Το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, πριν 50 ακριβώς χρόνια, αποτέλεσε την τελευταία στρατιωτική επίθεση σε μια δημοκρατία που προσπαθούσε να ορθοποδήσει πριν ακόμα καλύψει τις πληγές της εμφυλιοπολεμικής εθνικής τραγωδίας. Ήταν ταυτόχρονα η επιβεβαίωση στην πράξη ότι το πρωτόγονο καθεστώς των «εθνικοφρόνων» αρνιόταν πεισματικά να αποδεχθεί την λειτουργία ενός πολιτεύματος χωρίς πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, όπου οι πολίτες θα είχαν το δικαίωμα να είναι ακόμα και αριστεροί. Αυτό ακριβώς το αίτημα για ένα ισχυρό δημοκρατικό πολίτευμα αποτέλεσε το κίνητρο για όσους βρήκαν τις δυνάμεις να σταθούν όρθιοι και να πολεμήσουν για την ανατροπή της φασιστικής χούντας.
Η μεταπολιτευτική δημοκρατία αποτέλεσε την μακροβιότερη περίοδο σταθερότητας στην πολυτάραχη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Η αμφισβήτηση της μεγάλης αυτής αλήθειας, όταν δεν οφείλεται σε ιστορική άγνοια, γίνεται αποκλειστικά και μόνο από εκείνους που προσπαθούν, ακόμα και σήμερα, να υπονομεύσουν τις αξίες και τις αρχές της δημοκρατίας για τους δικούς τους σκοτεινούς σκοπούς.
Η υπερσαραντάχρονη ωστόσο περίοδος δημοκρατικής ομαλότητας αντιμετώπισε αρκετούς κλυδωνισμούς, απειλές και κινδύνους. Η εγκληματική τρομοκρατία και ο πολιτικός ρεβανσισμός βρήκαν πρόσφορο έδαφος, ο λαϊκισμός χάιδεψε με τέχνη τα αυτιά ενός λαού που διψούσε για εύκολη ευημερία. Οι θεσμοί δεν λειτούργησαν πάντα προς όφελος του πολιτεύματος, οι κανόνες και οι νόμοι δεν έγιναν σεβαστοί από όλους. Το κράτος χρησιμοποιήθηκε συχνά σαν λάφυρο από τους εκάστοτε κυβερνώντες.
Η βαθιά κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις ελλείψεις και τις αδυναμίες της δημοκρατίας μας. Κι αν θέλουμε να βγούμε γρήγορα απ’ αυτήν, θα πρέπει να καλύψουμε άμεσα τα θεσμικά και άλλα κενά που μας χωρίζουν από την μια σύγχρονη και προοδευτική δημοκρατική χώρα.