Τα κομματικά συνέδρια δεν παρουσιάζουν κατά κανόνα ευρύτερο ενδιαφέρον. Συνήθως επικυρώνουν τις επιλογές της ηγεσίας, ενώ σπανίως σηματοδοτούν ριζικές αλλαγές σε θέσεις ή πρόσωπα, οι οποίες να συνιστούν μείζονα πολιτικά γεγονότα. Υπάρχουν βέβαια κάποιες εξαιρέσεις, όπως το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, που επιχείρησε τομή με το σταλινικό παρελθόν, το συνέδριο στο Μπαντ-Γκόντεσμπεργκ το 1959, όπου το γερμανικό SPD εγκατέλειψε τον μαρξισμό και τον αμιγώς εργατικό του χαρακτήρα, το συνέδριο στο Επινέ το 1971, το οποίο αποφάσισε τη συγκρότηση του νέου ανανεωμένου Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSF), ή ακόμη και το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το 1996 που ανέδειξε στην ηγεσία του κόμματος τον Κώστα Σημίτη, θέτοντας έτσι σε πιο στέρεες βάσεις το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα.
Το συνέδριο που αποφάσισε η Δημοκρατική Συμπαράταξη, για τη δημιουργία του νέου ενιαίου φορέα της προοδευτικής δημοκρατικής παράταξης εντός του 2017, φιλοδοξεί να αποτελέσει μέρος των εξαιρέσεων και όχι του κανόνα των κομματικών συνεδρίων. Πρώτα απ’ όλα γιατί δεν πρόκειται για συνέδριο ενός υφιστάμενου κόμματος αλλά του ευρύτερου πολιτικού χώρου της Κεντροαριστεράς. Κυρίως όμως, γιατί σε κάθε περίπτωση θα οδηγήσει στη δημιουργία ενός νέου πολιτικού οργανισμού, με νέο πρόγραμμα, με νέες αρχές οργάνωσης και λειτουργίας, με νέο κεντρικό πολιτικό όργανο και με νέα εκλογή ηγεσίας από τη βάση.
Από όλες τις αποφάσεις που θα λάβει το συνέδριο η πιο σημαντική θα αφορά τον χαρακτήρα του νέου φορέα. Το αν θα αποτελεί θεσμοθετημένη συνύπαρξη επιμέρους κομμάτων, κινήσεων και άλλων συλλογικοτήτων, ή αν θα πρόκειται για ενιαίο κομματικό σχηματισμό. Υποστηρικτές και της μιας και της άλλης άποψης υπάρχουν εντός και εκτός της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Το ποια από τις δύο απόψεις θα επικρατήσει τελικά θα εξαρτηθεί από τους συσχετισμούς που θα έχουν αποκρυσταλλωθεί την ώρα των αποφάσεων στο συνέδριο. Καθοριστικό ρόλο στην τελική διαμόρφωση των συσχετισμών θα διαδραματίσουν ο προσυνεδριακός και συνεδριακός διάλογος, και κυρίως το εύρος της συμμετοχής της κοινωνικής βάσης της προοδευτικής παράταξης, καθώς και των οργανωμένων δυνάμεων και στελεχών της.
Όσοι πράγματι θέλουν να υπηρετήσουν την ενότητα και την ανανέωση, οφείλουν να αντιμετωπίσουν το συνέδριο αυτό ως τη μόνη ρεαλιστική δυνατότητα που τους παρέχεται προκειμένου να υποστηρίξουν ισότιμα τις απόψεις τους και να αγωνιστούν απρόσκοπτα για την επικράτησή τους, αφού με τη συμμετοχή τους θα καταστήσουν ακόμα πιο ισχυρή, συγκεκριμένη και ουσιαστική την πρόσφατη απόφαση του Κεντρικού Συντονιστικού Συμβουλίου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για ένα συνέδριο «ανοικτό, μαζικό και δημοκρατικό».
Κάθε άλλη προσπάθεια που θα θέτει ως προαπαιτούμενο συμμετοχής την εκ των προτέρων συμφωνία στον ενιαίο κομματικό χαρακτήρα του νέου φορέα, ή στα ζητήματα που αφορούν την ηγεσία του, δεν θα συμβάλει στο επιθυμητό αποτέλεσμα, αφού θα ακυρώνει τον δημοκρατικό-συμμετοχικό χαρακτήρα του εγχειρήματος. Η υπέρβαση των υφιστάμενων κομμάτων και κινήσεων του χώρου, αλλά και προσωπικών στρατηγικών, θα μπορέσει να προκύψει όταν και στο μέτρο που αυτή θα εκφρασθεί οργανωμένα ως πλειοψηφούσα άποψη των μελών και στελεχών της παράταξης. Και τη δυνατότητα αυτή την προσφέρει ένα ανοικτό, μαζικό και δημοκρατικό συνέδριο. Ιδού λοιπόν η Ρόδος, ιδού και … ή υπέρβαση.