκεί να μην αρέσει, για να αλλάξει προς το καλύτερο
-Τιμώρησε τον ενσαρκωτή της πραγματικότητας στην κυβερνητική πράξη, δηλαδή τον απερχόμενο Πρωθυπουργό Μόντι. Αδίκως, γιατί μπορεί σε κανέναν να μην αρέσει η χειροτέρευση του βιοτικού του επιπέδου, όμως οι πολιτικοί θα έπρεπε να κρίνονται από αυτά που έκαναν ή δεν έκαναν σε σχέση με αυτά που μπορούσαν –και ο Μόντι έκανε το περισσότερο που μπορούσε, ξανάδωσε μια διεθνή αξιοπιστία στη χώρα του και της επέτρεψε, προς το παρόν τουλάχιστον, να αποφύγει τα Μνημόνια. Όμως η δικαιοσύνη δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική και ιδίως με τις εκλογές – ο Μόντι προδίκασε ο ίδιος την τιμωρία του (αλλά έδειξε και τη δημοκρατική γενναιότητα του) από τη στιγμή που αποφάσισε να εκτεθεί στη λαϊκή ψήφο
– Τιμώρησε τη σοβαρότητα μιας κεντροαριστεράς που αποφάσισε να μην κάνει τούμπες στις πλατείες, να μην ποδοσφαιροποιήσει την πολιτική, να μην υποσχεθεί ότι θα πάρει πίσω αναγκαία μέτρα ή ότι ξαφνικά θα βρει τη μαγική μπαγκέτα για τη λύση όλων των προβλημάτων. Αυτή την τιμωρία πολλοί αναλυτές και επιστήμονες έσπευσαν να την ονομάσουν «έλλειψη χαρισματικότητας», ξεχνώντας, ίσως, ότι το πραγματικό όνομα για ένα «χάρισμα» τύπου Μπερλουσκόνι ή Γκρίλο δεν είναι παρά «λαϊκισμός»
– Τιμώρησε –κι είναι το πιο σημαντικό απ’ όλα- τον ίδιο τον εαυτό του. Θέτει σε κίνδυνο τις επώδυνες κατακτήσεις των τελευταίων μηνών. Φλερτάρει με την οπισθοδρόμηση, την επιστροφή της καταστροφολογίας, την ακυβερνησία. Διάλεξε, έστω και με μικρή διαφορά, κάποιον να κυβερνήσει (την κεντροαριστερά), χωρίς να της δώσει τη δυνατότητα να κυβερνήσει. Άνοιξε το δρόμο είτε για κυβέρνηση – τέρας (με τον Μπερλουσκόνι μέσα), είτε για νέες εκλογές (με τάση περαιτέρω αποδυνάμωσης της μετριοπάθειας). Έκλεισε το δρόμο στην ομαλότητα -και βέβαια δεν ξέχασε να το διαλαλήσει στις Αγορές
– Τιμώρησε –κι ίσως αυτή είναι η μόνη κατανοητή από τους έξω τιμωρία- την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για την κοντόθωρη αντιμετώπιση της κρίσης –κι όχι μόνο στην Ιταλία. Για την ανάμιξή της στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι –αν μίλαγαν άλλες δυο φορές η Μέρκελ και ο Σουλτς, ο Μπερλουσκόνι θα ερχόταν πρώτος. Για τα (οριστικά;) σπασμένα φτερά της πολιτικής ένωσης. Η πιο φιλευρωπαϊκή χώρα της Ευρώπης, κινδυνεύει να γυρίσει την πλάτη στο σημαντικότερο σχέδιο της εποχής, που πήρε σάρκα και οστά στην πρωτεύουσά της. Αυτή η τιμωρία είναι συλλογική.