Η Πρόκληση της Διαχείριση Ρίσκου

Μαριλένα Κοππά 03 Μαϊ 2013

Μια θετική είδηση των ημερών, είναι η προώθηση δοκιμασμένων χρηματοπιστωτικών εργαλείων στον αγροτικό τομέα και ιδιαίτερα της συμβολαιακής γεωργίας. Λένε, όμως, ότι όποιος καεί στο χυλό, φυσάει και το γιαούρτι. Καλό είναι να διατηρήσουμε αυτή την τραπεζική αγορά απλή, παραγωγική και κερδοφόρα. Για να το κάνουμε αυτό, το σημαντικό είναι να μην ακολουθήσουμε «την πεπατημένη».

Η συμβολαιακή γεωργία μπορεί να είναι λυτρωτική στην προσπάθεια οικονομικής αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας. Ουσιαστικά, το εργαλείο αυτό δίνει τη δυνατότητα στο γεωργό να ξεκινήσει την παραγωγή του, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι έχει μια εξασφαλισμένη τιμή αγοράς, που μπορεί να αναβαθμιστεί προς τα πάνω και όχι προς τα κάτω. Επίσης, επειδή η τιμή είναι εξασφαλισμένη, η τράπεζα γνωρίζει ότι είναι περισσότερο αξιόχρεος, δίνοντάς του καλύτερο επιτόκιο για να καλύψει τα λειτουργικά του έξοδα. Στα πλαίσια μιας μακρόπνοης συνεργασίας, όπου η τράπεζα μπορεί επίσης να συνυπολογίσει άλλες παραμέτρους κινδύνου στον κλάδο, όπως οι φυσικές καταστροφές, στη βάση ενός σταθερού σχετικά εισοδήματος, ένας ασφαλιστικός φορέας μπορεί επίσης να προσφέρει ένα ελκυστικό πακέτο ασφαλιστικής εξασφάλισης, καθιστώντας έτσι μια αγροτική επένδυση «σίγουρη».

Στην ελληνική οικονομία, όπως το εργαλείο αυτό εφαρμόζεται σήμερα, το ρίσκο που διέπει αυτές τις συμφωνίες το αναλαμβάνουν ουσιαστικά συγκεκριμένες μεταποιητικές βιομηχανίες, που εξαρτώνται από μια συγκεκριμένη πρώτη ύλη: κριθάρι για τη ζυθοποιία, ροδάκινο για την κονσερβοποιία, καπνά για τη βιομηχανία τσιγάρων, κ.ο.κ.. Στην παγκόσμια αγορά, αυτή η δυνατότητα προσφέρεται στον αγρότη σε «μαζικότερη κλίμακα», με την ανάπτυξη «σύγχρονων χρηματοπιστωτικών προϊόντων» που λέγονται γενικότερα παράγωγα και ειδικότερα futures. Σήμερα, ευτυχώς, το «σύγχρονο» δεν είναι αυτόματα συνώνυμο του «καλού».

Τα προϊόντα αυτά επιτρέπουν σε ένα επενδυτή να αγοράσει το δικαίωμα αγοράς ενός προϊόντος σε μια προκαθορισμένη τιμή, δίνοντάς του όμως τη δυνατότητα να κερδίσει εάν η τιμή του προϊόντος αυξηθεί στο μέλλον. Αυτό είναι το «στοίχημα». Όμως, παρόμοια «παράγωγα» προϊόντα έχουν αποκτήσει κακό όνομα μετά το 2008. Η βασική αρχή που τα διέπει είναι ότι δυο συναλλασσόμενοι συμφωνούν ότι θα ανταλλάξουν δύο ροές κεφαλαίου, σε προκαθορισμένη τιμή, κάποια στιγμή στο μέλλον: στην περίπτωσή μας, τα κέρδη από την πώληση ενός αγροτικού προϊόντος αύριο, με τη μεταφορά δικαιωμάτων προκαθορισμένης τιμής που έχουν αγοραστεί σήμερα.

