Στη σημερινή Ελλάδα δεν υπάρχει αμφιβολία για δυο γεγονότα: πρώτον, η συνεχιζόμενη ανεργία έχει οδηγήσει στην επιταχυνόμενη φτωχοποίηση ένα μεγάλο κομμάτι του λαού, και δεύτερον, η Χρυσή Αυγή είναι μια εγκληματική οργάνωση που εμπνέεται από τον φασισμό, τον ναζισμό και βασίζεται στον λαϊκισμό και την δημαγωγία.
Όπως είδαμε και στις πρόσφατες εκλογές, ένα κομμάτι των ψηφοφόρων έλκονται από το φασισμό και τη βία. Γιατί όμως τόσοι πολλοί ψηφίζουν έτσι; Τι οδηγεί σε αυτή την κατάσταση; Γιατί το ποσοστό της Χρυσής Αυγής είναι τόσο υψηλό, 13,7% ακόμη και στο Κολωνάκι; Η απάντηση εντοπίζεται στη φτώχεια αλλά και, ακόμη βαθύτερα, στη μεγάλη ήττα της πολιτικής.
Οι πολίτες δεν έχουν ακούσει ακόμη έναν πολιτικό να λέει, συγγνώμη για τη σημερινή κατάσταση της χώρας και τις πολλές αυτοκτονίες. Δεν έχουν ευθύνες οι πολιτικοί που στην Ελλάδα (αλλά και στην Ευρώπη) έχει επιστρέψει ο θατσερισμός μέσω Γερμανίας; Οι πολίτες γνωρίζουν ότι ούτε ένας βουλευτής από το συνταγματικό τόξο δεν είπε «θα κρατώ το 1/3 του μισθού μου, και θα επιστρέφω το υπόλοιπο στον κρατικό κορβανά». Να δείξουν ότι συμπάσχουν με την κοινωνία, όχι με μακιγιαρισμένα λόγια, αλλά με πράξεις. Το έκανε κανείς;
Οι πολίτες στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις είδαν πάμπολλους υποψηφίους, τους οποίους ο κ. Κ. I. Δεσποτόπουλος χαρακτήρισε ως «ύποπτους ματαιοδοξίας», οι οποίοι στη σελίδα τους στο Facebook αναγράφουν Politician, αντί να γράψουν το επάγγελμά τους ή Community. Τα παραπάνω δεν είναι λεπτομέρειες, δείχνουν ότι η προσωπική τους φιλοδοξία, ακόμη και των νέων ή νέων στην πολιτική, είναι το μόνο κριτήριο, μια φιλοδοξία πάνω από την κοινωνία. Η κοινωνία όμως απέναντι σε τέτοια φαινόμενα αντιδρά.
Οι πολίτες δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς, είδαμε επίσης πολλούς υποψηφίους ευρωβουλευτές, αλλά ούτε ένας δεν έκανε μια δήλωση του τύπου «αν εκλεγώ, θα κρατώ μόνο ένα μικρό μέρος του ηγεμονικού μισθού μου και θα δίνω τα υπόλοιπα κάθε μήνα π.χ. στο Αναρρωτήριο Πεντέλης ή στο Εθνικό Νηπιοτροφείο στην Καλλιθέα». Άρα οι πολίτες, γνωρίζοντας το ύψος του μισθού τους, εκλαμβάνουν την απουσία έμπρακτης και χειροπιαστής κοινωνικής ευαισθησίας ως επιβεβαίωση της άποψης πως όλοι οι πολιτικοί κοιτάνε τα συμφέροντά τους και τους εμπαίζουν. Έτσι, βλέπουν την πολιτική σαν το πρόβλημα της δημοκρατίας και όχι σαν την λύση.
Οι τραυματισμένοι πολίτες, επίσης, παρακολουθούν πρακτικές προπαγάνδας μεταξύ των κομμάτων. Και κάποιοι πολιτικοί, εμφανίζονται στην τηλεόραση και αρχίζουν συχνά να τσακώνονται ή να τσιρίζουν. Οι πολιτικοί, οι οποίοι δεν μπορούν να συζητήσουν πολιτισμένα, είναι συνυπεύθυνοι για τον εκφυλισμό των πολιτικών εκπομπών σε «τηλεοπτική σκουπιδοκρατία».
Τα παραπάνω στοιχεία υποβοηθούμενα από την φτώχεια (που έχει αγγίξει και το Κολωνάκι) και πολλά άλλα, οδηγούν στην ήττα της πολιτικής, την αποχή και την ισχυροποίηση της Χρυσής Αυγής. Τα παράλογα φασιστικά άκρα τα θρέφει, όμως, όχι μόνον η ασκούμενη οικονομική πολιτική, αλλά και η κυριαρχία στον δημόσιο βίο δεύτερης ή τρίτης διαλογής πολιτικού προσωπικού, συνήθως ως αποτέλεσμα νεποτισμού. Οι πολιτικοί δείχνουν, σαν να μην έχουν πάρει τα μαθήματά τους από την κρίση, προχωρούν με τακτική που λήγει πιο γρήγορα και από τη γιαούρτη. Και το λυπηρότερο, στα χνάρια του παλιού πολιτικού προσωπικού οδεύει και το νεότερο, «καλοκουρδισμένο» και «καλομαθημένο» μέσα σε βουλευτικά και κομματικά γραφεία.