Η πραγματική μάχη της εποχής

Ρωμανός Οικονομίδης 10 Μαρ 2016

Τη Δευτέρα (7/3) πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες, η Σύνοδος Κορυφής μεταξύ ΕΕ – Τουρκίας και σίγουρα αποτελεί τη σημαντικότερη εξέλιξη σε επίπεδο αποφάσεων για το προσφυγικό. Με αφορμή, λοιπόν, το υλικό που μας προσέφερε το παραπάνω γεγονός ως προς τους συσχετισμούς και τις συμμαχίες που διαμορφώθηκαν κι όχι ως προς τις αποφάσεις που ελήφθησαν, εντοπίζεται ένα σπουδαίο εύρημα.

Από το ξέσπασμα της κρίσης έως και σήμερα, πολλοί κομματικοί μηχανισμοί και μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης διαμόρφωσε τη θεωρία ότι η μάχη που πρέπει να διεξαχθεί στον ευρωπαϊκό χώρο είναι αυτή κατά της λιτότητας. Και για να μιλήσουμε για την Ελλάδα, πέρα από το ετερόκλητο αντιμνημονιακό τόξο που διαμορφώθηκε, η ήττα των πολιτικών της λιτότητας αποτέλεσε αφήγημα κατά καιρούς και κομμάτων που σε καμία περίπτωση δεν αθροίζονταν στις αντιμνημονιακές δυνάμεις, αντιθέτως είχαν σταθερή ευρωπαϊκή προοπτική. Κυρίως αυτή η ρητορική, της ήττας δηλαδή των πολιτικών λιτότητας εντός της ΕΕ, αναπτύχθηκε μέσα στο ΠΑΣΟΚ και στη ΔΗΜΑΡ. Σήμερα, όμως, παρατηρούμε ότι αυτή η συζήτηση όχι μόνο δεν είναι στο επίκεντρο, αλλά ούτε καν στην ατζέντα. Τι άλλαξε;

Προφανώς, οι πραγματικότητες σε επιμέρους ζητήματα που αναδεικνύει η κρίση είναι πιο σκληρές, αλλά και οι επιλογές των λαών είναι πολύ πιο περίπλοκες. Η μάχη που εκτυλίσσεται τη σημερινή εποχή -όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού- είναι ανάμεσα στις δυνάμεις του ορθολογισμού και της υπευθυνότητας, απέναντι στα «οχήματα» του λαϊκισμού και της δημαγωγίας. Σαν χαρακτηριστικό παράδειγμα επαναφέρω τη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ – Τουρκίας. Οι συνασπισμοί κυβερνήσεων που τάχθηκαν υπέρ μιας ευρωπαϊκής λύσης απέναντι στην ομάδα Βίσεγκραντ, μαρτυρούν την παραπάνω διαπίστωση για το κύριο διακύβευμα σήμερα. Από τη μία, όσες δυνάμεις αντιλαμβάνονται με υπευθυνότητα τη θέση τους μέσα στην Ένωση και αναλαμβάνουν ευθύνες –ανάλογες ή/και μη της θέσης τους- και από την άλλη μια ανεύθυνη και τυχοδιωκτική στάση, που συμβάλλει στον ευρωσκεπτικισμό και την επιστροφή στα έθνη-κράτη.

Δεν πρέπει ωστόσο να προσπεράσουμε το γεγονός ότι σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η γερμανίδα Καγκελάριος στον σχηματισμό του συνασπισμού έναντι της Βίσεγκραντ. Η ελληνική κυβέρνηση, ναι μεν συντάχθηκε υπό τον πρώτο συνασπισμό –ή καλύτερα υπό την προστασία της Α. Μέρκελ- αποκλειστικά δε για λόγους αυτονόητους, ζωτικής ανάγκης. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι οι συμμαχίες που μοιραία διαμορφώνονται στα μεγάλα ζητήματα ουδεμία σχέση έχουν με το αφήγημα που παρουσίασε ο Πρωθυπουργός στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ πως όσοι πολεμούν τη λιτότητα βοηθούν και τους πρόσφυγες, ενώ οι «νεοφιλελεύθεροι» υψώνουν τείχη. Αυτή η προσέγγιση είναι εντελώς κοντόθωρη.

Παρόμοια παραδείγματα για την πραγματική μάχη του σήμερα εμφανίζονται έντονα και στο εσωτερικό χωρών της Ευρώπης, όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία. Συγκεκριμένα, τα Σοσιαλιστικά κόμματα εκεί αδυνατούν να σχηματίσουν κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή του «παλιού» συστήματος και των Κεντροδεξιών δυνάμεων που κυβερνούσαν μέχρι πρόσφατα. Ακόμα, σε μεγαλύτερη κλίμακα παρατηρούμε στις ΗΠΑ τη μάχη των Δημοκρατικών έναντι του Ντ. Τράμπ των Ρεπουμπλικάνων. Ωστόσο, σημασία έχει και ο νικητής για το χρίσμα των Δημοκρατικών, γιατί μπορεί να μην αφήνει ασυγκίνητο κανένα προοδευτικό πολίτη ο αγώνας του Μπ. Σάντερς, όμως αποτελεί μεγάλο ερώτημα το τι απόρροια θα έχει η εφαρμογή ή μη των θέσεών του.

