Η δεύτερη διεθνής συμφωνία για συνδρομή προς την Ελλάδα υπό όρους (συνοπτικά Μνημόνιο ΙΙ) υλοποιείται. Η κυβέρνηση έχει αποδυθεί σε αγώνα δρόμου για την ψήφιση διαφόρων νόμων.
Το Μνημόνιο ΙΙ διαφέρει από το πρώτο. Προβλέπει, πρώτον, τη διαγραφή μεγάλου μέρους του ελληνικού χρέους, μείωση των επιτοκίων δανεισμού, επέκταση των περιόδων αποπληρωμής του υπόλοιπου χρέους. Οι ρυθμίσεις αυτές έπρεπε να είχαν γίνει εξαρχής, αλλά ούτε οι εταίροι ήταν προετοιμασμένοι για μια τέτοια μετάλλαξη του συστήματος της ευρωζώνης ούτε η επίσημη Ελλάδα έτοιμη να αναλάβει τις δικές της ευθύνες. Δεύτερον, το Μνημόνιο ΙΙ προβλέπει ενισχυμένη εποπτεία της εφαρμογής των όρων οικονομικής πολιτικής (παρουσία επιτόπου επιθεωρητών της Επιτροπής, εκταμιεύσεις μόνον αν εκπληρώνονται συγκεκριμένοι όροι). Τρίτον, συνοδεύεται από διευρυμένη τεχνική βοήθεια για την ανάπτυξη με την αξιοποίηση πάσης φύσεως εξωτερικών πόρων.
Η προσαρμογή της χώρας όπως προβλέπεται στο Μνημόνιο ανήκει στην κατηγορία των μεταρρυθμίσεων μεγάλης κλίμακας. Δεν σημαίνει αλλαγή πολιτικής (στόχων ή και μέσων) σε μια συγκεκριμένη περιοχή πολιτικής, ας πούμε στην εκπαίδευση, αλλά σε πολλές περιοχές και σχεδόν ταυτόχρονα. Επίσης, οι μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται είναι αλληλένδετες. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να πραγματοποιηθούν ως δέσμη για να αποδώσουν, άλλως η στασιμότητα στη μια θα εξουδετερώνει την πρόοδο της άλλης. Επομένως, αλλάζουν ουσιωδώς την ποιότητα των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων, το περιβάλλον εντός του οποίου δραστηριοποιούνται άτομα και επιχειρήσεις.
Από πλευράς ουσίας, πρόκειται για μια δεύτερη μεγάλη προσπάθεια μετάβασης από τον κρατικισμό του παρελθόντος σε μια ανοιχτή οικονομία με νοικοκυρεμένη δημόσια διοίκηση. Σε πιο τεχνική διατύπωση (και παρά τις επιφυλάξεις για επιμέρους μέτρα ή για κρίσιμες παραλείψεις) συνεπάγεται, συνολικά, τη συστηματική αντιμετώπιση των αποτυχιών του κράτους και, συναφώς, τη μετάβαση από μια κοινωνία προσοδούχων (rent-seeking society) σε μια κοινωνία στην οποία αποκαθίστανται διαμετρικά αντίθετες αξίες. Με την έννοια αυτή έχει καθεστωτικό χαρακτήρα.
Στην ψηφοφορία για την έγκριση των βασικών κειμένων του Μνημονίου ΙΙ στις 12 Φεβρουαρίου εκδηλώθηκαν ανοιχτά οι εντάσεις που συσσωρεύονταν στο πολιτικό μας σύστημα και κατέληξαν σε αποχωρήσεις ή διαγραφές πολλών βουλευτών. Το εύρος και το βάθος των αλλαγών εξηγούν τις δυσκολίες της Βουλής και των μεγάλων κομμάτων που λειτουργούσαν σε μια πελατειακή και συντεχνιακή λογική. Το Μνημόνιο ΙΙ σηματοδοτεί μια πολιτική οικονομία που έχει ως στόχο την οικονομική ανάπτυξη, την παραγωγικότητα, την επιχειρηματικότητα. Αποβλέπει, με απλά λόγια, στο γενικό καλό και θίγει τα περιχαρακωμένα ειδικά συμφέροντα εντός του κράτους και γύρω από αυτό.
Στη δημόσια συζήτηση (και εν μέρει στη Βουλή) δεν έγινε σαφής η γενική κατεύθυνση ή, αν θέλετε, η φιλοσοφία του προγράμματος, ούτε αν και πόσο τα διάφορα μέτρα είναι συμβατά με τη γενική κατεύθυνση ή προκύπτουν από αυτή. Οι περισσότερες παρεμβάσεις το κατατεμάχιζαν (και κατατεμαχίζουν) σε θραύσματα. Το αποτέλεσμα ήταν να χάνεται η συνολική εικόνα σε φαινομενικά ασύνδετες μεταξύ τους «λεπτομέρειες» που έπαιρναν τη μορφή τυχαίων και άδικων επιδιορθώσεων. Ακόμα και οι υποστηρικτές του Μνημονίου (Ι και ΙΙ) εμφάνιζαν τα διάφορα τμήματα απλά ως ανεπιθύμητες μεν αλλά αναγκαίες θυσίες απλά για να εξασφαλισθούν νέα δάνεια! Δόθηκε έτσι η εντύπωση μιας χαώδους πορείας προς το άγνωστο – που δεν ήταν -, στην οποία όποιος μπορούσε επιχειρούσε να φορτώσει το κόστος στους άλλους.
Ετσι χάθηκε ο σκοπός, το θετικό μήνυμα που θα νομιμοποιούσε πραγματικά το εγχείρημα. Φυσικά το κλίμα έχουν επηρεάσει και οι ανακολουθίες κατά την εφαρμογή του πρώτου Μνημονίου.
Οι πιθανότητες να αποτύχει και το Μνημόνιο ΙΙ δεν είναι λίγες παρά την ενισχυμένη διεθνή επιτήρηση των ελληνικών Αρχών. Η διεθνής εποπτεία δεν εγγυάται την επιτυχία αν αποσταθεροποιηθούν η κοινωνία και η ελληνική πολιτική! Πολλά θα εξαρτηθούν όχι μόνον από τις εσωτερικές προσπάθειες, αλλά και από το διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον. Εκεί υπάρχουν αβεβαιότητες. Επιπλέον υπάρχουν δομικά προβλήματα στην ευρωπαϊκή κατασκευή. Η ευρωζώνη είναι μια νομισματική ένωση χωρίς την κατάλληλη πολιτική πτυχή! Αν και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί εξελίσσονται. Τέλος, ο κίνδυνος μιας «ελληνικής Βαϊμάρης», όπου σε ένα κατακερματισμένο πολιτικό σύστημα και αδιαφανείς και ασταθείς συμμαχίες της παραδοσιακής ελίτ θριαμβεύει ο λαϊκισμός, είναι υπαρκτός αν και βέβαια σε… ηπιότερες μορφές.
Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών