Το ξέσπασμα μιας κρίσης, παρότι φαίνεται ως το πρόβλημα, στην πραγματικότητα είναι η αρχή της λύσης του προβλήματος. Γιατί το πρόβλημα προϋπήρχε της κρίσης.
Σε περιόδους μεγάλων κρίσεων οι κοινωνικές δυνάμεις επανατοποθετούνται στο ιδεολογικό εποικοδόμημα, ανατρέπουν στερεότυπα και τρόπους ζωής, κάνουν διανοητικά άλματα και υπερβαίνουν επίπεδα σκέψης με μεγάλη ταχύτητα. Η σημερινή οικονομική κρίση, όπως οι περισσότεροι συμφωνούν, ανέδειξε τα προβλήματα και τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας. Έτσι, τον εφησυχασμό και την ακινησία που προηγήθηκαν της εμφάνισης της κρίσης, χαρακτηριστικά υποβόσκουσας κρίσης, ακολούθησε η ένταση και η κινητικότητα. Σήμερα η αλλαγή πορείας της χώρας έχει καταστεί πλέον παραπάνω από αναγκαία, και η θέληση για ανατροπή και ριζική αλλαγή είναι διάχυτη. Γιατί είναι εμφανές ότι το πολιτικό μοντέλο της μεταπολίτευσης σβήνει και η κοινωνία εγκυμονεί το καινούργιο, παρότι οι συντηρητικές δυνάμεις αντιστέκονται και αντιδρούν παραμένοντας πεισματικά σε πεπερασμένες, αναχρονιστικές, και δυστυχώς δοκιμασμένες και αποτυχημένες θεωρίες και πρακτικές του παρελθόντος. Τα υπάρχοντα πολιτικά κόμματα, δημιουργοί και δημιουργήματα της μεταπολίτευσης, δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν την καινούργια πραγματικότητα, να παρακολουθήσουν τις κοινωνικές διεργασίες και να αφουγκραστούν τα νέα αιτήματα. Προσπαθούν να απαντήσουν με τα ίδια εννοιολογικά εργαλεία, εγκλωβισμένα στον ίδιο τρόπο σκέψης. Και γι’ αυτό αποτυγχάνουν. Σαράντα χρόνια Γκόλφω, ίδια ρούχα, ίδιες φάτσες, ίδια συνθήματα.
Οι ανανεωτικές πολιτικές δυνάμεις, αν και παρέμεναν πολλές φορές δέσμιες των προκαταλήψεων και των στερεοτύπων του παρελθόντος, άρχισαν σιγά-σιγά να βλέπουν με άλλη ματιά τον κόσμο και να αισθάνονται την ανάγκη αυτής της αλλαγής. Οι αλλαγές όμως δεν γίνονται με τα ίδια πολιτικά υλικά. Το νέο μπορεί να εκφραστεί με το νέο. Η ύπαρξη ενός νέου φορέα θα μπορέσει να στεγάσει τις κατακερματισμένες πολιτικές και παραγωγικές δυνάμεις της δημιουργίας και της προόδου, και θα εκφράσει τη ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ.
Το Ποτάμι είναι προϊόν αυτής της αμφισβήτησης του παλιού και της αναζήτησης μιας ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΕ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ. Το μαρτυρούν οι άνθρωποι που το πλαισιώνουν, η δυναμική που αναπτύσσει. Γεννημένο μέσα στη δίνη της κρίσης, κλήθηκε σε μικρό διάστημα να συμμετάσχει στις ευρωεκλογές, με την οξύτητα που αυτές διεξήχθησαν, να εμπλακεί, και μάλιστα χωρίς κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο, και να οργανώσει το πρώτο του συνέδριο, ώστε να αποκτήσει οργανωτική δομή και ταυτότητα. Έτσι, αν και υπέστη μια γρήγορη και ως εκ τούτου βίαιη ενηλικίωση, τα προβλήματα της οποίας οφείλει εξίσου γρήγορα να ξεπεράσει, η αντοχή του και η μοναδικότητά του το καθιστούν, αυτή τη στιγμή, χώρο αναφοράς των δυνάμεων της αλλαγής.
