Η διασταύρωση διαφορετικών πολιτικών προϊόντων τείνει να γίνει πλέον σύνηθες φαινόμενο. Δυνάμεις με διαμετρικά αντίθετες καταβολές και σημάνσεις συγχρονίζονται. Το διαπιστώνουμε και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Ο ευρωσκεπτικισμός, για παράδειγμα, γονιμοποιείται στη μήτρα τόσο της αποκαλούμενης Ριζοσπαστικής Αριστεράς όσο και της Ακροδεξιάς. Τα νέα υβρίδια αποκτούν ακροατήριο επαναχαράσσοντας τις παλιές διαιρέσεις. Η άλλοτε κοινωνική βάση εμβληματικών αριστερών περιοχών μετακινείται σε αποφύσεις εθνολαϊκιστικών μορφωμάτων. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις της Μασσαλίας και της Κοκκινιάς.
Στην εγχώρια σκηνή ο εθνικόφρων λαϊκισμός σφιχταγκαλιάστηκε με τον ιδεοληπτικό, «αντισυστημικό» αριστερό λαϊκισμό. Αν και φαινομενικά αποτελούν αταίριαστο ζευγάρι, εντούτοις ο πολιτικός τους πυρήνας έχει ομοιότητες. Και οι δύο συνιστούν αυθεντικές εκφράσεις της ιδεολογικοπολιτικής υστέρησης. Εξ ου και ενσαρκώνουν ένα αναχρονιστικό, κρατικίστικο και εθνοκεντρικό υπόδειγμα. Συνεπώς, η συνεύρεση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ούτε ετερόκλητη είναι ούτε αλλόκοτη. Η ανθεκτικότητά της δεν οφείλεται μόνο στα θέλγητρα της εξουσίας. Αποτυπώνει και την όσμωση που συντελείται μεταξύ των δύο κομματικών χώρων. Αν και συναντήθηκαν στο πρόσφορο έδαφος του αντιμνημονιακού αγώνα, συνεκτική τους ουσία συνιστά ο εθνολαϊκισμός.
Η συμμετρία τους είναι εμφανής στα καίρια ζητήματα της διακυβέρνησης, της οικονομίας, της εξωτερικής πολιτικής, της Ευρώπης. Οι αποκλίσεις τους κινούνται στο φαντασιακό επίπεδο, καθώς υποτάσσονται σ’ έναν ακραίο κυνισμό. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει και η μνημονιακή προσαρμοστικότητα που αμφότεροι επέδειξαν. Η μεταστροφή τους ήταν ολική. Οι πρόσφατες διαφοροποιήσεις μεταξύ βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ δεν αναιρούν το κοινό υπόστρωμα στο οποίο πολιτεύονται. Ουσιαστικά η ατζέντα τους ταυτίζεται.
Μετά την εγκατάλειψη της αντιμνημονιακής ρητορείας αποδέχονται τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα. Αντιστρατεύονται όμως τις αποκρατικοποιήσεις, τις διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έχει ζωτική ανάγκη ο τόπος. Επιπλέον, ακολουθούν κατά κόρον πελατειακές και συντεχνιακές πρακτικές, θωπεύοντας και τη δημοσιοϋπαλληλία, προκειμένου να συντηρούν το εκλογικό τους ακροατήριο. Τα προβλήματα του ιδιωτικού τομέα, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, η απουσία επενδύσεων, η συνεχής απόκλιση από το ευρωπαϊκό κεκτημένο βρίσκονται εκτός των ενδιαφερόντων τους. Αντιθέτως, προσπαθώντας να πλήξουν τους αντιπάλους τους, επενδύουν στα σκάνδαλα –υπαρκτά και ανύπαρκτα-, γνωρίζοντας ότι σημαντική μερίδα πολιτών είναι πολύ δεκτική. Μάλιστα, αυτοεμφανίζονται ως φορείς του νέου που μάχονται τις παλιές δυνάμεις εξουσίας τις οποίες συλλήβδην εγκαλούν ως διεφθαρμένες.
Το βέβαιο είναι ότι ο εθνολαϊκισμός, όπως εκφράζεται από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, δεν προκάλεσε μόνο βαθιές στρεβλώσεις στο κομματικό σύστημα. Δηλητηρίασε και υπολογίσιμο τμήμα της κοινής γνώμης. Παράλληλα, η όσμωση των δύο κομμάτων στέκεται τροχοπέδη στη δεδηλωμένη βούληση του Αλέξη Τσίπρα να ενσαρκώσει μια μετα-ΠΑΣΟΚ Κεντροαριστερά στην Ελλάδα, μετά και τις τεκτονικές αλλαγές που συνέβησαν στον χώρο αυτό.