Έχει περάσει ένας μήνας από την πρωτοβουλία των 58. Και σε ψυχρό χρόνο αξίζει να την αποτιμήσουμε, όχι για το περιεχόμενό της, ούτε για τις προθέσεις των υπογραφόντων, αλλά για το αποτέλεσμά της. Στην πρόταση έγινε κριτική «από τα μέσα», ως υποκινούμενη από συνιστώσες του ΠΑΣΟΚ, που υποθάλπουν ακόμα ένα θνησιγενή ηγεμονισμό. Και οι 58, έγιναν 59. Την πρόταση αρνήθηκε η πλειοψηφία της ΔΗΜΑΡ, αφού οι πολιτικοί λόγοι που υπαγόρευσαν την έξοδο από την κυβέρνηση, δεν έχουν εκλείψει.
Αλλά δεν είναι η ουσία του κειμένου το πρόβλημα. Η αριστερά πάντα κατηγορούσε το ΠΑΣΟΚ ότι εγκλώβιζε υγιείς κοινωνικές δυνάμεις σ’ ένα κατά βάση συντηρητικό κόμμα. Το ΠΑΣΟΚ σήμερα απεγκλωβίζει δυνάμεις, τόσο συντηρητικές, όσο και προοδευτικές. Το ΠΑΣΟΚ φυλλορροεί, αλλά δεν πτοείται. Η κεντρική αφήγηση είναι το λεγόμενο «θετικό στοίχημα»: όταν πετύχει η κυβέρνηση, ο κάθε εταίρος θα αξιώσει το δικό του «μερίδιο» επιτυχίας, κάθε επιλογή θα κριθεί αναδρομικά ως αναπόδραστη και, τελικά, σοφή. Όπως, τελικά, μετά από κάθε φθινόπωρο έρχεται η άνοιξη.
Εάν αποτύχει η κυβέρνηση, ή όσο αποτυγχάνει, το ΠΑΣΟΚ θα μεταθέτει τις ευθύνες του στην ανεύθυνη αριστερά και κεντροαριστερά, χωρίς να θέτει υπό συζήτηση την ιδεολογική του ταυτότητα. Τα ιδεολογικά άλλωστε ζητήματα, δεν ενδιαφέρουν κανένα. Προέχει, «να σωθεί η χώρα». Σε αυτήν την θνησιγενή του πορεία, το ΠΑΣΟΚ δε φαίνεται να έχει κόκκινες γραμμές. Δεν καταγγείλαμε τη συγκυβέρνηση με αφορμή την κατάργηση του νόμου Ραγκούση, μάλλον δε θα το πράξουμε με αφορμή την κατάργηση του νόμου Κατσέλη. Άλλωστε, κανένας από τους δυο πρώην Υπουργούς δεν είναι πλέον μέλη του ΠΑΣΟΚ. Μάλλον δε θα το κάνουμε ακόμα και εάν αναγγελθούν νέες «διαθρωτικές απολύσεις» ή/και κλείσιμο ΔΕΚΟ, των οποίων την επιβίωση είχε εγγυηθεί ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ «προσωπικά». Και φυσικά δε θα φύγουμε από την κυβέρνηση επειδή μονιμοποιήθηκε ο εξωφρενικός φόρος ακίνητης περιουσίας, που είχε εμπνευστεί, αλλά και εγγυηθεί την προσωρινότητά του, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ «προσωπικά».
Από την άλλη πλευρά, οι όποιες καταγγελίες της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ, θεωρούνται «προσωπικές επιλογές» και επισύρουν ποινές παραδειγματισμού, χωρίς θεωρητικά να υπάρχουν επιπτώσεις για τη φυσιογνωμία ή το πρόγραμμα του «κινήματος». Και αυτό το ΠΑΣΟΚ, με τις προσωπικές επιλογές και διαφωνίες, καλείται ως κόμμα, συλλογικά, να συζητήσει για την επανένωση της «Δημοκρατικής Παράταξης» στη βάση ενός κοινού ιδεολογικού παρανομαστή. Καθίσταται τελικά σαφές ότι μία θνησιγενής εξουσία, χωρίς σαφή αξιακό προσανατολισμό, δεν μπορεί να αποτελέσει τη συγκολλητική ουσία ετερόδοξων και ετερόφωτων δυνάμεων ή, ακόμα χειρότερα, προσωπικοτήτων.
Το κείμενο ουσίας των 58 δεν είχε ουσιαστικό ακροατήριο. Μετατράπηκε, δυστυχώς, σε μια αφορμή για συζήτηση μεταξύ παλαιών γνωστών και όχι απαραίτητα φίλων, σε προσωπικό επίπεδο, χωρίς να οδηγήσει σε μια συζήτηση για το πού βρίσκεται ο χώρος και πού θέλει να πάει. Ακόμα το ζήτημα είναι η ηγετική-προσωπικότητα, ενώ οι προσωπικές αντιρρήσεις επ? ουδενί δεν μπορούν να αναγνωριστούν ως «πολιτικές».
Και όμως, η κεντροαριστερά είναι αλλού: εκεί που βρίσκονται και οι κόκκινες γραμμές που, όποιος δεν έχει, εξαϋλώνεται. Γιατί τελικά το θέμα είναι η εκπροσώπηση, ο πολλαπλασιασμός, ή ενίοτε η διαίρεση απόψεων. Καμία σοβαρή συζήτηση δε γίνεται ανάμεσα σε θολές και ενίοτε ανύπαρκτες κόκκινες γραμμές. Και ενώ το κείμενο των 58 έκανε μια σοβαρή προσπάθεια να εκφράσει κάτι περισσότερο από τους υπογράφοντές του, σ’ ένα διευρυμένο και όχι σαφές είναι η αλήθεια πλαίσιο, η συζήτηση που οικοδομήθηκε πάνω του εξέφραζε κάτι λιγότερο σοβαρό, διαπροσωπικό, χωρίς καμία απολύτως πολιτική χροιά. Κρίμα.