Δύσκολο να πεις το σχήμα ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία νέο ξεκίνημα. Μοιάζει περισσότερο με σύναξη της στασιμότητας. Σύναξη και με τις δύο έννοιες της λέξης. «Συγκέντρωση ανθρώπων σε έναν προκαθορισμένο χώρο». Πράγματι, πολιτευτές από παντού και από το πουθενά συγκεντρώνονται στον ΣΥΡΙΖΑ. «Συγκέντρωση πιστών για να τιμήσουν ένα ιερό πρόσωπο». Εντάξει, όχι και ιερός ο Τσίπρας, αλλά είναι το μόνο σημείο αναφοράς αυτού τού «χύμα» πράγματος που έχει πάψει εδώ και καιρό να είναι κόμμα, αλλά δεν μπορεί να γίνει παράταξη.
Χωρίς αμφιβολία ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος να «κινηθεί» γιατί στριμώχνεται δημοσκοπικά, αλλά και γιατί δεν ξέρει τι είναι. Η κίνηση όμως που ως τώρα κάνει είναι βήμα σημειωτόν, κινείται μένοντας στο ίδιο μέρος. Δεν αποτελεί ανασυγκρότηση του κόμματος η αντικατάσταση του Καμένου με ταμπέλες αριστερής ή κεντροαριστερής προέλευσης. Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι οι «σύμμαχοι» αλλά ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ένα από τα προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα είναι ότι έχουν αλλάξει τόσα πρόσωπα σε τόσο λίγο χρόνο, που κάθε τους κίνηση φαντάζει επιφανειακή, καιροσκοπική και προσχηματική. Σαν την περίφημη ατάκα του Γκράουτσο Μαρξ «αυτές είναι οι αρχές μου και αν δεν σας αρέσουν έχω κι άλλες».
Οι ταχύτατες μεταμορφώσεις του ΣΥΡΙΖΑ οριοθέτησαν το κυβερνητικό του έργο αλλά κυρίως διαμόρφωσαν την πολιτικοκοινωνική ατμόσφαιρα της χώρας. Πράγματι, το αποτέλεσμα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβανομένης της περιώνυμης κωλοτούμπας, ήταν η αφομοίωση και η εξουδετέρωση του αντιμνημονιακού κύματος. Εν μέρει αυτό σήμανε μια προσγείωση της κοινωνίας στον ρεαλισμό, η κύρια όμως επίπτωση ήταν η παθητικοποίηση και η γενίκευση του κυνισμού. Για όσους δεν το καταλαβαίνουν, και πολλοί στην κυβέρνηση δείχνουν να μη θέλουν να το καταλάβουν, όπως υπάρχει μια διαρκής παρακμή των φυσικών υποδομών της χώρας, υπάρχει μια εξίσου σοβαρή παρακμή του κύρους του Κράτους και του «κοινωνικού κεφαλαίου», δηλαδή της εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών και της ευθύνης που αισθάνεται ο καθένας απέναντι στο κοινωνικό σύνολο.
Η αυτοκριτική του ΣΥΡΙΖΑ και ο ειλικρινής αναπροσανατολισμός της πορείας του θα ήταν μια θετική συμβολή στην ανακοπή αυτής της παρακμής. Αλλά για να γίνει, χρειάζεται πολιτική τόλμη και στρατηγική ενόραση που να υπερβαίνει την τρέχουσα εκλογική σκοπιμότητα. Γιατί σήμερα η φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει με patchwork τεσσάρων τουλάχιστον κομματιών. Το πρώτο είναι η ροπή στη στασιμότητα και την εσωστρέφεια που χαρακτήριζε την οικονομική κουλτούρα της παραδοσιακής αριστεράς και αποκρυσταλλώθηκε βαθμιαία στο κρατικιστικό-συντεχνιακό μοντέλο και τον παρασιτικό καταναλωτισμό της μεταπολιτευτικής περιόδου. Το δεύτερο είναι η δικαιωματική κουλτούρα και η κριτική στον εθνικισμό που εκπορεύονταν κυρίως από την ανανεωτική αριστερά με την επιρροή που είχε στα μεσαία μορφωμένα στρώματα. Από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990 προστέθηκε το φλερτ με τις κινηματικές λογικές αλλά και τις νεοαναρχικές τάσεις που αναδύθηκαν στο χώρο της νεολαίας. Καθοριστικός όμως ήταν ο λαϊκισμός στην έκρηξη του οποίου πρωτοστάτησε ο ΣΥΡΙΖΑ καβαλώντας το κύμα της αντιμνημονιακής διαμαρτυρίας. Όλα αυτά τα κομμάτια βρήκαν τις απολήξεις τους στην διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η αδυναμία να επεξεργαστεί μια αναπτυξιακή στρατηγική για την ανασυγκρότηση της χώρας κατέληξε σε μια στεγνή πολιτική δημοσιονομικής πειθαρχίας χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές. Οι εκλάμψεις των μεταρρυθμίσεων που αφορούν στα κοινωνικά ήθη, αλλά και το φλερτ με τους παρακρατικούς αναρχικούς. Η πολιτική επένδυση στη συμφωνία των Πρεσπών που δεν αλλάζει όμως ούτε «εξισορροπεί» τον αρνητικό κυβερνητικό απολογισμό. Προβλέψιμη αλλά μόνο εν μέρει ήταν η κατάληξη του λαϊκισμού. Δεν ήταν ασφαλώς άγνωστος στην παραδοσιακή αριστερά αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ το «τερμάτισε». Καθεστωτική λογική, πόλωση και εχθροπάθεια, νέα διαπλοκή, και κυρίως πρωτοφανής βιασμός των δικαστικών θεσμών με κορύφωση τη σκευωρία της Novartis.
