Τη Τετάρτη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε ότι σταματάει να δέχεται ως ενέχυρα τα ελληνικά ομόλογα . Αυτή η κίνηση, όπως αποδεικνύεται, ήταν περισσότερο συμβολική παρά ουσιαστική. Παρ’ όλα αυτά η στιγμή της αλήθειας πλησιάζει. Και είναι η στιγμή της αλήθειας όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη – και συγκεκριμένα για την κεντρική τράπεζα, η οποία θα πρέπει σύντομα να αποφασίσει για ποιόν πραγματικά δουλεύει. Βασικά, η κατάσταση τώρα μπορεί να συνοψισθεί στον εξής διάλογο:
Γερμανία προς Ελλάδα: Ωραίο τραπεζικό σύστημα έχετε εκεί. Θα ήταν κρίμα να του συμβεί κάτι.
Ελλάδα προς Γερμανία: Α αλήθεια; Λοιπόν, θα ήταν κρίμα να δούμε την ωραία, λαμπερή Ευρωπαϊκή Ένωσή σας να συντρίβεται.
Ή, αν προτιμάτε την πιο τυπική εκδοχή, η Γερμανία απαιτεί από την Ελλάδα να συνεχίσει να αποπληρώνει το χρέος της εφαρμόζοντας σκληρή λιτότητα. Η απειλή που αφήνεται να εννοηθεί, αν η Ελλάδα αρνηθεί, είναι ότι η κεντρική τράπεζα θα διακόψει τη βοήθεια που παρέχει στις ελληνικές τράπεζες – κάπως έτσι ακούστηκε η κίνηση της Τετάρτης αλλά δεν ήταν αυτό. Και κάτι τέτοιο θα κατέστρεφε την ήδη κακή οικονομία της Ελλάδας. Ωστόσο, αν τραβούσαν την πρίζα από την Ελλάδα, ο κίνδυνος θα ήταν τεράστιος όχι μόνο για την οικονομία της Ευρώπης αλλά για ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, μία προσπάθεια 60 χρόνων για την ειρήνη και τη δημοκρατία μέσω της κοινής ευημερίας.
Μία κατάρρευση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος θα οδηγούσε την Ελλάδα να φύγει από το ευρώ και να υιοθετήσει το δικό της νόμισμα – και ακόμη και αν μία μόνο χώρα εγκαταλείψει το ευρώ, το μήνυμα προς τους επενδυτές θα είναι ότι το νόμισμα είναι αναστρέψιμο. Πέρα από αυτό, το χάος στην Ελλάδα θα υποδαύλιζε τις κακόβουλες πολιτικές δυνάμεις που κερδίζουν έδαφος στην Ευρώπη από τη Δεύτερη Μεγάλη Ύφεση και μετά. Έπειτα από μία όλο ένταση συνάντηση με τον γερμανό ομόλογό του, ο νέος υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει το χαρτί του 1930. «Ο ναζισμός» διακήρυξε «έχει σηκώσει το άσχημο κεφάλι του στην Ελλάδα» – αναφερόμενος στη Χρυσή Αυγή, το όχι και τόσο «νέο» – Ναζιστικό κόμμα που είναι η τρίτη μεγαλύτερη δύναμη στο ελληνικό κοινοβούλιο. Αυτό που παρακολουθούμε είναι, κοντολογίς, μία πολύ επικίνδυνη αντιπαράθεση. Δεν πρόκειται για συνηθισμένη διπλωματία.