Για να ενισχυθεί αυτή η θέση δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται να γίνει δημοψήφισμα στην Μ. Βρετανία. Ποιες δυνάμεις θα αντιπαραταχθούν και εκεί; Και εκτός αυτού τι αποτελέσματα θα έχει το πείραμα Τζ. Κόρμπυν στην ηγεσία των Εργατικών; Αυτά είναι ερωτήματα που αναδεικνύουν τις προκλήσεις της εποχής και την πραγματική μάχη που δίνεται και θα συνεχίσει να δίνεται στο σύγχρονο κόσμο μέχρι να χαραχθεί σταθερή πορεία.

Οι απαντήσεις, όμως, δίνονται σήμερα και στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου οι δυνάμεις του ορθολογισμού, της υπευθυνότητας και της προοπτικής ηττώνται. Είναι γεγονός ότι τα χρόνια της κρίσης η δύναμη που σταθερά υπερασπίστηκε τα παραπάνω ήταν το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ (αφού συνέβαλε πρώτα στη διαμόρφωση του αντιμνημονιακού τόξου), η ΔΗΜΑΡ και το ΠΟΤΑΜΙ με τα λάθη τους ομολογουμένως. Αν και δεν είναι τυχαίο ότι εκτός της ΝΔ τα υπόλοιπα κόμματα ανήκουν από τον Σοσιαλδημοκρατικό έως τον Κεντρώο χώρο, ο χώρος αυτός σήμερα είναι -στην καλύτερη- υπό διαμόρφωση. Είναι όμως η διαμόρφωσή του αυτοσκοπός, αν δεν είναι αναγκαίος; Και είναι αναγκαίος, ως προς τι;

Η ενιαία έκφραση του χώρου της Σοσιαλδημοκρατίας και του Προοδευτικού Κέντρου είναι αναγκαία για λόγους πρακτικούς και ιστορικούς που απαντούν στην ελληνική ιδιαιτερότητα. Πρακτικούς, διότι η χώρα δεν μπορεί να βασίζει την πορεία της σε μια Κεντροδεξιά παράταξη που θα ζυγίζει συνεχώς τη Δεξιά της δεξαμενή (όπως εξάλλου κάνει και η Α. Μέρκελ) και ταυτόχρονα θα συντηρεί στο εσωτερικό της τους κύριους υπεύθυνους της κρίσης. Ιστορικούς, διότι όλα τα κεκτημένα της χώρας στο διεθνές γίγνεσθαι προωθήθηκαν από αυτόν τον χώρο και η λύση της κόκκινης γραμμής χάριν μιας «άφθαρτης» αρχής είναι επιλογή ενοχική και δειλή για έναν λαό.

Βέβαια, η ελληνική Σοσιαλδημοκρατία δεν πρέπει να θεωρείται υπόθεση δικαίωσης, αλλά εθνική υπόθεση. Ο χώρος αυτός θα αποτελέσει ένα «σπίτι» κι όχι μια συγκόλληση μηχανισμών, μόνο όταν ένα μεγάλο μέρος των πολιτών αποφασίσει να εκφραστεί με εθνική αυτογνωσία για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα ενός κύκλου της ελληνικής Δημοκρατίας που κλείνει και όταν θα έχει συνειδητά επιλέξει τον τρόπο που θέλει να πορευτεί στο μέλλον.

Για να γίνουν όμως όλα αυτά, προϋπόθεση είναι η αλλαγή των συσχετισμών και δυστυχώς εδώ η πολιτική ίσων αποστάσεων δε δίνει λύσεις. Η πολιτική των ίσων αποστάσεων εκχωρεί τις μάχες και το κόστος που κατέβαλε ο ευρύτερος χώρος, όπως το 39% του ΝΑΙ και τους κεντρώους πολίτες στη ΝΔ, κάτι που θα έπρεπε να φαντάζει ανεκδιήγητο. Μόνο αν παραδεχτούμε ποια είναι η πραγματική μάχη που πρέπει να δώσουμε σήμερα και σταθούμε υπεύθυνοι στις προκλήσεις της σημερινής εποχής θα αναγνωρίσουμε την αναγκαιότητα, το είδος και τη σημασία των συμμαχιών που θα συνάψει μια αυτόνομη και ενιαία ελληνική Σοσιαλδημοκρατία. Και η πραγματική μάχη είναι πρώτα κατά της οπισθοδρόμησης.