Η παραπλάνηση θα συνεχιστεί μέχρι την Κυριακή

Φώτης Γεωργελές 22 Ιαν 2015

Αν, το 2000, εποχή που προετοιμαζόμαστε να μπούμε στο ευρώ και να διοργανώσουμε Ολυμπιακούς Αγώνες, μας έλεγαν ότι ο αρχηγός της Αριστεράς θα αμόλαγε περιστέρια-Άγιο Πνεύμα στον ουρανό και ο πρωθυπουργός θα φώναζε «δεν θα επιτρέψουμε να κατεβάσουν τις εικόνες», θα γελούσαμε. Η χώρα, αντί με την οικονομική κρίση να συνειδητοποιήσει την κατάσταση και να ξεκινήσει μια εθνική προσπάθεια για να ξεπεράσει τα προβλήματά της, προτίμησε να κλείσει τα μάτια και να βρει καταφύγιο στο μακρινό παρελθόν. Οι μεν μιλάνε για την πρώτη ευκαιρία της Αριστεράς μετά από 70 χρόνια, δηλαδή μετά τον Εμφύλιο, οι δε δηλώνουν ότι θα κάνουν ό,τι χρειαστεί για να μην παραδώσουν την Ελλάδα στους κομμουνιστές. «Κουμμουνισταί και ταγματασφαλίτες», η παλιά Δεξιά και Αριστερά του 20ού αιώνα συγκρούονται, ενώ τα προβλήματα του 21ου αιώνα ούτε καν συζητούνται.

Το πολιτικό σύστημα επί 5 χρόνια, για να μη χάσει τους πελάτες, έστησε ένα σκηνικό «Τρόικα εναντίον Ελλήνων». Για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, το πρόβλημα δεν είναι η κρίση αλλά το μνημόνιο. Μας φταίει δηλαδή όχι το γεγονός ότι χρεοκοπήσαμε και δεν ζούμε χωρίς δανεικά, αλλά τα δανεικά που μας κρατάνε στη ζωή. Γιατί δεν είναι περισσότερα. Ζούμε ακόμα με τα λεφτά του μνημονίου, πήραμε το μεγαλύτερο δάνειο και διαγραφή χρέους της ιστορίας και εμείς ακόμα κατηγορούμε την Ευρώπη. Το «αντιμνημονιακό» μέτωπο μέσα κι έξω από τις κυβερνήσεις προστάτευσε τις συντεχνίες, τα προνόμια των κερδισμένων της μεταπολίτευσης, τη μετριοκρατία της επετηρίδας, τους 50ρηδες συνταξιούχους, την ασυδοσία χωρίς αξιολόγηση, την ατιμωρησία στα πειθαρχικά, τη σπατάλη του δημόσιου πλούτου. Και όλο αυτό το ονόμασε «μάχη εναντίον της λιτότητας». Μέσα στους 300 της Βουλής, ζήτημα είναι αν υπήρχαν 10 άνθρωποι που έλεγαν γιατί πρέπει να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις, ποιοι ωφελούνται, τι κέρδος για το σύνολο θα προκύψει. Κάναμε «διαπραγματεύσεις». Δεν διαπραγματεύονται το χρέος. Διαπραγματεύονται για να μην αλλάξει το χρεοκοπημένο σύστημα.

Έχουν φτιάξει έναν ανεμόμυλο, το χρέος, για να κρύψουν το πρόβλημα: Ότι το σύστημα δεν είναι βιώσιμο και χρειάζεται συνεχώς δανεικά. Και ότι δεν κάνουν καμία προσπάθεια για να το αλλάξουν. Γι’ αυτό δεν προτείνουν καμία άλλη εναλλακτική, λένε τα ίδια ή αρνούνται την πραγματικότητα. Γι’ αυτό για άλλη μια φορά πάμε σε εκλογές. Από το 2008 που άρχισε η ύφεση, κάθε 2 χρόνια πάμε σε εκλογές. Αν υπολογίσεις και τις διπλές και τις δημοτικές, βρισκόμαστε σε μόνιμη προεκλογική περίοδο. Είναι το μόνο που ξέρουμε να κάνουμε. Καταφέραμε έστω και με άδικο τρόπο να μειώσουμε τα ελλείμματα, την ανάγκη μας δηλαδή να δανειζόμαστε κάθε χρόνο. Και πρέπει τώρα να βρούμε τους τρόπους που θα διαμορφώσουμε τη νέα οικονομία, τη νέα οργάνωση της κοινωνίας ώστε να μη χρειαζόμαστε πια δανεικά για να σταθούμε στη ζωή.

Υπάρχουν διαφορετικές προτάσεις για τα προβλήματα, υπάρχουν διαφορετικοί άνθρωποι, άλλοι, λιγότερο φθαρμένοι, που μπορούμε να επιλέξουμε. Αλλά εμείς δεν κάνουμε αυτό. Κανείς δεν συζητάει γι’ αυτό. Δεν συζητάει γιατί στην πραγματικότητα οι επιδιώξεις είναι κοινές, η επιστροφή στο 2009. Γι’ αυτό μας ζητάνε να γυρίσουμε πίσω. Να ξαναπαίξουμε το έργο από την αρχή. Να «ξαναδιαπραγματευτούμε».