Με αυτές τις πληγές και με αυτά τα κομμάτια του patchwork θα έπρεπε να λογαριαστεί αυτοκριτικά ο ΣΥΡΙΖΑ και οι «σύμμαχοί» του αν θέλανε να βρουν νέο βηματισμό. Ασφαλώς αυτό δεν γίνεται με την αναθέρμανση ως ταυτοτικού στοιχείου ενός παλαιοημερολογίτικου αντιδεξισμού, ο οποίος άλλωστε δεν ανήκει στην πολιτική παράδοση της μεταπολιτευτικής κομμουνιστικής Αριστεράς. Αντιδεξισμός από ένα κόμμα που κατασκήνωσε με τη Χρυσή Αυγή στις πλατείες των αγανακτισμένων, συγκυβέρνησε με τον Καμμένο, και συνεχίζει να στηρίζεται στους ΑΝΕΛ, δύσκολα πείθει. Ακόμα λιγότερο πείθουν οι ανοησίες ότι η Ελλάδα κινδυνεύει από τον φασισμό, την ακροδεξιά, τον «νεοφιλελευθερισμό», και από τη ΝΔ που συνεργάζεται με όλα αυτά. Και είναι κρίμα να υιοθετείται τόσο εύκολα από παλαιούς και νέους συνάγωγους όλη αυτή την επικοινωνιακή απάτη.
Παλαιότερα η «Ευρώπη», η ευρωπαϊκή αριστερά, η σοσιαλδημοκρατία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σαν το πλαίσιο που θα έβαζε τους κανόνες και θα έδινε περιεχόμενο στην αναθεώρηση της φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό συνέβη με το ΠΑΣΟΚ από τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Σήμερα όμως κανένα από αυτά τα πλαίσια δεν επαρκεί. Η λεγόμενη ριζοσπαστική αριστερά αποδεικνύεται εποχικό φαινόμενο περιορισμένης εμβέλειας και συνήθως πιο μπαγιάτικο από τη σοσιαλδημοκρατία την οποία υποτίθεται ότι θα ανανέωνε. Όποιος περιμένει από το εργατικό κόμμα του Κόρμπιν να δώσει την «αριστερή στροφή» μάλλον θα χαθεί μέσα στο τέλμα του Brexit. Αλλά και η Σοσιαλδημοκρατία σήμερα δεν προσφέρει κάτι περισσότερο από ένα χαλαρό πλαίσιο εντός του οποίου το κάθε εθνικό κόμμα μπορεί να κινηθεί ανεμπόδιστα για να κάνει από τα χειρότερα ώς τα καλύτερα.
Με άλλα λόγια, η εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα εξαρτηθεί από εξωτερικά πλαίσια ή υποδείξεις. Θα καθοριστεί αφενός από τη δική του εσωτερική διαλεκτική και αφετέρου από τον συσχετισμό δύναμης μεταξύ των κομμάτων. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι όταν ο ΣΥΡΙΖΑ βρεθεί στην αντιπολίτευση μπορεί να δρομολογήσει μια θετική για τη χώρα αναθεώρηση με βάση τη δική του εσωτερική διαλεκτική. Το πιθανότερο σενάριο είναι να διατηρηθεί σαν ένα patchwork υπό την κυριαρχία του Τσίπρα ακολουθώντας μια δημαγωγική λαϊκιστική αντιπολίτευση με διαλείμματα «εθνικής υπευθυνότητας» όταν χρειάζεται για τους «ξένους» και όταν πλησιάζουν οι εκλογές που θα πρέπει να απευθυνθεί στον «μέσο ψηφοφόρο». Οι πράσινες σημαίες που ανέμιζε ο Τσίπρας στη σύναξη του Γαλατσίου το πολύ να είναι οι σημαίες ενός κακέκτυπου του παλαιού ΠΑΣΟΚ χωρίς τον κοινωνικό δυναμισμό και τις εκσυγχρονιστικές όψεις που εκείνο είχε. Σε αυτή την περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ θα διαιωνίσει την παθογένεια του κομματικού συστήματος.
Τελικά, τα κλειδιά ενός θετικού αναπροσανατολισμού του ΣΥΡΙΖΑ τα κρατάνε περισσότερο οι αντίπαλοί του παρά οι «σύμμαχοί» του. Αν η ΝΔ κυβερνήσει με επάρκεια, και αν το ΚΙΝΑΛ ανακάμψει ώστε να παραμείνει διεκδικητής του κεντροαριστερού χώρου, τότε θα δημιουργηθεί μια νέα ατμόσφαιρα στην εθνική πολιτική ζωή που θα υποχρεώσει και τον ΣΥΡΙΖΑ να αναζητήσει μια νέα θετικότερη φυσιογνωμία.
Αυτά είναι τα στοιχήματα της προσεχούς περιόδου.