Όσοι και όσες έχουν ολοκληρώσει το σύνολο ή μέρος των διακοπών τους θα συμφωνήσουν ότι η πιο «πολυτραγουδισμένη» φράση αυτού του καλοκαιρού είναι ότι «φέτος δεν έχουμε καθόλου κόσμο». Διανθισμένη βεβαίως με πρόχειρες αριθμητικές εκτιμήσεις σχετικά με τη μείωση της κίνησης που ξεκινούν από 10% – 15% και φτάνουν το 40% – 50%, ανάλογα με τα κέφια που κάθε ντόπιου «επιχειρηματία» στον τομέα των τουριστικών υπηρεσιών. Της μεγάλης βιομηχανίας, της οικονομικής ατμομηχανής της χώρας.
Ο συμπαθής «επιχειρηματίας», όμως, όπως είναι λογικό, δεν σταματά εκεί. Γκρινιάζει. Γκρινιάζει για τους έλληνες που φέτος δεν ήρθαν, τους ξένους που δεν ξοδεύουν πολλά «λες και έχουν και εκείνοι κρίση», μονότονα για τους πολιτικούς που μας οδήγησαν ως εδώ, και βεβαίως γκρινιάζει για τους «αληταράδες» εκείνους, που τολμούν να κάνουν ελέγχους στην καρδιά της τουριστικής περιόδου.
«Ας με γράψουν». Είναι μια ακόμη δημοφιλής έκφραση του εκπροσώπου της ντόπιας τουριστικής βιομηχανίας. «Ας με γράψουν» για τις αποδείξεις που δεν δίνω, είτε πρόκειται για τα έξι ευρώ της ομπρελοξαπλώστρας, είτε πρόκειται για τις αρκετές εκατοντάδες της διαμονής σε κάποιο δωμάτιο ή στο ξενοδοχείο. «Ας με γράψουν» είτε πρόκειται για την κατάληψη της παραλίας με κάθε είδους δραστηριότητα, είτε πρόκειται για την παραβίαση ωραρίων λειτουργίας, ηχορύπανσης και γενικά κοινωνικής όχλησης. Σε λίγο οι παραλίες θα μετονομαστούν αναλόγα με το «μπητσόμπαρο» που διαθέτουν (έτσι έχει επικρατήσει να λέγεται ελληνιστί το μπητς μπαρ) που επιβάλλεται με τα ντεσιμπέλ του σε όλη την ακτογραμμή. Και βεβαίως «ας με γράψουν», αφού μια μικρή διοικητική παραβασούλα είναι, και τίποτα παραπάνω, το να νοικιάζω μηχανάκια, ή να ποτίζω 15χρονα παιδιά με αλκοόλ από το μεσημέρι έως τα ξημερώματα. Κρίση είναι, πως θα επιβιώσουμε;
Με τις όποιες αποχρώσεις, με παρόμοια αίσθηση επιστρέφει ο καθένας μας από τις διακοπές. Η κρίση τείνει να αποτελέσει, όπως και στα υπόλοιπα πεδία κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας, ένα ακόμη άλλοθι για εκτεταμένη ανομία. Σε μία κλίμακα που ξεκινά από μικροσυμφερόντα και μπορεί να φτάνει έως τη συγκάλυψη μιας εγκληματικής ενέργειας, προκειμένου να μη χαλάσει το «όνομα» κάποιου παραθεριστικού προορισμού με ισχυρό brand. Καλό κουράγιο, που είπε εγκαίρως, ο Όλι Ρεν.
Ο Γιώργος Σταματόπουλος είναι δημοσιογράφος