Είναι το «παιχνίδι του δειλού» (game of chicken), δύο φορτηγών γεμάτα με δυναμίτη που κατευθύνονται το ένα προς το άλλο σε έναν στενό ορεινό δρόμο και κανένα από τα δύο δεν δέχεται να στρίψει. Και όλα αυτά λαμβάνουν χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία υποτίθεται – τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα – ότι ήταν ένας θεσμός που προωθούσε τη συνεργασία. Πώς έφθασε η Ευρώπη σε αυτό το σημείο; Και ποια θα είναι η κατάληξη; Όπως και με άλλες περιόδους κρίσης, η κρίση της Ελλάδας πηγάζει, τελικά, από την επιθυμία των πολιτικών να λένε στους ψηφοφόρους τους αυτά που θέλουν να ακούσουν, να δεσμεύονται για πράγματα που δεν μπορούν να υλοποιήσουν – και μετά επειδή δεν μπορούν να αντικρίσουν την πραγματικότητα κάνουν αυτά που υποτίθεται ότι μπορούσαν να αποφευχθούν.
Φυσικά, αναφέρομαι στην Άνγκελα Μέρκελ, τη γερμανίδα καγκελάριο και τους συνεργάτες της. Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα μπήκε σε αυτή την κατάσταση εξαιτίας του ανεύθυνου δανεισμού (και από αυτούς που δανείζονταν και από αυτούς που δάνειζαν). Και για την Ελλάδα το τίμημα ήταν υψηλό. Κοιτάζοντας μπροστά όμως, πόσα ακόμη μπορεί να αντέξει η Ελλάδα; Για οποιονδήποτε έχει κάνει τους υπολογισμούς είναι προφανές ότι δεν μπορεί να ξεπληρώσει το χρέος στο σύνολό του. Δυστυχώς οι γερμανοί πολιτικοί δεν εξήγησαν ποτέ τα μαθηματικά στους ψηφοφόρους τους. Αντίθετα ακολούθησαν το τεμπέλικο μονοπάτι: κάνουν κήρυγμα για την ηθική διάσταση του ανεύθυνου δανεισμού, λένε ότι το χρέος πρέπει και θα αποπληρωθεί στο σύνολό του, χρησιμοποιούν στερεότυπα για τους ανεπρόκοπους Νοτιοευρωπαίους. Και τώρα που το ελληνικό εκλογικό σώμα αποφάσισε ότι δεν θα πάρει άλλο, οι γερμανοί αξιωματούχοι συνεχίζουν να επαναλαμβάνουν τα ίδια πράγματα. Ίσως οι Γερμανοί φαντάζονται ότι θα επαναλάβουν τα γεγονότα του 2010, όταν η κεντρική τράπεζα υποχρέωσε την Ιρλανδία να δεχθεί ένα πρόγραμμα λιτότητας απειλώντας να αποκόψει το τραπεζικό της σύστημα.
Αλλά αυτό είναι σχεδόν απίθανο να λειτουργήσει σε μία κυβέρνηση που έχει δει τη ζημιά που προκάλεσε η λιτότητα και εξελέγη βάσει της υπόσχεσης να βάλει τέλος σε αυτή. Επιπροσθέτως υπάρχει η ελπίδα, η ΕΚΤ, να αρνηθεί να παίξει αυτό το παιχνίδι. Τη Τετάρτη, η κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε μία απόφαση που ακούστηκε σαν τιμωρία για την Ελλάδα αλλά δεν ήταν, γιατί άφησε ανοικτή μία πολύ σημαντική δίοδο βοήθειας για τις ελληνικές τράπεζες (τον μηχανισμό ELA – μην ρωτάτε). Έτσι πρόκειται περισσότερο για καμπανάκι αφύπνισης παρά οτιδήποτε άλλο, και μάλλον ήταν περισσότερο ένα καμπανάκι αφύπνισης για τη Γερμανία παρά για την Ελλάδα. Και τί θα συμβεί αν οι Γερμανοί δεν ξυπνήσουν; Σε αυτή την περίπτωση μπορούμε να ελπίζουμε ότι η κεντρική τράπεζα θα πατήσει πόδι και θα διακηρύξει ότι ρόλος της είναι να κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να διαφυλάξει την οικονομία της Ευρώπης και τους δημοκρατικούς της θεσμούς – και όχι να λειτουργεί ως ο εισπράκτορας χρέους της Γερμανίας. Όπως είπα, πλησιάζουμε γρήγορα στη στιγμή της αλήθειας.