Ιδεολογικός αρχαϊσμός

Πέτρος Παπασαραντόπουλος 10 Μαρ 2021

Η πολιτική ζωή της χώρας, παρά την πανδημία, αποκτά πολωτικά χαρακτηριστικά λόγω των υψηλών τόνων που έχει επιλέξει η αξιωματική αντιπολίτευση σε δύο βασικά θέματα: την υπόθεση Κουφοντίνα και την εφαρμογή του νέου νόμου για τα ΑΕΙ. Επικουρικά, στην ίδια γραμμή πόλωσης είναι οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την υπόθεση Λιγνάδη, όπου ζητάει την παραίτηση Μενδώνη, για την «αστυνομοκρατία» και για την αντιμετώπιση της πανδημίας.


Αυτές οι πολιτικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ σκιαγραφούν μια παράξενη αντιπολιτευτική στρατηγική. Η πολιτική επιστήμη έχει αποδείξει ότι στις φιλελεύθερες δημοκρατίες η αξιωματική αντιπολίτευση, επιδιώκοντας να κυβερνήσει, πρέπει να έχει ως κύριο μέλημά της την οικειοποίηση του κεντρώου χώρου. Αντί για αυτό, παρατηρούμε τη σύμπλευση του ΣΥΡΙΖΑ με τα κάθε είδους ακροαριστερά κινήματα, κάτι που, εξ ορισμού, παραδίδει τον κεντρώο χώρο στη Νέα Δημοκρατία.


Η εξήγηση σε αυτό το παράδοξο φαινόμενο πρέπει να αναζητηθεί στις ιδεολογικές καταβολές αυτού του χώρου, όπως αυτές μετεξελίχθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 90. Την περίοδο αυτή, οι δύο βασικές συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, οι «ανανεωτές» του ΚΚΕ και η αριστερή πτέρυγα του ΚΚΕ εσωτερικού βρέθηκαν σε ιδεολογικό κενό. Οι φαντασιώσεις των πρώτων ότι το κομμουνιστικό πρόταγμα θα μπορούσε να αναμορφωθεί εκ των ένδον και των δεύτερων ότι θα μπορούσε να αποκτήσει ανθρώπινο πρόσωπο ο κομμουνισμός, κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος. Δημιουργήθηκε έτσι η ανάγκη για μια νέα ιδεολογική κατασκευή, που βρέθηκε στα «κινήματα», τους κάθε είδους αντιπαγκοσμιοποιητές και τους περιθωριακούς ακροαριστερούς. Ηταν τότε που η Αλέκα Παπαρήγα είχε πει «καλούμε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να σταματήσει να χαϊδεύει τα αφτιά των κουκουλοφόρων».


Αυτή την ιδεολογική μεταστροφή την έχει ομολογήσει, απερίφραστα, ο Κώστας Γαβρόγλου γράφοντας στην ΑΥΓΗ ότι «στην επιμονή του Πάνου Λάμπρου οφείλουμε πολλοί από εμάς την αλλαγή της νοοτροπίας μας για όλους όσους θεωρούσαμε "περιθωριακούς"». Το έχει επαναλάβει, προς εμπέδωση, ο Μάκης Μπαλαούρας υποστηρίζοντας ότι «η 17Ν είχε ένα ιδεώδες υπέρ του ανθρώπου» και μας το θύμισε ξανά ο Θοδωρής Δρίτσας λέγοντας ότι «κανείς δεν έχει τρομοκρατηθεί από τη 17 Νοέμβρη».


Σε αυτή την πορεία προς τον ιδεολογικό αρχαϊσμό, είναι ενδεικτική η αλλαγή των ονομάτων του χώρου. Ξεκίνησε το 1989 ως Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου, συνέχισε ως Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας, για να καταλήξει στο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Κινήματα και ριζοσπαστισμός είναι οι νέες λέξεις, συν την Οικολογία για ξεκάρφωμα. Στο πλαίσιο αυτής της νέας, ριζοσπαστικής, ιδεολογίας επιστρατεύτηκε η διεθνής ακροαριστερά, από τον Σλαβόι Ζίζεκ, έως τον Ερνέστο Λακλάου και τη Σαντάλ Μουφ.


Οι δύο τελευταίοι παρουσιάζουν ενδιαφέρον, γιατί θεωρούν ότι το πρόβλημα των καιρών είναι η ίδια η φιλελεύθερη δημοκρατία. Εχουν προτείνει την έννοια της «ριζοσπαστικής δημοκρατίας», ένα πολίτευμα διαρκούς σύγκρουσης. Σε αυτό το πλαίσιο, υποστηρίζουν ότι ο αριστερός λαϊκισμός είναι η ουσία της πολιτικής και «δύναμη χειραφέτησης» των καταπιεσμένων. Η έννοια των συμβιβασμών και της συναίνεσης, ως κεντρικό στοιχείο των φιλελεύθερων δημοκρατιών, τους είναι απεχθής.


Με αυτές τις ανεδαφικές παραδοξότητες μοιάζει να πορεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζοντας ότι θα επαναληφθεί η συνταγή που τον οδήγησε στην εκλογική νίκη του 2015, επιβεβαιώνοντας την προειδοποίηση των Levitsky και Ziblatt ότι «αν υπάρχει κάτι ξεκάθαρο από την ανάλυση της ιστορίας, είναι ότι οι ακραίες πολώσεις δύνανται να καταστρέψουν τις δημοκρατίες».


Πηγή: www.tanea.gr