Η τρέλα και το παράλογο δεν είναι τίποτε άλλο από το έσχατο παράπονο, το πιο μεγάλο παράπονο για τα αδιέξοδα της ύπαρξης. Αν σε κάτι διαφέρει ο άνθρωπος από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο είναι ότι η ίδια του η ύπαρξη αποτελεί και το μεγαλύτερό του πρόβλημα που καλείται να λύσει, χωρίς καμιά πιθανότητα επιτυχίας.
Οι «Ιστορίες Καλοσύνης» είναι μια πολυεπίπεδη και θεοσκότεινη αφήγηση που συνυφαίνει τις ζωές τριών πρωταγωνιστών, ο καθένας από τους οποίους παλεύει με βαθιές υπαρξιακές κρίσεις και με την αναζήτηση μιας αίσθησης σκοπού. Ο Γιώργος Λάνθιμος δημιούργησε ένα σκοτεινά σουρεαλιστικό και εσωστρεφές δράμα, παρασύροντας μας σε έναν κόσμο όπου η πραγματικότητα θολώνει με το μεταφυσικό και τα όρια της ταυτότητας, της μοίρας και της λύτρωσης αμφισβητούνται συνεχώς.
Η ιστορία ξεκινά με έναν μεσήλικα άνδρα (Τζέσι Πλέμονς, βραβεύτηκε με το βραβείο καλύτερης ανδρικής ερμηνείας στο Φεστιβάλ των Καννών), του οποίου η ζωή έχει περιέλθει σε βαθειά ερημία. Ο ήρωάς μας δέχεται από το δεσποτικό αφεντικό του σαφείς και συνεχείς εντολές όχι μόνο στον τομέα της δουλειάς του αλλά για το τι πρέπει να τρώει, τι να πίνει, πώς να ντύνεται, πότε θα ξυπνάει, με ποια γυναίκα θα ζει και πότε θα κάνει σεξ μαζί της. Το τυραννικό αφεντικό θα απαιτήσει από τον υποτακτικό του κάτι που θα τον φτάσει στα όριά του. Η απελευθέρωση δεν οδηγεί απαραίτητα και στην λύτρωση. Η ανατροπή μπορεί να οδηγήσει στον τρόμο και την απόγνωση.
Στη δεύτερη ιστορία η σύζυγος (Έμα Στόουν) ενός αστυνομικού (Πλέμονς) αναζητείται μετά από ένα ναυάγιο, αλλά όταν επανεμφανίζεται εκείνος αρχίζει να έχει αμφιβολίες για την ταυτότητα της γυναίκας που είναι δίπλα του. Η γυναίκα παρουσιάζει παράξενες συμπεριφορές, μιλάει σε αινιγματικούς τόνους και κατέχει γνώσεις που δεν θα μπορούσε να έχει αποκτήσει κατά τη διάρκεια της απουσίας της. Καθώς ο αστυνομικός προσπαθεί να συμβιβάσει τη χαρά του με την αυξανόμενη καχυποψία, γίνεται όλο και πιο παρανοϊκός. Η γυναίκα είναι τελείως διαφορετική, πρέπει να τιμωρηθεί γι αυτό. Επιτρέπεται μια γυναίκα να αλλάξει μέσα σε ένα γάμο;
Ένα ζευγάρι (Στόουν και Πλέμονς), στην τρίτη ιστορία διασπάται. Η γυναίκα κυνηγά το παρατημένο της όνειρο. Ο άνδρας απορεί και ερμηνεύει τα πράγματα όπως τον βολεύουν. Η γυναίκα βρίσκεται σε αγωνιώδη αναζήτηση. Το «ταξίδι» της καθοδηγείται από οράματα και αινιγματικά μηνύματα. Η αναζήτηση της γυναίκας δεν είναι χωρίς εμπόδια, καθώς αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό, τον κίνδυνο και το βάρος των δικών της αμφιβολιών. Η αυτοεκτίμησή της εξ άλλου βρίσκεται στο ναδίρ. Ο άντρας της την κρίσιμη στιγμή θα πάρει πάλι τον έλεγχο των πραγμάτων και θα επιβάλει τη θέλησή του. Η τιμωρία, που τον άφησε πίσω της, θα είναι και μια υπενθύμιση για το ποιος είναι κυρίαρχος.
Ο Γιώργος Λάνθιμος έγραψε το σενάριο του «Kinds of Kindness» με τον επί χρόνια συνεργάτη του, Ευθύμη Φιλίππου, με τον οποίο έχει συνεργαστεί στο παρελθόν μεταξύ άλλων και στα The Favourite, Dogtooth, The Lobster και The Killing of a Sacred Deer. Το μοντάζ έχει αναλάβει ο Γιώργος Μαυροψαρίδης, δύο φορές υποψήφιος για Όσκαρ.
Το «Kinds of Kindness» είναι μια απόδειξη της μοναδικής ιδιαίτερης αφηγηματικής δεινότητας του Γιώργου Λάνθιμου, να συνδυάζει τον υπαρξιακό τρόμο με στιγμές απροσδόκητης χάρης και δηλητηριώδους ειρωνείας. Η ταινία μας προκαλεί να χαθούμε στους δαιδάλους σχετικά με την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σύνδεσης και τις μυστηριώδεις δυνάμεις που διαμορφώνουν τη ζωή μας.
Ο Γιώργος Λάνθιμος με τις ζοφερές "Ιστορίες Καλοσύνης" αποβάλλει τα εντυπωσιακά στοιχεία που έκαναν τις δύο τελευταίες ταινίες του αγαπητές στο ευρύ κοινό, επιστρέφοντας στον παλιό εαυτό του παίρνοντας μαζί του και ό,τι απέκτησε στο μεσοδιάστημα από συνεργάτες και τεχνικές μέχρι δυνατότητες και εμμονές. Επιστρέφει και εισβάλει πάλι σε ένα είδος που του προσέφερε πολλά για να το εμπλουτίσει και να το ανανεώσει με στοιχεία κυνισμού, ειρωνείας και πικρού χιούμορ. Ο Λάνθιμος ξαναγυρίζει, μάλλον στιγμιαία, στην εποχή του «Κυνόδοντα» και των «Άλπεων» «παίρνει αμπάριζα» για να ξεκινήσει μια νέα διαδρομή, ένα καινούργιο παιχνίδι με ιστορίες εξουσίας, κανιβαλισμού και κάθαρσης. Μαζί με τον Φιλίππου μας υπενθυμίζουν ότι ο σύγχρονος άνθρωπος ανεβαίνει τον Γολγοθά του γλιστρώντας πάνω στις εμμονές του, κουβαλώντας μαζί με τον Σταυρό του και όλο το βάρος των θρυμματισμένων πόθων, των επίπλαστων αναγκών του και των λεηλατημένων επιθυμιών του. Σ’ ένα απόκρημνο υπαρξιακό τοπίο το οποίο διαμορφώνουν ο Λάνθιμος με τον Φιλίππου συνωθούνται η ασάφεια, με την αβεβαιότητα και η απόγνωση με το χιούμορ και την ειρωνεία.
Ο άνθρωπος πρέπει μέσα στο βίο του να αποκτήσει έναν «ιερό τόπο» είναι εκεί όπου μπορεί να βρει τον εαυτό του ξανά και ξανά. Έτσι ο άνθρωπος ενώ θα λανθάνει, θα αμαρτάνει, θα ξεπέφτει, θα επιστρέφει σ’ αυτόν τον τόπο για «να πάρει αμπάριζα» να εξαγνιστεί και να ξαναρχίσει από την αρχή το σισύφειο έργο της απελπισίας.