Η θεωρητικά απροσδόκητη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ

Γιάννηs Κωνσταντινίδηs 05 Οκτ 2015

Η διατήρηση της ίδιας σχεδόν ποσοστιαίας διαφοράς μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου σε σύγκριση με τις εκλογές του περασμένου Ιανουαρίου ήταν ένα από τα πλέον απροσδόκητα στοιχεία του πρόσφατου αποτελέσματος. Η υποεκτίμηση της διαφοράς μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων από το σύνολο σχεδόν των εταιρειών, και πολύ περισσότερο η διατήρηση ως ανοιχτού του ενδεχομένου υπεροχής της ΝΔ από μερικές εξ αυτών(!), μεγέθυναν την έκπληξη της κοινής γνώμης. Όμως είναι αλήθεια ότι η επικράτηση ενός κόμματος που βρισκόταν στην κυβέρνηση υπό συνθήκες επιδείνωσης της κατάστασης της οικονομίας, κάτι που μαρτυρά σαφέστατα η άνοδος του δείκτη οικονομικής ανασφάλειας ως συνέπεια της επιβολής περιορισμών στις τραπεζικές συναλλαγές, δεν είναι θεωρητικά αναμενόμενη. Όλες οι εκδοχές μοντέλων οικονομικής θεωρίας της ψήφου προβλέπουν ήττα της κυβέρνησης στη διάρκεια της θητείας της οποίας οι οικονομικοί δείκτες χειροτερεύουν ή οι αξιολογήσεις της κοινής γνώμης για την κατάσταση της οικονομίας επιδεινώνονται. Στην περίπτωση μάλιστα του ΣΥΡΙΖΑ, η όψιμη αποδοχή των μνημονιακών απαιτήσεων καθιστούσε αρνητική και την αξιολόγηση των μελλοντικών προοπτικών της οικονομικής κατάστασης, κάτι που ενίσχυε αυτομάτως και την πρόβλεψη της ήττας για το κόμμα αυτό.

Πώς ερμηνεύεται λοιπόν η διάψευση των θεωρητικών προσδοκιών των μοντέλων οικονομικής ψήφου περί ήττας του ΣΥΡΙΖΑ; Μια πρώτη σκέψη, κάπως ανεδαφική, θα ήταν ότι το τρίτο μνημόνιο και τα παραγόμενα μέτρα δεν αποτελούν σημαντικό ζήτημα στα μάτια της κοινής γνώμης και συνεπώς το βάρος της επίδρασης της ικανότητας διαχείρισης του ζητήματος από τον ΣΥΡΙΖΑ (ή τη ΝΔ) δεν είναι σημαντικό. Το επιχείρημα καταρρίπτεται εύκολα, καθώς οι έρευνες της εταιρείας ProRata κατέγραφαν το μνημόνιο και την κατάσταση της οικονομίας ως το πλέον σημαντικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Μια δεύτερη σκέψη θα μπορούσε να ήταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έ

χει πετύχει να εμφανίζεται ως το κόμμα με τη βέλτιστη ικανότητα διαχείρισης του μνημονίου και της οικονομίας, κάτι που επίσης δεν επαληθεύεται από τα δεδομένα. Μάλιστα ακόμα και μεταξύ εκείνων που επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ ως το κόμμα που είναι το πλέον κατάλληλο για τη διαχείριση του μνημονίου, μόνο το 70% δήλωσαν προτίμηση στον ΣΥΡΙΖΑ με το 30% να μην είναι σε θέση να διευκρινίσει τη θέση του. Όλα τα παραπάνω μαρτυρούν ότι πράγματι ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση να ευνοηθεί από τις θέσεις ή τη διαχείρισή του στο ζήτημα του μνημονίου. Με άλλα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ επικράτησε εκλογικά παρά το γεγονός ότι δεν αναγνωρίστηκε ως το πλέον κατάλληλο για τη διατήρηση της οικονομίας κόμμα λόγω της σαφώς αρνητικής αξιολόγησης των οικονομικών δεικτών επί των ημερών του.

Μικρές απαντήσεις εντός της ίδιας της λογικής των μοντέλων οικονομικής ψήφου μπορούν να εντοπιστούν, κατά πρώτον, στο γεγονός ότι δύο σχετιζόμενα με την οικονομία, αλλά όχι με τα μέτρα του μνημονίου, ζητήματα, και συγκεκριμένα η διαφθορά και η ανεργία, συγκέντρωσαν αξιόλογα ποσοστά στην ερώτηση του σημαντικότερου προβλήματος στις έρευνες της ProRata (15% για την ανεργία και 10% για τη διαφθορά, όταν το μνημόνιο συγκέντρωσε αυθορμήτως το 58% των επιλογών). Μεταξύ εκείνων που επέλεξαν τα θέματα αυτά, δύο εξόχως δυσχερή στη διαχείρισή τους από τη «συντηρητική» και «παλαιοκομματική» ΝΔ θέματα, ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε υψηλότατα ποσοστά προτιμήσεων (άνω του 40%), τη στιγμή που εντός της μεγάλης πλειοψηφίας των ερωτωμένων που δήλωσαν το μνημόνιο ως το σημαντικότερο ζήτημα, οι πιο πολλοί (27%) επέλεξαν τη ΝΔ και λιγότεροι (22%) τον ΣΥΡΙΖΑ. Τα κέρδη αυτά ίσως περιόρισαν τις ζημίες από την κακή αξιολόγηση των οικονομικών συνθηκών.

Κατά δεύτερον, ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να ωφελήθηκε και από την επιτυχέστερη μετατροπή της προτίμησης προς το πρόσωπό του ως του καταλληλότερου να διαχειριστεί το μνημόνιο αρχηγού σε ψήφο για τον ΣΥΡΙΖΑ. Το 87% όσων δήλωναν τον Αλέξη Τσίπρα ως τον πλέον κατάλληλο για τη διαχείριση του μνημονίου στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για όσους επέλεξαν τον Β. Μεϊμαράκη ως τον καταλληλότερο έφτασε μόνο στο 75%. Από αυτό συνάγεται ότι η ΝΔ πιθανώς απώλεσε κάποιες κομβικές ψήφους μεταξύ εκείνων που παρότι επέλεγαν τον Β. Μεϊμαράκη ως καταλληλότερο του Αλέξη Τσίπρα, δεν ήταν έτοιμοι να στηρίξουν τη ΝΔ στην κάλπη. Στο περιθώριο της συζήτησης για την επίδραση της θεματικής αρμοδιότητας του μνημονίου στην κάλπη, αξίζει να σημειωθεί ότι η πλαισίωση της ικανότητας διαχείρισης του μνημονίου γύρω από τα πρόσωπα των ηγετών και όχι τα κόμματα καθαυτά (δηλαδή η τοποθέτηση ερώτησης για την ικανότητα διαχείρισης του ζητήματος από πρόσωπα και όχι από κόμματα, όπως και έγινε στη βάση πειραματικών συνθηκών στην έρευνα της ProRata) ευνόησε την ψήφο για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Καταληκτικά, ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κέρδισε στην κάλπη παρά τις αρνητικές επιδράσεις της πορείας της οικονομίας στην εκλογική του δύναμη χάρη αφενός στην υπεροχή του ως του πλέον κατάλληλου να αντιμετωπίσει τα ζητήματα της διαφθοράς και της ανεργίας, αλλά και την ευθεία τροφοδοσία του κόμματος σε ψήφους από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα.