Η οικονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ, απόλυτη προτεραιότητα

Ηλίας Ευθυμιόπουλος 25 Ιουλ 2013

Η προ πενταετίας κατάργηση ενός αμιγούς τοπικού πόρου, όπως ήταν τα τέλη παρεπιδηµούντων, ήταν το πρώτο σοβαρό πλήγµα εναντίον της οικονοµικής αυτοτέλειας των ΟΤΑ και εναντίον της αρχής της ανταποδοτικότητας. Διαφημίστηκε μάλιστα ως μέτρο για την ανακούφιση του τουριστικού κλάδου από έναν δυσβάστακτο (;) φόρο. Όμως, η δηµοτική φορολογία δεν είναι εξ ορισµού επαχθής συνθήκη για τον υπόχρεο, αλλά µια συµφωνία για την δημιουργία περιφερειακών πόρων για την εξυπηρέτηση συλλογικών – τοπικού χαρακτήρα, αναγκών. Μεταξύ αυτών και η διαχείριση του περιβάλλοντος, προϋπόθεση για τη συγκράτηση ή/και την αναβάθµιση του τουρισµού. Δεν µπορούµε δηλαδή να περιµένουµε εξυγίανση του κλάδου του τουρισμού, χωρίς κάποιον να µαζεύει τα σκουπίδια, να φέρνει το νερό και να περιποιείται το στοιχειώδες πράσινο.

Ο νόμος για τον Καλλικράτη κάνει µια τελείως ασαφή µνεία στους ΚΑΠ (Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους), οι οποίοι συνιστούν «µία από τις δυνατότητες για την πραγµατοποίηση τοπικών εσόδων», µαζί µε το «σύστηµα κατανοµής επιχορηγήσεων». Αυτό σημαίνει ότι ένα µείγµα πόρων που δεν ορίζονται µαζί µε τις εξίσου αστάθµητες και µη εξασφαλισµένες κρατικές επιδοτήσεις, συνιστούν το νέο οικονοµικό περιβάλλον, στο οποίο θα κληθεί να ανθίσει η αυτοδιοικητική πραγµατικότητα τον 21ο αιώνα. Την οποία όµως θέλουµε να είναι και µοχλός της γενικότερης αλλαγής και «θεµέλιο της πράσινης ανάπτυξης». Πώς όµως; Χωρίς ενδογενείς πόρους, χωρίς την πρόβλεψη για ανεξάρτητη δηµοτική φορολόγηση, χωρίς σχέδιο για την επιχειρηµατικότητα των δήµων οι οποίοι, για παράδειγµα, εξαιρούνται από τις επιχορηγήσεις του επενδυτικού νόµου. Και πώς τα παραπάνω δένουν µε το αµέσως παρακάτω εδάφιο στο νόµο του Καλλικράτη, που επιµένει ότι «τερµατίζεται οριστικά η πελατειακή κατανοµή κονδυλίων, η οποία οδηγούσε στη χειραγώγηση της Αυτοδιοίκησης και τον εξαναγκασµό της σε σχέσεις υποτέλειας προς την κυβέρνηση»;

Η πελατειακή σχέση κράτους – ΟΤΑ, σωστότερα η εξάρτηση των ΟΤΑ από το κεντρικό κράτος, συνεχίζεται. Γιατί τα βασικά έσοδα των δήμων συνεχίζουν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την ρευστότητα των κρατικών ταμείων και τις προτεραιότητες των εκάστοτε υπουργών Εσωτερικών. Ο Θησέας, για παράδειγμα, κατά μέρος μόνον εκτελέσθηκε, αφήνοντας ανεφάρμοστο το πρόγραμμα των οριζοντίων επιχορηγήσεων. Το ίδιο συνέβη και το με πρόγραμμα ενίσχυσης των δήμων κατά το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής σε Κοινοτικές χρηματοδοτήσεις. Χωρίς αυτήν την ενίσχυση, ήταν φανερό ότι ελάχιστοι αυτοδιοικητικοί οργανισμοί ήταν σε θέση να ανταποκριθούν στην κάλυψη της ίδιας συμμετοχής, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι σχεδόν απούσα στα σημαντικά αυτά πεδία (σήμερα η ΤΑ είναι, δυνάμει, ο πλέον προνομιούχος υποδοχέας άμεσων χρηματοδοτήσεων σε θέματα ενέργειας, περιβάλλοντος, κοινωνικής συνοχής κτλ.). Άλλο παράδειγμα είναι το Πράσινο Ταμείο του ΥΠΕΚΑ, το οποίο ενώ νομοθετήθηκε, δεν λειτούργησε. Έτσι, σημαντικά ποσά (της τάξεως του 1δις) από τέλη που εισπράττονται από το κράτος και πρέπει να αποδίδονται στους δικαιούχους (μεταξύ αυτών και οι ΟΤΑ) για έργα περιβάλλοντος, κινδυνεύουν να χαθούν για πάντα μέσα στη μαύρη τρύπα του ελλείμματος.

Η ύφεση, μαζί με την μερική πτώχευση του κράτους, θα συμπαρασύρει (αν δεν το έχει ήδη κάνει) στο γκρεμό και τις αποκεντρωμένες δομές του κράτους (δήμοι και περιφέρειες), εκτός και αν η έννοια της αυτοδιοίκησης και της αυτονομίας επανέλθουν επειγόντως στην κεντρική πολιτική συζήτηση ως παράγοντες που θα βοηθήσουν είτε στην ανάσχεση μιας πιθανής ολικής χρεοκοπίας, είτε στη διατήρηση νησίδων τοπικής οικονομίας που θα αποτελέσουν και τους πυρήνες της αυριανής οικονομικής ανάκαμψης. Η σχετική ανεξαρτησία των ΟΤΑ από το κράτος, τόσο σε ό,τι αφορά τα έσοδα, όσο και σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των εξόδων (έλεγχος που εφαρμόζεται συνθλιπτικά και παραλυτικά, ως εάν η αυτοδιοίκηση να είναι εξ ορισμού διεφθαρμένη ή υποκείμενο διαφθοράς), θα μπορούσε να οδηγήσει στην αποκεντρωμένη (πράσινη) ανάπτυξη, με την θεσμοθέτηση εργαλείων όπως τα τοπικά περιβαλλοντικά τέλη, τα τέλη από την εκτός σχεδίου δόμηση (με αντίστοιχα κίνητρα για την συντήρηση των υπαρχόντων κτιρίων και την ενεργειακή τους αναβάθμιση), με την επαναφορά των «τελών παρεπιδημούντων», με τα τέλη ΑΠΕ, τα τοπικά επενδυτικά κεφάλαια, τις τράπεζες αντιστάθμισης, κτλ., υπό την αίρεση ότι τα εν λόγω έσοδα θα είναι πράγματι ανταποδοτικά και οι απολογισμοί τους θα υποβάλλονται διαφανώς και σε ετήσια βάση προς το κοινωνικό σώμα. Πέραν αυτού, θα πρέπει επειγόντως να δοθεί η δυνατότητα και να ενθαρρυνθούν οι ΟΤΑ να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις Πράσινης Οικονομίας (ΑΠΕ, διαχείριση περιβαλλοντικών πόρων κτλ.) και να αποσαφηνιστεί το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τα της συμμετοχής: ενώ, για παράδειγμα, σύμφωνα με τον νόμο 3851/2010 για τη χορήγηση άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε σταθμούς Α.Π.Ε. (…) προτεραιότητα στη λήψη άδειας έχουν οι αιτήσεις που υποβάλλονται από νομικά πρόσωπα στα οποία συμμετέχουν Ο.Τ.Α,. ο νόμος 3852/2010 ορίζει ότι οι δήμοι δεν επιτρέπεται να συνιστούν ή να συμμετέχουν σε άλλες ανώνυμες εταιρίες, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, εκτός από εκείνες που είχαν συσταθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και υπό την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 194 αυτού …»

Η πρόσφατα διακηρυγμένη πρόθεση του υπουργείου Οικονομίας να προχωρήσει με νομοθετική ρύθμιση, τη μεταβίβαση της είσπραξης του Ειδικού Τέλους Ακινήτων (το λεγόμενο χαράτσι) και του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας στους ΟΤΑ, είναι ένα βήμα στη σωστή κατεύθυνση. Το ποσό που θα εισπράττεται ανέρχεται σε περίπου 3,2 δισ. ευρώ ετησίως και είναι περίπου ίσο με το ποσό που εκταμιεύεται κάθε χρόνο από τον κρατικό προϋπολογισμό για την επιχορήγηση των ΟΤΑ. «Όταν οι δημότες πληρώνουν φόρο κάθε χρόνο για το σπίτι τους, θα έχουν κάθε λόγο να απαιτούν καλύτερες υπηρεσίες από τους δήμους. Και οι τελευταίοι θα νιώθουν πιο υπεύθυνοι για τους πόρους που εισπράττουν, αφού θα πρέπει να δικαιολογούν στους δημότες πού πηγαίνουν τα σχετικά έσοδα», φέρεται να έχει σχολιάσει στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών. Στους ανωτέρω πόρους, θα μπορούσε να προστεθεί και ένα επιπλέον τέλος στα νέα ακίνητα, κατά το πρότυπο των περισσοτέρων ευρωπαϊκών χωρών. Αν και αντιδημοφιλής, η φορολογία και μάλιστα στο τοπικό επίπεδο, είναι ο μόνος δρόμος της διπλής εξυγίανσης: των οικονομικών των ΟΤΑ και των ανταποδοτικών υπηρεσιών. Από την άλλη μεριά, η στοχευμένη φορολογία είναι ένα δίκαιο εργαλείο για την επίτευξη του «περιβαλλοντικού ισοζυγίου», κάτι που υποσχέθηκαν αλλά δεν τήρησαν προηγούμενες ρυθμίσεις: έσοδα από αυθαίρετα και ημιυπαίθριους, μεταφορά συντελεστή δόμησης κτλ.

Χωρίς χρήµατα και χωρίς επιχειρηματικότητα, η πράσινη ανάπτυξη – αλλά και η όποια ανάπτυξη – είναι ένα άδειο κέλυφος. Και χωρίς αρµοδιότητες στους ΟΤΑ, το σχήµα της τοπικής ανάπτυξης είναι επιεικώς οξύµωρο. Λέει ο νόµος: «Οι Περιφερειακές Αυτοδιοικήσεις αναλαµβάνουν σταδιακά εκείνες τις αρµοδιότητες που ασκούνται σήµερα από την κρατική περιφέρεια, µε εξαίρεση εκείνες οι οποίες πρέπει να παραµείνουν στα αποκεντρωµένα όργανα του κράτους χάριν της ενότητας της κρατικής πολιτικής σε ολόκληρη την επικράτεια, όπως τα θέµατα χωροταξίας – πολεοδοµίας, προστασίας του περιβάλλοντος και δασικής πολιτικής ή µεταναστευτικής πολιτικής». Δηλαδή οι νέοι δήµοι, θεµέλιο της πράσινης ανάπτυξης, χωρίς όµως το περιβάλλον και τη χωροταξία; Χωροταξία, λέξη επίσης κενή περιεχοµένου, αφού η χρήση της γίνεται µόνο διακηρυκτικά. Πώς, για παράδειγµα, ενσωµατώθηκαν τα πλείστα όσα και ακριβά πληρωθέντα εθνικά, περιφερειακά, τοµεακά και τοπικά χωροταξικά σχέδια, στον νέο Καλλικράτη; Πού φαίνονται, πέρα από τις διοικητικές και οικονοµικές αιτιάσεις, οι χωρικές προτεραιότητες, έτσι όπως αυτές πηγάζουν από τις µελέτες και τις θεσµοθετήσεις; Πού φαίνονται οι οικογεωγραφικές διαστάσεις της νέας διευθέτησης, σε µια Ελλάδα της οποίας οι δοµές δεν είναι έργο κανενός Καποδίστρια (χωρίς να υποτιμούμε την προσφορά του ανδρός), αλλά προϊόν µιας µακραίωνης εξέλιξης µέσα στον τόπο και τον χρόνο; Ο Καλλικράτης ήταν, ως γνωστόν, αρχιτέκτονας του Παρθενώνα. Το έργο του κρατά δυόµισι χιλιάδες χρόνια. Γι’ αυτό και οι όποιες ρυθμίσεις για το μέλλον των ΟΤΑ, δεν μπορεί να έχουν τον βραχύβιο ορίζοντα μιας κυβερνητικής, υπουργικής ή και αυτοδιοικητικής θητείας. Πρέπει να αντέχουν στο μέλλον και αυτό θα επιτευχθεί μόνο από υπερτοπικές/υπερκομματικές δομές. Με την έννοια αυτή, η εκλεγμένη Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση ήταν μια μάλλον άστοχη επιλογή προς μια άχρηστη επίδειξη εκδημοκρατισμού με λαϊκιστικές αποχρώσεις.

* «Μεταρρύθμιση στην αυτοδιοίκηση τώρα», κείμενο παρέμβαση των πέντε δημάρχων: Γιώργου Καμίνη, δήμαρχου Αθηναίων, Γιάννη Μπουτάρη, δήμαρχου Θεσσαλονίκης, Γιάννη Δημαρά, δήμαρχου Πατρέων, Πάνου Σκοτινιώτη, δήμαρχου Βόλου, Φίλιππου Φίλιου, δήμαρχου Ιωαννιτών.