«Παρατηρώντας την ηρωική διάθεση που μας έχει καταλάβει, ψάχνω μέρες τώρα να βρω έναν ήρωα που έγινε τραγικός εξαιτίας των χρεών του. Δεν βρήκα κανέναν. Αντιθέτως, η κωμωδία, από τον Αριστοφάνη ώς τον Μολιέρο, μας προσφέρει πολλούς». Αυτό ως συμπέρασμα στη δική μου ερμηνεία του αφηρωισμού του κυπριακού «όχι», τον οποίο έχουν αναλάβει οι πάντα πρόθυμοι εργολάβοι της εθνικής μας αξιοπρέπειας. Η παραπάνω διαπίστωση ήταν η κατακλείδα του προχθεσινού μου σημειώματος με τίτλο «Ο ηρωισμός της ήττας». Ας μου συγχωρηθεί η αυτοαναφορική διάθεση, όμως η τοποθέτηση ανάγκασε πολλούς αναγνώστες να ανατρέξουν στην ιστορία της λογοτεχνίας για να με αντικρούσουν. Και να μου προσφέρουν μια πλούσια συγκομιδή καταχρεωμένων ηρώων της λογοτεχνίας, από τον Τίμωνα τον Αθηναίο του Σαίξπηρ ώς τον Μίτια Καραμάζoφ του Ντοστογιέφσκι. Ως εκ τούτου, ορισμένες διευκρινίσεις είναι απαραίτητες.
Ο πλούσιος Τίμων που έζησε στην Αθήνα προ Χριστού όπως αναφέρουν ο Πλούταρχος και ο Λουκιανός, αφού κατασπατάλησε την περιουσία του, ανακάλυψε πως όσοι ενώ ήταν πλούσιος τον περιέβαλλαν με την φιλία τους, του γύρισαν την πλάτη. Το αποτέλεσμα είναι ότι από «φιλάνθρωπος» μεταμορφώθηκε ο ίδιος σε μισάνθρωπο. Και όλη η τραγικότητα του χαρακτήρα την οποία αναδεικνύει ο Σαίξπηρ έγκειται ακριβώς στη μισανθρωπία του. Αν δεν είχε αποκοπεί από τον κόσμο του θα παρέμενε απλώς ένας καταχρεωμένος Aθηναίος, άφρων, χωρίς κανένα τραγικό ενδιαφέρον ως χαρακτήρας. Αν δεν υπήρχε η πατροκτονία στο αριστούργημα του Ντοστογιέφσκι, τότε η ιστορία των Καραμάζoφ δεν θα ξεπερνούσε τα όρια του αστικού δράματος και κανείς δεν θα εδικαιούτο να μιλήσει για τραγωδία. Το τραγικό στοιχείο συμπαρασύρει όλα τα υλικά της ύπαρξης και γι? αυτό δεν είναι ιάσιμο. Το κωμικό, αντιθέτως, αναγορεύει ένα τμήμα σε όλον, με αποτέλεσμα να προκαλεί το αίσθημα της αναντιστοιχίας των μεγεθών που προκαλεί το γέλιο.
Oσα συμβαίνουν εδώ και δύο εβδομάδες με την Κύπρο έχουν πολλές παραμέτρους. Οι ισορροπίες που βοήθησαν την οικοδόμηση της Ε.E. κινδυνεύουν να ανατραπούν, ή μάλλον έχουν ήδη ανατραπεί, η Γερμανία επιλέγει τον ρόλο του κυρίαρχου και η ευρωπαϊκή υπόθεση κινδυνεύει να βυθιστεί στο πέλαγος μιας πρώτου μεγέθους υπαρξιακής κρίσης. Αυτό που συμβαίνει στην Κύπρο δεν έχει τίποτε το κωμικό. Προς Θεού. Αντιθέτως, έντονες κωμικές αποχρώσεις μπορεί κανείς να διακρίνει στον μελοδραματικό τρόπο με τον οποίο η δική μας κοινή γνώμη εισέπραξε την άρνηση της κυπριακής Βουλής να ψηφίσει το πρώτο σχέδιο του Γιούρογκρουπ. Και δεν αναφέρομαι μόνον στις λυρικές ασκήσεις επί χάρτου του Αλκίνοου Ιωαννίδη ή στις δηλώσεις του πάντα ετοιμοπόλεμου Νταλάρα Γιώργου και στις εξάρσεις των αγωνιστών της Σπίθας που θεώρησαν, εν πλήρει ταπεινότητι, πως οι φωνές τους έχουν μεγαλύτερο ιστορικό βάρος από τον επίσημο εορτασμό της 25ης Μαρτίου.
Αναφέρομαι κυρίως στη συλλογική μας ευαισθησία η οποία έχει αναγορεύσει το «όχι», το κάθε «όχι», σε αυταξία. Στην υποκλοπή της άρνησης η οποία έχει γράψει ιστορία, από τον Λεωνίδα ώς το 1940, για λογαριασμό μιας πραγματικότητας η οποία δεν έχει τίποτε το ηρωικό. Είναι φτιαγμένη από λογαριασμούς, επιτόκια και τραπεζικές καταθέσεις. Ζητεί αποτελεσματικότητα κι εμείς της προσφέρουμε ηρωισμό. Αυτός είναι ο ηρωισμός της ήττας τον οποίον μας αρέσει να περιφέρουμε στην αγορά γνωρίζοντας πως σαν πέσει η νύχτα και μείνουμε μόνοι μάς πιάνει σύγκρυο και είμαστε έτοιμοι να πούμε χίλια ναι. Υπάρχουν βέβαια και οι ήρωες, όπως ο κύριος Σκουρλέτης, για τον οποίον «το όχι της Κύπρου είναι μια παρακαταθήκη για το μέλλον». Μια παρακαταθήκη που προς το παρόν αποδείχθηκε πως κρύβει ένα μεγάλο ναι.