Ο ελληνικός λαός, σε ένα «ταραγμένο» πολιτικό περιβάλλον, έδωσε πρόσφατα μια ευρεία -με πολυκομματικά μάλιστα χαρακτηριστικά- «τρισυπόστατη» εντολή: ισχυρή κυβέρνηση συνεργασίας – επαναδιαπραγμάτευση του προγράμματος εξόδου από την κρίση – με ταυτόχρονη παραμονή στο ευρώ, χωρίς μονομερείς ενέργειες.
Ουδείς μπορεί να «παρακάμψει» την εντολή αυτή, καθώς συνιστά κυρίως μια «γραμμή τελευταίας ισορροπίας» για το πολιτικό σύστημα της χώρας. Εάν την «αγνοήσουν», είτε η κυβέρνηση, είτε με την «άκαμπτη στάση τους» οι εταίροι-δανειστές μας, το «παιχνίδι στην Ελλάδα» ενδεχομένως θα «χαθεί», με ό,τι αυτό σημαίνει και για μας και για την Ευρώπη.
Υπό αυτήν την έννοια, η «προγραμματική συμφωνία» των τριών κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση -ετεροβαρούς, δυστυχώς, σύνθεσης- συνιστά, παρά τις προφανείς δυσκολίες άμεσης εφαρμογής, «σχέδιο πλεύσης» τετραετίας, συμβατό απολύτως με τη λαϊκή εντολή της 17ης Ιουνίου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα μας στερείται (με δική μας ευθύνη) διεθνούς αξιοπιστίας και το «ελληνικό πρόγραμμα» βρίσκεται «εκτός πορείας»… Το πώς, το γιατί και οι ευθύνες, έχουν συζητηθεί δημοσίως, εξαντλητικά μάλιστα, όλο το προηγούμενο διάστημα.
Το ερώτημα είναι πλέον τι γίνεται σήμερα, επί τη βάσει όλων των νέων δεδομένων και εξελίξεων στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Είναι σαφές ότι η «μέθοδος» είναι μία: «Εφαρμόζουμε και τροποποιούμε. Τροποποιούμε και εφαρμόζουμε». Αυτή η μέθοδος έχει, όμως, δύο απαγορευτικά όρια: Από τη μια, δεν μπορούν οι εταίροι-δανειστές μας να είναι «αμετακίνητοι», ακόμα και σε επιλογές που έχουν εμφανώς είτε αποτύχει, είτε έχουν δημιουργήσει μεγάλα κοινωνικά αδιέξοδα, χωρίς κανένα ορατό όφελος. Από την άλλη, είναι λάθος η αντίληψη ότι δεν μπορούμε να ζητήσουμε τίποτε από τους εταίρους-δανειστές μας, προτού επαναφέρουμε το «ελληνικό πρόγραμμα» στο «σωστό δρόμο». Μα… γι’ αυτό πρέπει να «ζητήσουμε», για να διευκολύνουμε τη «διαμόρφωση» ενός «σωστού δρόμου», που θα κάνει ρεαλιστικούς και εφαρμόσιμους τους «στόχους» τού προγράμματος.
Σε αυτό το πλαίσιο, η νέα κυβέρνηση έχει ανάγκη από ένα «πακέτο» πολιτικών και κοινωνικών παρεμβάσεων, που θα συνιστούν ένα «ευκρινές σήμα» διαφορετικής λογικής στην αντιμετώπιση της κρίσης. Χωρίς αυτήν την προϋπόθεση, δηλαδή το άλλο «δείγμα γραφής», το τετραετές «σχέδιο πλεύσης» θα αντιμετωπίσει το φθινόπωρο «μεγάλη φουρτούνα». Οι εταίροι-δανειστές μας προεκλογικά ζητούσαν επίμονα να υπάρξει ευρεία πολιτική συναίνεση και ισχυρή κυβέρνηση, με σαφή ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Αυτό έγινε. Και αν όντως θέλουν τώρα να βοηθήσουν την Ελλάδα, το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουν, είναι να εγκαταλείψουν την «τιμωρητική μέθοδο», που, εξάλλου, έχει τόσο πολύ αποτύχει.
Χρειάζεται, όχι μόνο από εμάς αλλά και από τους εταίρους-δανειστές μας, ένα άλλο «δείγμα γραφής» στην πολιτική διαχείριση του ελληνικού προβλήματος. Αυτό είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Ελπίζουμε ότι όταν προεκλογικά έλεγαν με δέος ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι «πολιτικό», να το εννοούσαν και να αντιλαμβάνονταν τις πρακτικές συνέπειες μιας τέτοιας διαπίστωσης…
Με έμφαση στις αποκρατικοποιήσεις, την αναδιοργάνωση του ελληνικού Δημοσίου και την επαναδιαπραγμάτευση των στοιχείων εκείνων που καθιστούν μη υλοποιήσιμο και βιώσιμο το «ελληνικό πρόγραμμα», ο κ. Σαμαράς εξήγγειλε ένα συνεκτικό σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης. Τα περισσότερα από αυτά, τα έχουμε ακούσει σε εξαγγελίες, πολλές φορές. Όχι, όμως, δεν υλοποιήθηκαν ποτέ, αλλά, το χειρότερο, έγιναν τα… ακριβώς αντίθετα!
Θα κριθούν όλα στην πορεία και εκ του αποτελέσματος. Η διαφορά με τις προηγούμενες «απόπειρες» είναι ότι ίσως αυτή είναι η τελευταία… Και θα είναι, όντως, κρίμα να αποτύχει, έχοντας μια τόσο ευρεία πολιτική υποστήριξη! Ενώ οι συνέπειες θα είναι τραγικές.