Τις μέρες αυτές που η «ριζοσπαστική αριστερά» ζει το American dream της, η αντιπολίτευση και τα ΜΜΕ ασχολούνται κυρίως με τις συμφωνίες που έκανε ο πρωθυπουργός με τον Αμερικανό πρόεδρο και με τα διάφορα στιγμιότυπα – ευτράπελα και μη – από την επίσκεψη και τις διάφορες συναντήσεις του κυβερνητικού κλιμακίου στις ΗΠΑ.
Είναι ασφαλώς πολύ σοβαρό θέμα αν και κατά πόσον οι συμφωνίες αυτές αποβούν επωφελείς για την Ελλάδα ή ετεροβαρείς και δυσβάστακτες. Όπως είναι σημαντικό να δούμε τα ανταλλάγματα και τις συνέπειές τους, αφού γνωρίζουμε ότι ο Ντόναλντ Τραμπ επιμένει να ρίχνει το βάρος της πολιτικής του στην αποκόμιση «εσωτερικών» οφελών.
Δεν μπορεί όμως να παραγνωρίσει κανείς την ευκολία με την οποία, για μια ακόμη φορά και μάλιστα με τόσο προκλητικό τρόπο, κάνει στροφή 180° από πάγιες ακόμα και πρόσφατα εκφρασμένες θέσεις του.
Εξόρκισε τη φράση του «ελπίζω να μη μας βρει τέτοιο κακό», επαινώντας τον Τραμπ και μιλώντας για «κοινές αξίες», ενώ η μόνιμη απαίτηση της Λαγκάρντ για εφαρμογή των επιταγών του μνημονίου ακούστηκε «σαν μελωδία στ’ αυτιά μου».
Το θέμα δεν είναι ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός πέρασε, διασχίζοντας τον Ατλαντικό, σε εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις. Ούτε ο πρώτος ούτε και ο τελευταίος μάλλον θα είναι. Το θέμα είναι η μόνιμη επωδός με την οποία επιχειρείται να δικαιολογηθεί η κάθε κωλοτούμπα: «Και οι άλλοι τα ίδια έκαναν».
Γιατί το πρόβλημα δεν είναι ότι και οι άλλοι τα ίδια έκαναν. Το πρόβλημα είναι ότι ο Τσίπρας – και ό,τι ο ίδιος συμβόλιζε τουλάχιστον – κάνει τα ίδια με τους άλλους.