Η ΝΔ οδεύει με βεβαιότητα στο…The ENΔ

Πέννυ Δαλαμπούρα 29 Νοε 2015

Στη διάρκεια της πενταετούς ελληνικής κρίσης η ΝΔ είχε επιδείξει παροιμοιώδη αντοχή τηρουμένων των αναλογίων, του αντιπολιτευτικού της λόγου και της εκλογικής κατάρρευσης του έτερου μεγάλου πόλου της Μεταπολίτευσης του ΠΑΣΟΚ. Οι λόγοι που θα μπορούσε να αποδώσει κανείς σε αυτό οφείλονται τόσο σε συγκυριακές συμπτώσεις, όσο και διαχρονικές δομές οργάνωσης της συντηρητικής παράταξης.

 1ον: O συμπαγής πυρήνας των συντηρητικών ψηφοφόρων σε συνθήκες κρίσης συντηρητικοποιούνται ακόμη περισσότερο και, παρά τις αμφιβολίες τους για τον πολιτικό τους φορέα, επιμένουν να τον στηρίζουν. Το ποσοστό αυτού του πυρήνα θα έλεγε κανείς ότι είναι κόντα στο 18%, όπως αποτυπώθηκε στις εκλογές του Μαίου του 2012.

 2ον: Tο μεγαλύτερο βάρος της χρεοκοπίας του 2010 το επωμίσθηκε το ΠΑΣΟΚ, τόσο εκλογικά όσο και πολιτικά. Η αλαζoνική πεποίθηση του Γιώργου Παπανδρέου ότι μια μονοκομματική κυβέρνηση -πανίσχυρη σε εκείνη τη φάση παρόλα αυτά- θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το τσουνάμι των Μνημονίων και μέσα σε μία διετία να βγάλει τη χώρα από την ύφεση αποδείχτηκε τραγικά εσφαλμένη, τόσο για το ΠΑΣΟΚ, όσο και για τη χώρα. Παράλληλα το εκλογικό σύνθημα της νίκης τότε, το πολυθρύλητο πια“λεφτά υπάρχουν”, δεν έδινε στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τη δημοκρατική νομιμοποίηση να εφαρμόσει το πρώτο Μνημόνιο που περιείχε πολυάριθμα μέτρα σκληρής λιτότητας, για τα οποία η ελληνική κοινωνία δεν ήταν ούτε έτοιμη, ούτε πολιτικά ενημερωμένη.

Το πολιτικό μυαλό του Τσίπρα είναι βέβαιο ότι το Μάιο του 2010 θα τον οδηγούσε στη διενέργεια δημοψηφίσματος. Το πολυμήχανο μυαλό του Βαγγέλη Βενιζέλου είχε προτείνει τότε την ψήφιση της δανειακής σύμβασης με αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να μπει και η ΝΔ στο κάδρο, κάτι που αντιμετωπίστηκε μάλλον υπονομευτικά από το επιτελείο του τότε Πρωθυπουργού. Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα εκείνης της επιλογής του Παπανδρέου έκανε τη ΝΔ να απεκδυθεί των ευθυνών της από την καταστροφική διακυβέρνηση Καραμανλή και να κουνάει αντιμνημονιακά το δάχτυλο στην τότε συμπολίτευση. Έτσι απέφυγε τη διαχείριση του πρώτου Μνημονιού και γλίτωσε την εκλογική κατάρρευση.

 3ον: Οι δημοκρατίες καλώς ή κακώς στηρίζονται σε δίπολα. Πάντα δύο είναι οι επικρατέστεροι διεκδικητές της εξουσιάς, μεταξύ των οποίων συσπειρώνονται οι αναποφάσιστοι ψηφοφόροι, δύο θέτουν το βασικό δίλημμα των εκλογών, και τελικά κοινοβουλευτικά ο ένας θα παίζει τον καθοριστικό ρόλο της κυβέρνησης και ο άλλος τον εξέχoντα ρόλο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Η απρόσμενη εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ και η διατήρηση της ΝΔ στην πρωτιά των εκλογών του Μαίου του 2012, έδωσε στο πολιτικό σύστημα έναν νέο κίβδηλο και εύθραστο δικομματισμό. Η ΝΔ διατήρησε τη θέση της σε πρώτο ρόλο στο νέο δικομματισμό, σε αντίθεση με το ΠΑΣΟΚ.

