Η νέα κατάσταση: Συνολική εκτίμηση

Κώστας Σοφούλης 28 Σεπ 2015

Περίμενα να ιδώ και την σύνθεση της νέας κυβέρνησης πριν μπορέσω να διαμορφώσω μια συνολική εκτίμηση της νέας πολιτικής κατάστασης όπου βρίσκεται η χώρα μετά τις πρόσφατες εκλογές. Κανονικά θα έπρεπε να επιφυλαχθώ μέχρι να ακούσω και τις προγραμματικές δηλώσεις. Εκτιμώ, όμως, ότι η λογική του αποτελέσματος  των εκλογών μαζί με την σύνθεση της νέας κυβέρνησης επαρκούν ως γνωστική βάση για μια μάλλον ακριβή πρόγνωση του περιεχομένου των προγραμματικών δηλώσεων και κυρίως του προσανατολισμού τους. Επομένως, αισθάνομαι ότι έχω μια αρκετά σαφή εικόνα της νέας κατάστασης που επιτρέπει βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προγνώσεις σε ότι αφορά την πολιτική της κυβέρνησης. Αυτό που δεν μπορώ να ξεκαθαρίσω  είναι το πώς θα πολιτευτεί η αντιπολίτευση. Αλλά ας αφήσουμε το ζήτημα αυτό για άλλη φορά.

Ας δούμε πρώτα τις εκλογές. Όχι κυρίως το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά τους παράγοντες που οδήγησαν σε αυτό. Αυτοί οι παράγοντες είναι φυσικό ν’ αποτελέσουν την βάση για τον σχεδιασμό της κυβερνητικής πολιτικής, αφού αυτοί απέδειξαν ότι είναι οι συντελεστές επιτυχίας της κομματικής στόχευσης. Τι ήταν αυτό που έδωσε την άνετη νίκη στον ΣΥΡΙΖΑ;

Την απάντηση θα την πάρουμε με αρκετή ασφάλεια αν στηριχθούμε στην κεντρική εκλογική ατζέντα του Τσίπρα που αποδείχτηκε απόλυτα επιτυχής αφού του έδωσε το ποθητό αποτέλεσμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέβηκε στις εκλογές «ως Τσίπρας μαχόμενος εναντίων των κακών πιστωτών». Τις εκλογές κέρδισε προσωπικά ο Τσίπρας που είναι πλέον ηλίου φαεινότερο ότι δημιουργεί προσωπικό κόμμα. Η ιδεολογία έρχεται ως καρύκευμα που οι δόσεις του κυμαίνονται αναλόγως προς την συγκυρία. Βασικά συνθήματα που εκλαΐκευσαν τον εθνικο-ηρωικό του λόγο είναι αφενός η υπόσχεση ότι θα καταφέρει την αναμόρφωση του δημόσιου χρέους και αφετέρου ότι θα επαναδιαπραγματευθεί όλα τα σημεία τριβής του μνημονίου που υπό συνθήκες υποτιθέμενου εκβιασμού υπέγραψε.

Το δεύτερο κερδοφόρο σύνθημα ήταν η «καταπολέμηση της ανθρωπιστικής κρίσης» που έχει δύο σημαινόμενα: Είναι κρίση που έφεραν οι «κακοί εταίροι» και δεύτερον είναι μια συμπαθητική εξυπονοούμενη πολιτική βοήθειας όπου χωράει κάθε ένας που θεωρεί ότι τον έθιξε η κρίση. Κάτι σαν τους «μη προνομιούχους» του Ανδρέα Παπανδρέου.

Συνοπτικά, οι εκλογές κερδήθηκαν με εθνικολαϊκιστικά επικοινωνιακά εργαλεία, γεγονός που ουδέν το καλό προοιωνίζει αν αυτό είναι που καλόμαθε ο ΣΥΡΙΖΑ ως δρόμο προς την εξουσία. Η δραματική ανάγκη ευρέων και βαθιών μεταρρυθμίσεων έμεινε στη σκιά της εθνικολαϊκιστικής ρητορείας που αυτή λειτούργησε ως λάιτ μοτίφ για να σηματοδοτήσει όλη την εκλογική ρητορεία : Οι μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται προβλήθηκαν ως υποχρεώσεις εξ ανάγκης,  θέματα που χρειάζεται να ερμηνευθούν ως συνεπαγωγές της «μάχης ενάντια στην εξάρτηση από τους κακούς πιστωτές» και ως πολιτικές που εκ των υστέρων θα αντιμετωπίσουν τα θύματα (ευρέως οριζόμενα) της ανθρωπιστικής κρίσης. Όλα αυτά προοιωνίζουν την συνέχεια μιας ζοφερής εθνικολαϊκίστικης πολιτικής προοπτικής με κύριο χαρακτηριστικό την συνεχής αντιευρωπαϊκή σύγκρουση. Έτσι μένει κυρίαρχο το σύνθημα ότι με την δύναμη του λαού, διατηρούμε την εξουσία. Αυτό αρκεί αφού διαπιστώθηκε πόσο εύκολα διαβουκολείται το εκλογικό σώμα με την ποδοσφαιρική και νταηλίδικη ρητορεία.

Πάμε τώρα στην σύνθεση της νέας κυβέρνησης και στα πορίσματα στα οποία μας οδηγεί. Ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα τα κριτήρια με τα οποία θα κρίνουμε την εικόνα. Προτείνω το εξής απλό και ξεκάθαρο σταθερότυπο ως μέτρο σύγκρισης και κριτικής. Ας δεχτούμε, εν προκειμένω, ότι η παρούσα κατάσταση της χώρας (η κρίση, όπως επίμονα ισχυρίζομαι, έχει γίνει πλέον κατάσταση) επιβάλλει ριζικές μεταρρυθμίσεις σε τέσσερα βασικά πεδία: Στη δημοσιονομική διαχείριση, στην Παιδεία, στην λειτουργία του Κράτους και στην άσκηση των βασικών κοινωνικών πολιτικών (υγεία, συντάξεις και στήριξη των περιθωριοποιημένων από την κατάσταση). Κρατώντας την επιφύλαξη για το τι θα ακούσουμε στις προγραμματικές δηλώσεις, θα κρίνω την τεκμαιρόμενη βούληση της κυβέρνησης από το προφίλ των υπουργών στους οποίους ανατέθηκε η ευθύνη για τους τέσσερις αυτούς κεντρικούς τομείς. Αν υπήρχε μεταρρυθμιστική βούληση με βάθος, οι τομείς αυτοί θα έπρεπε να στελεχωθούν με πολιτικούς που έχουν εκ των προτέρων δείξει το εύρος και το βάθος του σχετικού οράματός τους. Θα έπρεπε να είναι πρωτογενείς παραγωγοί πολιτικής σκέψης για τον τομέα τους, αντίστοιχης ποιότητας προς το αντικείμενο των ευθυνών τους. Εύρημα πρώτο, λοιπόν.  Με κραυγαλέα εξαίρεση το στενά οικονομικό επιτελείο  (που έχει την αρμοδιότητα κυρίως της δημοσιονομικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένου και του δημοσίου και ιδιωτικού χρέους), σε κανέναν άλλο τομέα δεν θα βρούμε κάτι περισσότερο από κομματικούς, ασήμαντους απαρατσίκ. Δηλαδή διεκπεραιωτές κάποιας υποκρυπτόμενη κομματικής γραμμής. Την γραμμή, όμως, την ξέρουμε, όπως υποστήριξα στις προηγούμενες παραγράφους. Εθνικολαϊκιστικές υπεκφυγές με σκοπό απλώς την διαιώνισης της εξουσίας. Συμπέρασμα: το επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος της νέας κυβέρνησης του Τσίπρα, είναι το δημοσιονομικό. Αλλά όχι ως εργαλείο συνολικής στρατηγικής μεταρρύθμισης, αλλά μόνο ως πεδίο όπου θα κριθούν οι σχέσεις μας με τους «κακούς πιστωτές μας», επειδή εκεί οι υποχρεώσεις που αναλάβαμε είναι σαφείς και αναπόδραστες. Εδώ δεν πρόκειται για εφαρμογή του γνωστού ρητορικού δόγματος «είναι η οικονομία, ανόητε». Εδώ το δόγμα περιορίζεται στο μερικό σλόγκαν «είναι η δημόσια οικονομία, ανόητε».

Αν  δούμε, τώρα, τα χαρακτηριστικά και την ποιότητα των υπουργών που ηγούνται στους υπόλοιπους βασικούς τομές που θα αφορούσε κατ’ εξοχήν μια μεγάλη μεταρρύθμιση και θα διαπιστώσουμε αβίαστα, ότι ο τομέας της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και η ποιότητα των παρεχομένων κοινωνικών υπηρεσιών από το Κράτος βρίσκονται εκτός βεληνεκούς της κυβερνητικής πολιτικής:

Το Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού ανατέθηκε στον καθηγητή Γιώργο Σταθάκη, όχι ιδιαίτερα λαμπρό ακαδημαϊκό αν κρίνουμε από το πολύ περιορισμένο συγγραφικό του έργο. Στο ενεργητικό του, όμως, έχει τουλάχιστο μιαν ερευνητική εργασία που έχει μακρινή μεν, αλλά σχετική συνάφεια με το αντικείμενο του υπουργείου του. Πρόκειται για το βιβλίο του «Το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ. H ιστορία της αμερικανικής βοήθειας στην Ελλάδα, Αθήνα: Βιβλιόραμα, 2004.». Δεν το έχω διαβάσει, αλλά υποθέτω ότι μια τέτοια ιστορία θα μπορούσε να έχει διδάξει τον συγγραφέα του χρήσιμα μυστικά της αναπτυξιακής διαδικασίας στην Ελλάδα που βασίστηκε σε εξωτερική βοήθεια. Κρατώ μια επιφύλαξη για την ουσία του βιβλίου αφού από τον τίτλο προκύπτει ότι η βοήθεια συναρτάται μόνο πολιτικά με το δόγμα Τρούμαν, δηλαδή, με το αντικομουνιστικό σκέλος της αμερικανικής ανάμιξης στην ανόρθωση της ευρωπαϊκής οικονομίας.  Κατά τα άλλα, όμως,  η ιστορία αυτή έχει συνάφεια τόσο με την βοήθεια που η χώρα παίρνει μέσω διαρθρωτικών ταμείων, όσο και με την έκτακτη βοήθεια που προβλέπουν τα τρία διαδοχικά μνημόνια. Καλλίτερα, βέβαια θα ήταν, αν ο Υπουργός είχε πιο εκτεταμένη επιστημονική έκθεση στα οικονομικά ή την κοινωνιολογία της ανάπτυξης. Πάντως η παρουσία του στο Υπουργείο δεν μοιάζει με άσπρο ελέφαντα, τουλάχιστο. Θα δούμε πολύ σύντομα τι πολιτική θα παράγει.

Το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης βρέθηκε στα χέρια του μάλλον γραφικού Πάνου Κουρουμπλή. Σχέση με το αντικείμενό του; Μηδενική. Ελπίζω να μάθει τουλάχιστο στου κασίδη το κεφάλι. Δύσκολο έως αδύνατο βέβαια, αφού η διοικητική ανασυγκρότηση έχει εξαιρετικά πολύπλοκο τεχνικό χαρακτήρα και προϋποθέτει συνεργασία με εξαιρετικά εξειδικευμένους επιστήμονες και τεχνικούς, με τους οποίους ο υπουργός θα όφειλε να έχει τουλάχιστο κοινή γλώσσα για να συνεννοηθεί. Αυτή η προϋπόθεση δεν υπάρχει. Ως ακτιβιστής, όμως, πολύ εύκολα θα βρει τον δρόμο του για  συμπαιγνίες με τις συντεχνίες του δημοσίου. Αυτό φαίνεται μάλλον βέβαιο και νομίζω ότι αυτή η δυνατότητα μέτρησε για την τοποθέτησή του στο πόστο αυτό από τον εθνικολαϊκιστή πρωθυπουργό μας.

Το Υπουργείο Παιδείας,  Έρευνας και Θρησκευμάτων το εμπιστεύθηκαν στον Νίκο Φίλη. Εδώ η ερμηνεία φαίνεται να κραυγάζει από μόνη της. Μοιάζει με την σημαντικότερη εθνικολαϊκίστικη και συντεχνιακή πρόκληση που αποφάσισε ο πρωθυπουργός: Να θέσει επικεφαλής του υπουργείου Παιδείας άτομο που, ως διαθρυλείται, δεν έχει καν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ανήκει στην συνομοταξία των αιώνιων φοιτητών και προφανώς είναι φορέας όλων των αβυσσαλέων απωθημένων τους. Ως δημοσιογράφος δεν ασχολήθηκε καν περιστασιακά με θέματα εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και η σκέψη του μένει ανεξερεύνητη και μυστηριώδης για μας του παρατηρητές. Τι εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μπορούμε να περιμένουμε ως εκροή της σκέψης του;

Το Υπουργείο Εργασίας , Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης έπεσε τα χέρια του καθηγητή Γιώργου Κατρούγκαλου που διακρίθηκε για την κερδοσκοπία του από την εκμετάλλευση των εργατολογικών του γνώσεων. Αναλυτικότερα για αυτή την πλευρά της προσωπικότητάς του μπορεί κανείς να διαβάσει το σχετικό παλαιότερο άρθρο μου στην Μεταρρύθμιση.   Προφανώς αυτή είναι και η γενική του οπτική για τον τομέα αυτό. Ο υπουργός αυτός είναι όχι μόνο ασύμβατος προς όποια στρατηγική εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης του τομέα του, αλλά είναι και επικίνδυνος για την οπισθοδρόμηση του τομέα σε ακραίες κορπορατίστικες πρακτικές σαν και αυτές που τόσο συνέβαλαν στην κρίση που τελικά μας έχει οδηγήσει στην παρούσα προβληματική κατάσταση.

Το Υπουργείο Υγείας ανατέθηκε στον γιατρό συνδικαλιστή Ανδρέα Ξανθό. Όλη  η ενεργός πολιτική ζωή του απαρτίζεται από συμμετοχές σε συντεχνιακούς αγώνες και κινητοποιήσεις. Εκεί, προφανώς, διαμόρφωσε την κοσμοθεώρησή του και μέσα στα πλαίσια αυτής της κοσμοθεώρησης θα αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις των δομικών μεταρρυθμίσεων που επιβάλλει όχι απλώς το μνημόνιο, αλλά η ίδια η προβληματική κατάσταση της κοινωνικής πολιτικής μας. Τι μπορεί να περιμένει ως παράγωγό της πολιτικής σκέψης ενός τέτοιου προσώπου;

Τέλος, και το ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι η περίπτωση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Υπουργός διορίστηκε ο Πάνος Σκουρλέτης. Ένα άτομο που το βιογραφικό του κοσμεί ένα μοναδικό στοιχείο επαγγελματικής απασχόλησης: Από το 1986 έως το 2011 εργαζόταν στους τομείς της εμπορίας εργαλείων χειρός, της εστίασης και της παροχής υπηρεσιών υγείας & ομορφιάς, στον ιδιωτικό τομέα. Σε ένα τέτοιο άτομο, ο πρωθυπουργός εμπιστεύτηκε την εξειδίκευση της περιβαλλοντικής και ενεργειακής πολιτικής. Μιας πολιτικής που στις μέρες μας αποτελεί τον μεγάλο πονοκέφαλο urbi et orbis και σχετίζεται με την ίδια την επιβίωση του ανθρώπινου είδους. Σε τι γλώσσα θα μιλήσει με τους εξαιρετικά εξειδικευμένους διεθνείς εν προκειμένω φορείς και ειδικότερα με την ΕΕ; Θα προσπαθήσει άραγε να τους πουλήσει κρέμες προσώπου ενάντια στην υπερέκθεση σε περιβάλλον απροστάτευτο από το όζον; Ή μήπως θα προσπαθήσει να πείσει τους ομοτέχνους του για την υπεροχή των μικροεργαλείων έναντι των θανατερών μεγάλων μηχανικών εγκαταστάσεων;

Ας σοβαρευτούμε, λοιπόν. Η σύνθεση της κυβέρνησης αντικατοπτρίζει πλήρως την απόφαση του Τσίπρα να συνεχίσει την ίδια πολιτική για την αναπαραγωγή της εξουσίας του: Συνεχή αμφισβήτηση των εταίρων, νταηλίκι και μηδέν επέμβαση στις συντεχνιακές ισορροπίες με μεταρρυθμιστικές πολιτικές. Αυτή είναι η καθαρή εικόνα που δείχνουν τα ατράνταχτα δεδομένα αυτή τη στιγμή.