Δυστυχώς, το πολιτικό έργο που ανεβάζεται είναι πειστικό μόνο για ιθαγενείς θεατές, μπερδεμένους από την πολύχρονη παραπλάνηση. Όλος ο υπόλοιπος πλανήτης ξέρει ότι το πρόβλημα δεν είναι το χρέος, το οποίο όσο μεγάλο κι αν είναι θα το κουρεύουν, όπως το ’χουν κάνει ήδη δύο φορές, θα το επιμηκύνουν, θα το μειώνουν μέσω των χαμηλών επιτοκίων. Ήδη το κάνουν και έχουν πει, από το 2012 ακόμα, ότι θα το ξανακάνουν. Το πρόβλημά μας είναι ότι χρειαζόμαστε πάντα δανεικά γιατί δεν προχωράμε στις βαθιές αλλαγές που χρειάζονται. Αυτό είναι το πραγματικό ζητούμενο, αυτή η ανάγκη είναι επιτακτική και αυτή την αντίθεση αποκρύπτουν όλοι. Και γι’ αυτό επαναφέρουν στις εκλογές του 2015 το ερώτημα του 2010, του 2012. Προκειμένου να συνεχιστεί η παραπλάνηση, προτιμούν να ξαναμπεί στο τραπέζι η άτακτη χρεοκοπία. Ξανά απ’ την αρχή.

Πέντε χρόνια είναι πάρα πολύς χρόνος. Θα έπρεπε όλοι να έχουν βγάλει τα συμπεράσματά τους. Δεν μπορούν γιατί δεν θέλουν. Φαίνεται ότι το πολιτικό σύστημα είναι πια εντελώς αυτονομημένο. Δεν μπορεί να φανταστεί το ρόλο του σ’ ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον ανεπτυγμένης οικονομίας χωρίς κρατισμό, προμήθειες, πελατειακές σχέσεις, κομματικές επιχειρήσεις. Γι’ αυτό παίρνει τις επιθυμίες του για πραγματικότητα, μετράει συνεχώς στραβά τις διαθέσεις των άλλων, κάνει λάθη. Πιστεύει ότι η ελληνική παραπλάνηση μπορεί να προβάλλεται και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στα κράτη δανειστές, εσαεί, με επιτυχία. Πιστεύει ότι με κόλπα θα παρατείνει συνεχώς τη ζωή του χρεοκοπημένου μοντέλου. Θα φορτώνει τις δύσκολες αποφάσεις στους αντιπάλους, θα φορτώνει τα αδιέξοδα στην Ευρώπη και, μετά, ο καθένας με τη σειρά του θα περνάει από τη θέση του κρατικού ταμία.

Ο Τσίπρας κάνει τώρα ό,τι έκανε ο Σαμαράς στον Παπανδρέου. Οι λάθος εκτιμήσεις οδηγούν στις λάθος στρατηγικές. Δεν αρκεί η λιτότητα και οι φόροι για να ξεφύγει η χώρα από το μόνιμο κίνδυνο πτώχευσης. Χωρίς βαθιές αλλαγές δεν έρχεται η ανάκαμψη. Οπότε, ο καθένας απλώς παραλαμβάνει το πρόβλημα από τον προηγούμενο.

Την ώρα που η οικονομία χρειάζεται λίγο χρόνο να ισορροπήσει, να πάρει πάλι μπρος, εμείς για άλλη μια φορά κάνουμε εκλογές που ξαναβάζουν την αβεβαιότητα στο παιχνίδι. Εκλογές που στην πραγματικότητα δεν συμφέρουν κανέναν, ακόμα και ο Σύριζα είχε μεγαλύτερο συμφέρον να τελειώσουν τα προγράμματα από την προηγούμενη κυβέρνηση. Το τέρας του λαϊκισμού που έχουν όμως εκθρέψει, άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο, δεν αφήνει περιθώρια για ορθολογικές πολιτικές. Μισές αλήθειες, ψέματα, κρυφές επιδιώξεις, προσωπικές στρατηγικές, έχουν συσκοτίσει την αλήθεια. Η κοινωνία μας δεν ομονοεί ούτε καν στο ποια είναι η πραγματικότητα. Πώς να επιλέξει λύσεις όταν δεν αντιλαμβάνεται τα δεδομένα; Όταν λέω ότι το πολιτικό προσωπικό οφείλει να πει όλη την αλήθεια, δεν εννοώ χριστιανικά, επειδή οι άνθρωποι πρέπει να είμαστε ειλικρινείς. Αλλά ως πολιτική πράξη. Για να αντιμετωπίσει τον ανορθολογισμό, το λαϊκισμό που το ίδιο δημιούργησε και τώρα εμποδίζει κάθε λογική κίνηση απεγκλωβισμού από το αδιέξοδο. Η ευκαιρία και αυτών των εκλογών χάθηκε. Η ατμόσφαιρα γύρισε πολύ πιο πίσω από το 2010. Η παραπλάνηση θα συνεχιστεί μέχρι την Κυριακή. Μετά θα επιστρέψει η πραγματικότητα. Με ακόμη πιο δύσκολους όρους.