Η συμφωνία του Eurogroup
Στην Ελλάδα δυστυχώς, ο δημόσιος διάλογος πολλές φορές γίνεται με όρους μηδενικού αθροίσματος. Πρέπει να υπάρχει πάντα στην πολιτική σαφής νικητής και κάποιος καθαρά χαμένος. Αυτό είναι λάθος. Μυωπική προσέγγιση που αποπροσανατολίζει. Θα προσπαθήσουμε να κωδικοποιήσουμε τα σημεία της απόφασης του Eurogroup αναδεικνύοντας τα θετικά και τα θολά σημεία της απόφασης κατά τη γνώμη μας.
Μια συμφωνία …«Έχει ο Θεός»
- καταρχάς είναι θετικό ότι υπάρχει συμφωνία και η ελληνική υπόθεση δεν θα θυμίσει το περσινό καλοκαίρι. Η οικονομία θα προσπαθήσει με τη βοήθεια του Τουρισμού να δείξει σημάδια ζωής, αν και οι νέοι φόροι καραδοκούν.
- Το ΔΝΤ παραμένει στο πρόγραμμα. Ο κ. Τσίπρας έχασε το στόχο να απαλλαγεί η χώρα από το Ταμείο και η Ευρώπη διατήρησε εντός του προγράμματος το ΔΝΤ. Γιατί αυτό είναι σημαντικό για την Ευρώπη; Επειδή όλοι δυστυχώς, θεωρούν τη χώρα αφερέγγυα και χωρίς βιώσιμο χρέος, έχει σημασία να παραμείνει το ΔΝΤ στο παιχνίδι, ώστε να πιέζει πάντα για κάτι που οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να αποδεχθούν εύκολα για πολιτικούς λόγους.
- Με το ΔΝΤ να παραμένει εντός του προγράμματος, μπορούμε να υποθέσουμε ένα από τα δύο: είτε η συμφωνία είναι κάπως ρεαλιστική ως προς τους αριθμούς ή το ΔΝΤ ευθυγραμμίζεται για λόγους θεσμικής διπλωματίας και πάλι με την ΕΕ. Το Ταμείο, όπως και οι Βρυξέλλες, έχουν ένα ισχυρό κίνητρο για να επιμείνουν σε μία λογική «Έχει ο Θεός» για το ελληνικό πρόβλημα: αν το Ταμείο – χωρίς την πλήρη αποπληρωμή του – αποφάσιζε να αποχωρήσει, θα επιβεβαίωνε το επιχείρημα ότι ο δανεισμός του ΔΝΤ προς την Ελλάδα ήταν ένα μεγάλο λάθος. Με το ΔΝΤ μέσα στη συμφωνία, ακόμη και αν η ΕΕ δεν ανταποκριθεί στις υποσχέσεις της σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους, το ΔΝΤ διατηρεί το δικαίωμα να πει: «Κοιτάξτε, είχαμε προειδοποιήσει εγκαίρως, η ΕΕ έδωσε υποσχέσεις που δεν τήρησε και άρα η Ελληνική αποτυχία δεν είναι δικό μας λάθος».
- Η Ελλάδα θα λάβει κάποια αναδιαμόρφωση του χρέους πριν από το 2018 – αλλά θα περιορίζεται στη μετάθεση της λήξης του. Υπάρχουν δύο μεγάλες εξάρσεις αποπληρωμής ομολόγων το 2017 και το 2019, που θα μπορούσαν δυνητικά να φορτωθούν στο 2020 και το 2021. [Δείτε παρακάτω στο διάγραμμα από τη Wall Street Journal] Δεν είναι σίγουρο ακόμα τι θα γίνει με τα ομόλογα του Δημοσίου. Επίσης, όπως φαίνεται από το γράφημα, η ωρίμανση των υποχρεώσεων του ελληνικού χρέους για φέτος είναι περίπου 17.8 δισ. Ενώ, η συμφωνία δίνει στην Ελλάδα κάτι παραπάνω από 10 δισ…
- Όλα τα ενδεχόμενα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους θα πάρουν αναβολή μέχρι το 2018, μετά τις γερμανικές και τις γαλλικές εκλογές και ενώ θα έχει καθαρίσει ο ορίζοντας στη Μ. Βρετανία και την Ισπανία.
- Ένα αναμφισβήτητα θετικό σημείο είναι η εγκατάλειψη της αδιανόητης πεποίθησης της ΕΕ ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει συνεχή πλεονάσματα της τάξης του 3.5% μετά το 2018!
- Το ΔΝΤ δεν παίρνει αυτό που ήθελε, αλλά δεν φαίνεται να χάνει και αυτό που έχει. Δεν πετυχαίνει το μαξιμαλιστικό στόχο της συνολικής και σε βάθος λύσης του ελληνικού χρέους, πετυχαίνει όμως, τη σοβαρή προοπτική της επίλυσης τους. Με άλλα λόγια δόθηκε μία πολιτική υπόσχεση αντί μίας ρητής δέσμευσης…ο καιρός θα δείξει.