Η ίδια λογική διέπει και άλλες μορφές χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, όπως τα swaps, που χρησιμοποιήθηκαν όπως μάθαμε προκειμένου να μειωθεί το ύψος του δημόσιου χρέους των χωρών της περιφέρειας του νότου πριν την είσοδο τους στο Ευρώ. Χρησιμοποιήθηκαν, επίσης, από τις τράπεζες της Ευρώπης και των ΗΠΑ προκειμένου να προεισπράξουν τα κέρδη από δανειακές συμβάσεις χρηματοδότησης αγοράς κατοικίας που είχαν συνάψει με μη αξιόχρεους πολίτες (subprimes).

Συχνά, μια καλή ιδέα σε μικρή κλίμακα αποδεικνύεται πολύ κακή σε μεγάλη κλίμακα. Και εδώ ο Έλληνας νομοθέτης πρέπει να είναι προσεκτικός και να μην ακολουθεί, αναγκαστικά, την «πεπατημένη». Η λειτουργία της συμβολαιακής γεωργίας στην Ελλάδα δημιουργεί κίνητρο για τον προσανατολισμό της πρωτογενούς παραγωγής σε προϊόντα που, δια της μεταποίησης, εξασφαλίζουν προστιθέμενη αξία. Ο ίδιος μηχανισμός δίνει, επίσης, εξασφαλίσεις και στους επενδυτές στη βιομηχανική παραγωγή, που τόσο έχουμε ανάγκη, προκειμένου να υπερβούμε την κρίση. Όμως, καλό θα ήταν να μη κάνουμε το λάθος να «ξεφύγουμε», επιτρέποντας τη μετατροπή ενός υγιούς χρηματοπιστωτικού εργαλείου, σε ένα «παιχνίδι» που κανείς δε θα μπορεί να ελέγξει. Προς το παρόν, η ανησυχία αυτή μπορεί να είναι πρώιμη, αλλά το κίνητρο να «μοχλεύσουμε» μια καλή αγορά για να επιτύχουμε καλούς ρυθμούς ανάπτυξης, θα μας ακολουθεί για πολλά χρόνια. Και η ρητορική της ανάπτυξης χωρίς όρους προκειμένου να μειώσουμε την ανεργία, επίσης.

Η αγορά των futures στις ΗΠΑ είναι $ 24 τρις. Η χρηματιστηριακή αγορά παραδοσιακών μετοχών είναι «μόλις» αξίας $ 23 τρις. Και η συνολική αγορά παραγώγων είναι ύψους $ 400 τρις. Μακάρι, αυτή η φούσκα να μην σκάσει ποτέ. Αλλά, εάν μάθαμε κάτι από την Κύπρο, είναι να μη δημιουργούμε ρυθμιστικά προβλήματα τα οποία δε μπορούμε να επιλύσουμε σε εθνικό επίπεδο. Μπορεί η αγορά να είναι παγκόσμια, αλλά δεν πρέπει να επεκτείνουμε τη δράση μας πέρα από εκεί που μπορούμε να διαχειριστούμε σε εθνικό επίπεδο τις επιπτώσεις μιας «διόρθωσης» της παγκόσμιας αγοράς. Διότι οι επιπτώσεις μιας τέτοιας αποτυχίας θα είναι εθνικές πολύ πριν γίνουν «ευρωπαϊκές» ή «παγκόσμιες».

Αφού χτίζουμε από την αρχή, ας αποφύγουμε τους ίδιους πειρασμούς και ας αναλογιστούμε σήμερα – και όχι στο μέλλον – πιο πρέπει να είναι το ρυθμιστικό μας πλαίσιο. Ας μη ρυθμίσουμε μια αγορά τόσο σφιχτά, ώστε να την θανατώσουμε πριν γεννηθεί. Ας μην αφήσουμε μια αγορά να γίνει ένας ανεξέλεγκτος Λεβιάθαν, που θα καταπιεί την όποια μας εθνική ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, ας κάνουμε τη δουλειά μας καλύτερα απ’ ό,τι στο παρελθόν.

.

Η Μαριλένα Κοππά είναι ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