Παρόλα αυτά συνέχισε μέσα από παλινωδίες, λάθη και αδυναμίες να μην έχει τον πρώτο ρόλο στην διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας της χώρας. Στην πραγματικότητα σε καμία φάση της Μεταπολίτευσης, δεν τον έχει. Ίσως αν εξαιρέσει κανείς τη περιόδο 90-93, η ΝΔ έπαιζε μονίμως το ρόλο του πολιτικού παρακολουθήματος του ΠΑΣΟΚ. Ακόμη και την περίοδο 2004-09, μέσα στην πολιτική της παντοδυναμία, η ΝΔ υπήρξε πάντα κακός μίμος του χειρότερου ΠΑΣΟΚ. Πιθήκιζε τις πρακτικές των διορισμών στο δημόσιο προσπαθώντας να δημιουργήσει το δικό της πελατειακό σύστημα εξουσίας, δυστυχώς όμως γι αυτήν πάντα το πρωτότυπο είναι καλύτερο από το αντιγράφο, ακόμη και στο λάθος.

Από το 2012 και μετά η ΝΔ ετεροπροσδιορίστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η όλη της ρητορική, η συνθηματολογία, το πολιτικό της περιεχόμενο απεργάζονταν μονίμως τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Εδραζόταν στην -σωστή όπως απέδειξε η ανεκδιήγητη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ- πεποίθηση ότι ο ερχομός τους στην εξουσία μόνο δεινά θα μπορούσε να προκαλέσει σε μία δοκιμαζόμενη χρεοκοπημένη χώρα. Αυτό παρόλα αυτά δεν την εμπόδισε να αναζητά τον αντι-Τσίπρα που θα την έσωζε από τις εκλογικές ήττες, όπως ο αυθεντικός Τσίπρας άλλωστε έσωσε τη χώρα…

Στη διάρκεια της πενταετούς ελληνικής κρίσης η ΝΔ είχε επιδείξει παροιμοιώδη αντοχή τηρουμένων των αναλογίων, του αντιπολιτευτικού της λόγου και της εκλογικής κατάρρευσης του έτερου μεγάλου πόλου της Μεταπολίτευσης του ΠΑΣΟΚ. Οι λόγοι που θα μπορούσε να αποδώσει κανείς σε αυτό οφείλονται τόσο σε συγκυριακές συμπτώσεις, όσο και διαχρονικές δομές οργάνωσης της συντηρητικής παράταξης.

 1ον: O συμπαγής πυρήνας των συντηρητικών ψηφοφόρων σε συνθήκες κρίσης συντηρητικοποιούνται ακόμη περισσότερο και, παρά τις αμφιβολίες τους για τον πολιτικό τους φορέα, επιμένουν να τον στηρίζουν. Το ποσοστό αυτού του πυρήνα θα έλεγε κανείς ότι είναι κόντα στο 18%, όπως αποτυπώθηκε στις εκλογές του Μαίου του 2012.

 2ον: Tο μεγαλύτερο βάρος της χρεοκοπίας του 2010 το επωμίσθηκε το ΠΑΣΟΚ, τόσο εκλογικά όσο και πολιτικά. Η αλαζoνική πεποίθηση του Γιώργου Παπανδρέου ότι μια μονοκομματική κυβέρνηση -πανίσχυρη σε εκείνη τη φάση παρόλα αυτά- θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το τσουνάμι των Μνημονίων και μέσα σε μία διετία να βγάλει τη χώρα από την ύφεση αποδείχτηκε τραγικά εσφαλμένη, τόσο για το ΠΑΣΟΚ, όσο και για τη χώρα. Παράλληλα το εκλογικό σύνθημα της νίκης τότε, το πολυθρύλητο πια“λεφτά υπάρχουν”, δεν έδινε στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τη δημοκρατική νομιμοποίηση να εφαρμόσει το πρώτο Μνημόνιο που περιείχε πολυάριθμα μέτρα σκληρής λιτότητας, για τα οποία η ελληνική κοινωνία δεν ήταν ούτε έτοιμη, ούτε πολιτικά ενημερωμένη.