- Η Β’ αξιολόγηση το φθινόπωρο θα είναι πιο δύσκολη γιατί θα είναι πιο απαιτητική στην αποτύπωση της εφαρμογής όσων ψηφίστηκαν. Μπορεί η διαδικασία της ψήφισης να αποδείχθηκε πιο εύκολή για την Κυβέρνηση από όσο εκτιμούσαν ορισμένοι, αλλά το αναμφισβήτητα δύσκολό κομμάτι για τη συγκεκριμένη Κυβέρνηση, είναι η εφαρμογή. Η Β’ αξιολόγηση θα έχει στην ατζέντα ζητήματα δύσκολα για το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Εργασιακές σχέσεις, συνδικαλιστικός νόμος, κλπ.
Η Πύρρειος νίκη της Κυβέρνησης και οι συνέπειες για την αντιπολίτευση
Τα μέτρα που ψήφισε η Βουλή αποτελούν για την Κυβέρνηση το πρόσωπο του Ιανού. Από τη μία υπάρχουν πολλές αυτονόητες αποφάσεις που έπρεπε να έχουν προχωρήσει, που τις αποδέχεται η κοινή γνώμη εδώ και χρόνια και από την άλλη θίγουν κομματικά συμφέροντα και θα επιφέρουν κόστος για την Κυβέρνηση. Οι ιδιωτικοποιήσεις αποτελούν ένα τέτοιο παράδειγμα. Σημαντικό τμήμα των πολιτών τις αποδέχεται εν μέρει, (όπως έχει δείξει και δημοσκόπηση της Public Issue το καλοκαίρι του 2014 μετά τις Ευρωεκλογές ), ενώ οι εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ που αποτελούν στην πλειοψηφία τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, έχουν αρχίσει ήδη τις αντιδράσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει την ευκαιρία να αποφασίσει αν θα επιλέξει τη μεγάλη εικόνα της εθνικής ανάγκης ή θα προσπαθήσει να τετραγωνίσει τον κύκλο κωλυσιεργώντας και νοθεύοντας όσα έχει αναλάβει να υλοποιήσει.
Η αντιπολίτευση από την άλλη έπεσε στην παγίδα…του περσινού καλοκαιριού. Πίστεψε ότι η Κυβέρνηση θα επαναλάμβανε την άκαμπτη στάση και ως εκ τούτου υπερθεμάτισε στο σενάριο των εκλογών ή της νέας ρήξης.
Το δεύτερο – και σημαντικότερο για την εξέλιξη της πολιτικής – τακτικό λάθος έχει να κάνει με το ήξεις αφίξεις κυρίως της ΝΔ, ως προς το Υπέρ-Ταμείο. Μόλις ένας παραδοσιακός ιδεολογικός εχθρός, έκανε το βήμα προς τις ιδιωτικοποιήσεις ο συντηρητικός και ο φιλελεύθερος χώρος βρέθηκε σε κατάσταση σύγχυσης. Ο αιφνιδιασμός και η αμηχανία ήταν έκδηλη στους κόλπους της ΝΔ και ορισμένων από τα υπόλοιπα κόμματα. Η επαμφοτερίζουσα αυτή στάση της ΝΔ πρέπει να αποτελέσει μάθημα. Η ΝΔ δεν θα κερδίσει την πλειοψηφία των πολιτών όσο θα ισχυρίζεται ότι θα εφαρμόσει καλύτερα όσα ψηφίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ θα κερδίσει όταν θα πείσει ότι μπορεί να κάνει κάτι καλύτερο για τον τόπο πέρα από τη Συμφωνία.
Η αντιπολίτευση θα μπορούσε να θέσει τα θέματα της ανάπτυξης, της προσέλκυσης επενδύσεων, των αλλαγών στο περιεχόμενο της συμφωνίας (χωρίς αλλαγή των στόχων) και βέβαια να θέσει το «διά ταύτα» για το μέλλον.
Ως προς τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης τα πράγματα είναι πιο απλά. Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέμενε μία κίνηση βοήθειας ή στήριξης απέναντι στους Θεσμούς ή έστω μέσα στη Βουλή. Από τη στιγμή που η στήριξη αυτή δεν ήρθε, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κανένα λόγο να συνεχίσει την έμμεση προσπάθεια προσεταιρισμού της λεγόμενης «παραδοσιακής Κεντροαριστεράς». Για τον ΣΥΡΙΖΑ η στάση κυρίως του ΠΑΣΟΚ, κρίθηκε μία φορά στο δημοψήφισμα και μία ακόμα τους προηγούμενους μήνες της διαπραγμάτευσης για την Α’ αξιολόγηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το σκόπελο της αξιολόγησης θα προχωρήσει μόνος με τους ΑΝΕΛ. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά και την οριστική όπως φαίνεται ρήξη του με τον πατρογονικό του πολιτικό χώρο, ο χώρος της Κεντροαριστεράς θα αποτελεί πλέον πεδίο βολής και εύκολης κριτικής, ενώ παράλληλα θα προσπαθήσει ενδεχομένως με τον επικείμενο ανασχηματισμό να «αρπάξει» όσες προσωπικότητες κρίνει ότι τον ευνοούν, στην προσπάθεια διεμβολισμού του συγκεκριμένου χώρου. Τα βήματα …μόνιμης κατάληψης του χώρου της Κεντροαριστεράς – και δη του προβληματικού του τμήματος των συντεχνιών και του κομματικού- κρατισμού – θα είναι πλέον ταχύτερα και πιο διεκδικητικά, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος.
[1] http://www.publicissue.gr/3557/privatisation2014/