1978.
Είχα μόλις κατέβει στον σταθμό του underground της Liverpool street στο City του Λονδίνου όταν την αντίκρυσα. Ήταν εκεί, στον 3ο οροφο ενός γιγάντιου κτηρίου πίσω απο το σταθμό όπου ήσαν τα γραφεία της Wells Fargo.
Μια υπέροχη μακέτα μεγάλου μεγέθους φτιαγμένη από ξύλο, βαμμένη κόκκινη, πιστό αντίγραφο μιας άμαξας του 19 ου αιώνα, από αυτές που διέσχιζαν την Αμερική, μεταφέροντας ανθρώπους και εμπορεύματα.
Η ιστορία του Λούκυ Λουκ "Η άμαξα" μου ήρθε στο μυαλό. Και το μότο που έλεγε ο Χανκ ο αμαξάς του καρτούν, χτυπώντας το καμουτσίκι του «Η Wells Fargo περνά πάντα».
Το πολυώροφο κτίριο πιστοποιούσε την εξέλιξη της εταιρίας που ιδρύθηκε το 1852 για να μεταφέρει χρυσό και χρεόγραφα απο τις ανατολικές στις δυτικές ακτές των ΗΠΑ.
Η άμαξα με τα 6 άλογα βρισκόταν εκεί μπροστά μου κάθε πρωί που πήγαινα στη δουλειά μου. Την πρώτη φορά όμως που την είδα ένοιωσα σαν Ινδιάνος Σιού που πρωτοβλέπει τον σιδηρόδρομο στα χώματά του. Μόνο που στην πραγματικότητα εγώ ήμουνα ο Ινδιάνος και είχα μπει στα χώματα των λευκών.
Λίγες μέρες πριν είχα βρεθεί στη Θεσσαλονίκη συμμετέχοντας, απο κεκτημένη συνήθεια σε μια φοιτητική συνέλευση. Άλλωστε κρατούσα ακόμα την φοιτητική ιδιότητα.
Ήδη τα θέματα των συνελεύσεων πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Ένα χρόνο πριν είχαμε φάει τρείς συνελεύσεις (ώρες πολλές απο τη ζωή μας), με τη μέθοδο της συνέχειας γενικής συνέλευσης, συζητώντας για τη Σινοσοβιετική διένεξη.
Σε εκείνη όμως, την τελευταία για μένα συνέλευση στη Θεσσαλονίκη λίγες μέρες πριν γυρίσω στο Λονδίνο μεταξύ άλλων έγιναν και αναφορές στον καπιταλισμό που επρόκειτο να καταρρεύσει από τις αντιφάσεις του. Θα θυμάστε δα την βεβαιότητα του τραγουδιού «‘Ετσι κι αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη».
Και να τώρα το σύμβολο μιας θρυλικής εταιρίας και γιγάντιας πια τράπεζας να περνά αγέρωχο μπροστά μου.
Δεν ξέρω αν η Wells Fargo θα περνά πάντα, ούτε αν ο καπιταλισμός νομοτελειακά θα καταρρεύσει ή θα δώσει τη θέση του σε ένα άλλο κοινωνικό σύστημα που δεν το έχουμε φανταστεί ακόμα. Ακόμα πάντως καλά κρατεί παρά τα προβλήματά του. Εν τω μεταξύ 11 χρόνια μετά, το 1989 ήρθε ο κόσμος πάνω κάτω.
Αυτό που θυμάμαι από τη στιγμη αυτή ήταν το ανάμεικτο αίσθημα απορίας, γοητείας και αφύπνισης που ένιωσα.
Από τότε έμαθα να βλέπω τη κρυφή σημασία κάποιων πραγμάτων. Αυτή η άμαξα με έκανε να βγάλω από μέσα μου την ψευδαίσθηση του “ευγενούς” αγρίου Ινδιάνου και να ανακαλύψω καινούργια μονοπάτια.