Την προηγούμενη Κυριακή, 10/11, ο Αλέξης Παπαχελάς στην Καθημερινή επιχείρησε κάποιες διαπιστώσεις που συζητήθηκαν. Θα μπορούσα να τις συνοψίσω πολύ χοντρικά (προσπαθώντας να μην τον αδικήσω, άλλωστε το άρθρο του μπορεί κανείς να το βρει), ως εξής: Το πολιτικό σύστημα, παρά τις θετικές προσπάθειες του Σαμαρά και της τρικομματικής, στη συνέχεια δικομματικής, δεν δείχνει να μπορεί να ελέγξει τελικά την κατάσταση και επομένως η χώρα ίσως περάσει μια περίοδο ΣΥΡΙΖΑ. Τότε οι πολίτες θα κατανοήσουν το βάθος των προβλημάτων και (ίσως) μια νέα γενιά ηγετών χωρίς τις αγκυλώσεις και τα βάρη ετούτης, θα αναλάβει τα ηνία να ξαναφέρει τη χώρα στην επιφάνεια. Όσοι από τους παλιούς αντέχουμε, απλώς μπορεί να βοηθήσουμε στη μετάβαση…
Είναι διαπιστώσεις που τις κάνουμε όλοι και θα έλεγα τις φοβούμαστε. Αν και από την αρχή της κρίσης θεωρούσαμε ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση όπως οι έμπειρες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Εν λειτουργία. Δηλαδή χωρίς να αναγκαστούμε «να το Φτάσουμε ως το τέλος». Γιατί αυτό συνέβη σχεδόν σε κάθε κρίση στην ελληνική κοινωνία. Γιατί δυστυχώς την αποτυχία ενός ΣΥΡΙΖΑ, δεν ακολουθεί μια νέα γενιά απαλλαγμένη από τις δουλείες του παρελθόντος, αλλά διάφορες (εδώ ακροδεξιές) μαφίες, που τις πληρώνει η χώρα με αίμα, διχασμό και οπισθοδρόμηση κατά μερικές δεκαετίες. Πολύ μετά έρχεται μια καλή προσπάθεια που προσπαθεί να γεφυρώσει το χάσμα.
Τα παραδείγματα τα βλέπουμε και από την γειτονική μας Ανατολική Ευρώπη. Ο Γκορμπατσόφ προσπάθησε να «ομαλοποιήσει» το σύστημα του υπαρκτού σοσιαλισμού, τον ακολούθησε το δράμα Γιέλτσιν και μετά ο αυταρχικός Πούτιν, με τα συμπαρομαρτούντα τους. Ίδια κατάσταση παρατηρείται σε πολλές από τις χώρες που απελευθερώθηκαν από τον σταλινικό ολοκληρωτισμό. Δεν έχουν βρει τα κατάλληλα βήματα ομαλής δημοκρατικής πορείας. Υπάρχουν όμως και χώρες που τα καταφέρνουν καλύτερα, για παράδειγμα η Πολωνία και η Τσεχία, αλλά και οι Βαλτικές αναλογικά.
Η δική μας χώρα αυτή τη φορά εισήλθε σε κρίση μετά από μια αδιατάρακτη δημοκρατική πορεία τριάντα πέντε χρόνων, με συμμετοχή στην πιο προωθημένη ένωση της ιστορίας, την ευρωπαϊκή, με ευημερία των κατοίκων της… κ.λπ. Τα γεγονότα αυτά μας έκαναν και ακόμα μας κάνουν να ελπίζουμε, σαράντα χρόνια μετά και τον Νοέμβρη, ότι μπορεί να υπάρξει ανανέωση του συστήματος με την χώρα εν λειτουργία. Βέβαια υπάρχει και η επιφύλαξη. Πολλοί χαρακτηρίζουν τη χώρα ως το δυτικό απομεινάρι του υπαρκτού…
Χρειάζεται οπωσδήποτε ανανέωση και εισαγωγή νέων πνευματικών πολιτικών και παραγωγικών δυνάμεων στην ηγεσία της χώρας. Αυτή η μεγάλη αλλαγή πρέπει και μπορεί να γίνει καλύτερα, χωρίς να το φτάσουμε ως το τέλος. Η χώρα χρειάζεται ψυχραιμία και υπομονή για να παραμερίσει τα χαρακτηριστικά ενός ηττοπαθούς λαϊκισμού που κυριαρχεί. Έτσι οι πολίτες της θα καταλάβουν ότι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει, της δίνουν και χρόνο και ευκαιρίες να αλλάξει πορεία.
Η λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου, μέρες που είναι – εννοούμε όχι όσους ήταν εκείνη την περίοδο στην ηλικία της νεότητας, αλλά όσους είχαμε την τύχη και την ευκαιρία να προσπαθήσουμε για το καλό της χώρας – μπορεί και τώρα να προσθέσει στην κοινή προσπάθεια. Είναι ένα μήνυμα που μπορεί να εκπέμψει η πρωτοβουλία για την ανασυγκρότηση της προοδευτικής παράταξης. Είναι καιρός να τελειώνουμε με τις επετειακές ελεγείες. Το αίτημα των καιρών είναι η λειτουργία της δημοκρατικής νομιμότητας και του κράτους δικαίου. Η απομόνωση της ναζιστικής βίας και των άλλων τρομοκρατικών ομάδων. Ωρίμασαν οι όροι για ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση με δίκαιη κατανομή των βαρών της.
Οι πολίτες έχουν κουραστεί από την διαχείριση που τους επιφύλαξε το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Αλλά και από τις άλλες ελίτ της χώρας. Όμως, τον τελευταίο χρόνο ιδίως, επιδεικνύουν μια αξιομνημόνευτη υπομονή. Σ? αυτήν πρέπει να επενδύσουμε. Για να αποφύγουμε τη συνηθισμένη κατάληξη.