Σήμερα είναι πανθομολογούμενο ότι το Ποτάμι έχει μπει για τα καλά στην πολιτική ζωή του τόπου, και συνεπεία αυτού τον τελευταίο καιρό αντιμετωπίζεται ως αυτό που είναι, δηλαδή ως πολιτικό κόμμα με απόψεις και θέσεις και όχι ως κατασκεύασμα σκοτεινών κύκλων, διαπλανητικών κέντρων κ.α. Και δεν είναι μόνο αυτό. Το Ποτάμι πλέον φιγουράρει ολοένα και περισσότερο στην τρίτη θέση των δημοσκοπήσεων, και έχει κατοχυρωθεί στη συνείδηση του κόσμου, σε φίλους και αντιπάλους, ως μια σημαντική πολιτική δύναμη.
Η επιτυχία αυτή, παρά τις αντιξοότητες που αναφέραμε πιο πάνω, έχει αυξήσει το ειδικό του βάρος, έχει μεγαλώσει τις ευθύνες του, αλλά και έχει δυσκολέψει το έργο του. Καλείται να παίξει το ρόλο που του αναλογεί, ένα ρόλο που εκ των πραγμάτων θα διαμορφώσει ή, πιο μετριοπαθώς, θα συμβάλει στη διαμόρφωση μιας νέας συνολικής πολιτικής πρότασης, ανεξάρτητα από τις σημερινές συγκυριακές καταμετρήσεις κομματικών δυνάμεων.
Το Ποτάμι, όπως και πολλοί άλλοι σχηματισμοί και κόμματα, εμφανίστηκε για να καλύψει αυτήν ακριβώς την ανάγκη. Στη μικρή, πλην όμως περιπετειώδη διαδρομή του, κατάφερε να εκφράσει μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, να στρέψει τα μάτια ακόμη περισσότερων επάνω του και να αποτελέσει τον νέο, ελπιδοφόρο, δυναμικό πολιτικό φορέα.
Η ρητορική, η αισθητική, όπως και οι κοινωνικοί χώροι με τους οποίους μπορεί και «συνομιλεί», σκιαγραφούν μια πολιτική φυσιογνωμία που δείχνει να ξεφεύγει από τα παραδοσιακά κομματικά πρότυπα. Ο πολιτικός του λόγος γίνεται αποδεκτός σε μια ευρεία περιοχή της πολιτικής γεωγραφίας, την πολυπληθέστερη, και αυτό το καθιστά, δυνητικά, κόμμα εξουσίας. Η κινηματική του δομή, καθώς και η «παρθενογένεσή» του, με την έννοια ότι είναι το μοναδικό κόμμα που δεν προέκυψε από διάσπαση άλλου κόμματος, αφήνουν περιθώρια να απελευθερωθούν κοινωνικές δυνάμεις και να αναπτυχθούν στο εσωτερικό του.
Η πρωτοβουλία, η έμπνευση, το θάρρος ή το θράσος του Σταύρου Θεοδωράκη να κάνει πρώτος την κατά τα άλλα αυτονόητη κίνηση, σε μια Ελλάδα που παράδερνε στην παραζάλη της «μνημονιακής-αντιμνημονιακής» παράνοιας από τη μια και στα μπρος-πίσω πολλών όπως των 58 που γίνανε 28 και ύστερα 8, άλλαξε την εικόνα και έκοψε τον γόρδιο δεσμό της αναποφασιστικότητας, της ατολμίας ή των προσωπικών πολιτικών.
Το Ποτάμι έγινε, ο φορέας υπάρχει. Μένει πλέον οι άνθρωποι που το περιβάλλουν, ο επικεφαλής, τα στελέχη, οι φίλοι-εθελοντές, να κάνουν το δεύτερο βήμα. Και αν μαζί μ΄ αυτούς διαβούν τις πόρτες του όλοι εκείνοι που αισθάνονται κοντινοί και αλληλέγγυοι για να συμπορευθούν σ’ αυτό το ωραίο ταξίδι, το βήμα θα γίνει άλμα. Τώρα είναι η ώρα. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το Ποτάμι.