Η επιστημονική έρευνα σε διεθνές επίπεδο έχει αναδείξει ότι η καταγεγραμμένη μέση διάρκεια των ολιστικών οικονομικών κρίσεων -με παράλληλη κρίση στην πραγματική οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα- για την περίοδο μέχρι και τα τέλη του 20ού αιώνα ήταν 3,7 έτη, ενώ το βάθος τους (η απώλεια του ΑΕΠ την οποία επέφεραν) κυμαινόταν στο 18%. Η χώρα μας διανύει ήδη τον 6ο χρόνο, ενώ στο διάστημα αυτό έχει απολέσει το 25% του ΑΕΠ βαδίζοντας σταθερά προς το 30%. Οι αιτίες αυτής της μοναδικότητας σχετίζονται με την ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος με τα λάθη ή τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, όσο και στην πολιτική της λιτότητας.
Είναι αλήθεια ότι τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής που δεν καταφέρνουν να μειώνουν τις δαπάνες του Δημοσίου εξαιτίας των αγκυλώσεων του πολιτικού συστήματος καταλήγουν στη συνεχή φορολογική επιβάρυνση των ήδη βεβαρημένων φορολογικά κοινωνικών στρωμάτων. Οπως επίσης είναι αλήθεια ότι η μείωση των εισοδημάτων σε μια προσπάθεια εξασφάλισης φθηνού εργατικού κόστους ως μέσο αποκατάστασης της ανταγωνιστικότητας καταλήγει στην αύξηση των εξαγωγών ήδη εξαγωγικών κλάδων που περισσότερο κατοπτρίζουν την προβληματική διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας παρά υπόσχονται για το μέλλον της.
Αντίθετα η μείωση των εισοδημάτων καταλήγει σε καθίζηση της ζήτησης και οδηγεί τις φορολογικά βεβαρημένες επιχειρήσεις σε απολύσεις και πτώχευση, που επιφέρουν μεγαλύτερη ανεργία και περιορισμό της φορολογικής βάσης. Ετσι επιδεινώνονται τα δημοσιονομικά έσοδα ενώ ασκούνται περαιτέρω πιέσεις για περιορισμό των μισθών. Ο φαύλος κύκλος της συρρίκνωσης σε πλήρη ανάπτυξη. Ωστόσο, υπάρχει ένα καταλυτικό στοιχείο που εγχέει σε αυτό τον φαύλο κύκλο τεράστια δυναμική. Η πιστωτική κατάρρευση.
Το γεγονός ότι οι τράπεζες ήδη από το 2008 έχουν αρχίσει να περιορίζουν τη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα ενώ επιβαρύνουν την οικονομία με υψηλότατα επιτόκια δανεισμού. Με βάση τα στοιχεία που παραθέτει η Εκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, για ένα νέο δάνειο ενός εκατομμυρίου ευρώ το 2012 στην Ελλάδα το μέσο επιτόκιο είναι 6,07%, υπερδιπλάσιο του μέσου επιτοκίου στην Ευρωζώνη. Αν δεν αποκατασταθούν οι ισορροπίες στο τραπεζικό σύστημα με ειδική ενίσχυση της ρευστότητας, πέραν αυτών που προβλέπει η μνημονιακή συμφωνία, εάν δεν διευρυνθεί ο ανταγωνισμός στις τράπεζες με δημιουργία μικρών και μεσαίων ιδιωτικών και συνεταιριστικών τραπεζών, η ελληνική επιχειρηματικότητα θα μετατραπεί σε σπάνιο είδος και η ανάκαμψη όσο και η μείωση της ανεργίας θα περιθωριοποιηθούν σε αποικιακού τύπου επενδύσεις με οριακή διάχυση στην οικονομία και την κοινωνία
.
O Γιάννης Τσαμουργκέλης είναι Επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Οικονομικής στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου
.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο «Έθνος» στις 13/3/2013