«H “τυραννία της κοινής γνώμης”. Αυτή η τυραννία δημιουργεί τα σπάταλα κράτη και τις κυβερνήσεις που υποτάσσονται στις απαιτήσεις των συντεχνιακών ενώσεων, αντί στις ανάγκες του δημοσίου συμφέροντος». Δανείζομαι από το εξαιρετικό βιβλίο του φίλου Γιώργου Σιακαντάρη[1], την άποψη αυτή του Αλέξις ντε Τοκβίλ, ο οποίος υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους πολιτικούς στοχαστές του 19ου αιώνα. Και όπως σημειώνει ο Γ. Σιακαντάρης, μοιάζει να το έγραψε για την Ελλάδα του σήμερα.
.
Δεν μπορούν να δημιουργηθούν κέντρα αποτοξίνωσης τοξικομανών, επειδή καμιά γειτονιά δεν τα δέχεται. Δεν καταφέραμε εδώ και 30 χρόνια να λύσουμε το πρόβλημα της διαχείρισης των σκουπιδιών μας, επειδή ο ένας τα έστελνε στη γειτονιά του άλλου και μάλιστα, σήκωνε και μπαϊράκι, ανταρτοπόλεμο. Δεν μπορούμε να λύσουμε το θέμα της φιλοξενίας των μεταναστών (ο κατά δήλωσή μας πολύ φιλόξενος λαός, η φιλοξενία είναι ελληνική λέξη κ.λπ.), επειδή όλες οι περιοχές της Ελλάδας έχουν ξεσηκωθεί και δεν τους θέλουν. Τους θέλουν, βέβαια, για να τους εκμεταλλεύονται στις αγροτικές και άλλες εργασίες, να τους νοικιάζουν 10-15 ευρώ το στρώμα την ημέρα και να φορτώνουν σε κάθε διαμέρισμα 20 – 50 άτομα, σαν ποντίκια, όπως σημειώνει ο Ρ. Σωμερίτης. Η λύση όλων των παραπάνω θεμάτων, είναι αυτονόητη σε δημοκρατικές κοινωνίες δυτικού τύπου, στις οποίες θέλουμε να ανήκουμε.
.
Τα παραδείγματα είναι άπειρα. Το σοβαρότερο, όμως, είναι η πράξη του νέου υπουργού Παιδείας, καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη, να ανοίξει «παράθυρο» για να μην εφαρμοστεί ένας νόμος που ψηφίστηκε με τη μεγαλύτερη πλειοψηφία στη Βουλή, την εποχή της μεταπολίτευσης. Πρόσχημα, ότι θα πρέπει να διαχωριστεί η εφαρμογή του νόμου από τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων. Το όλο πρόβλημα με το νόμο, όπως γνωρίζουν όσοι παρακολουθούν το θέμα και όπως σημείωσε ο καθηγητής Θάνος Βερέμης σε μια συνέντευξή του, είναι η εξουσία των καθηγητών και δεν έχει καμία σχέση με την υπόλοιπη λειτουργία των Πανεπιστημίων, παρά τα αντίθετα που υποστηρίζουν οι αντάρτες, χωρίς εισαγωγικά, καθηγητές.
.
Η ιδιαίτερη σοβαρότητα που έχει η υπόθεση αυτή, είναι πως ο κ. Καθηγητής – Υπουργός και οι συνάδελφοί του, δίνουν το χειρότερο μάθημα στους πολίτες και κυρίως στις διάφορες συντεχνίες. Ότι, δηλαδή, μπορούμε να αγνοούμε ή να μην εφαρμόζουμε όποιον νόμο δε μας αρέσει. Ακόμη και εάν έχει ψηφιστεί από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής.(Φυσικά θα πρέπει να εφαρμόζονται όλοι οι νόμοι, ακόμη και αυτοί που ψηφίζονται με σχετική πλειοψηφία, αλλά αυτό, προφανώς, ισχύει για άλλους, όχι για εμάς). Προσχήματα υπάρχουν άπειρα, σε όλα τα παραδείγματα που αναφέραμε, με πιο συνηθισμένο αυτό της έλλειψης διαλόγου. Μόνο που οι συντεχνίες ή οι εκπρόσωποι του λαϊκισμού, στην ουσία δεν πιστεύουν στο διάλογο, καθώς τον θεωρούν ως μέσο επιβολής των απόψεών τους και όχι εργαλείο για τη σύνθεση των διαφορετικών προσεγγίσεων.
.
Η εικόνα αυτή δείχνει το βαθύτερο πρόβλημα της Δημοκρατίας μας. Διότι, για να δανειστώ πάλι από το βιβλίο του Γ. Σιακαντάρη, στη λειτουργία της Δημοκρατίας, «η πολιτική συμπεριφορά είναι απότοκο των πολιτισμικών δεδομένων και όχι δημιουργός του».
.
O Μιχάλης Κυριακίδης είναι δημοσιογράφος .
.
.
[1] Γ. Σιακαντάρη, «Οι μεγάλες απουσίες – Η ελληνική δημοκρατία σε άμυνα».
.
.