Το πολιτικό μυαλό του Τσίπρα είναι βέβαιο ότι το Μάιο του 2010 θα τον οδηγούσε στη διενέργεια δημοψηφίσματος. Το πολυμήχανο μυαλό του Βαγγέλη Βενιζέλου είχε προτείνει τότε την ψήφιση της δανειακής σύμβασης με αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να μπει και η ΝΔ στο κάδρο, κάτι που αντιμετωπίστηκε μάλλον υπονομευτικά από το επιτελείο του τότε Πρωθυπουργού. Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα εκείνης της επιλογής του Παπανδρέου έκανε τη ΝΔ να απεκδυθεί των ευθυνών της από την καταστροφική διακυβέρνηση Καραμανλή και να κουνάει αντιμνημονιακά το δάχτυλο στην τότε συμπολίτευση. Έτσι απέφυγε τη διαχείριση του πρώτου Μνημονιού και γλίτωσε την εκλογική κατάρρευση.

 3ον: Οι δημοκρατίες καλώς ή κακώς στηρίζονται σε δίπολα. Πάντα δύο είναι οι επικρατέστεροι διεκδικητές της εξουσιάς, μεταξύ των οποίων συσπειρώνονται οι αναποφάσιστοι ψηφοφόροι, δύο θέτουν το βασικό δίλημμα των εκλογών, και τελικά κοινοβουλευτικά ο ένας θα παίζει τον καθοριστικό ρόλο της κυβέρνησης και ο άλλος

τον εξέχoντα ρόλο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Η απρόσμενη εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ και η διατήρηση της ΝΔ στην πρωτιά των εκλογών του Μαίου του 2012, έδωσε στο πολιτικό σύστημα έναν νέο κίβδηλο και εύθραστο δικομματισμό. Η ΝΔ διατήρησε τη θέση της σε πρώτο ρόλο στο νέο δικομματισμό, σε αντίθεση με το ΠΑΣΟΚ.

Παρόλα αυτά συνέχισε μέσα από παλινωδίες, λάθη και αδυναμίες να μην έχει τον πρώτο ρόλο στην διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας της χώρας. Στην πραγματικότητα σε καμία φάση της Μεταπολίτευσης, δεν τον έχει. Ίσως αν εξαιρέσει κανείς τη περιόδο 90-93, η ΝΔ έπαιζε μονίμως το ρόλο του πολιτικού παρακολουθήματος του ΠΑΣΟΚ. Ακόμη και την περίοδο 2004-09, μέσα στην πολιτική της παντοδυναμία, η ΝΔ υπήρξε πάντα κακός μίμος του χειρότερου ΠΑΣΟΚ. Πιθήκιζε τις πρακτικές των διορισμών στο δημόσιο προσπαθώντας να δημιουργήσει το δικό της πελατειακό σύστημα εξουσίας, δυστυχώς όμως γι αυτήν πάντα το πρωτότυπο είναι καλύτερο από το αντιγράφο, ακόμη και στο λάθος.

Από το 2012 και μετά η ΝΔ ετεροπροσδιορίστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η όλη της ρητορική, η συνθηματολογία, το πολιτικό της περιεχόμενο απεργάζονταν μονίμως τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Εδραζόταν στην -σωστή όπως απέδειξε η ανεκδιήγητη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ- πεποίθηση ότι ο ερχομός τους στην εξουσία μόνο δεινά θα μπορούσε να προκαλέσει σε μία δοκιμαζόμενη χρεοκοπημένη χώρα. Αυτό παρόλα αυτά δεν την εμπόδισε να αναζητά τον αντι-Τσίπρα που θα την έσωζε από τις εκλογικές ήττες, όπως ο αυθεντικός Τσίπρας άλλωστε έσωσε τη χώρα…

Κάπως έτσι φτάνουμε στην ανάδειξη νέας -της 9ης κατά σειρά- ηγεσίας της ΝΔ μετά από διαδοχικές και, σε κάποιες περιπτώσεις, ατιμωτικές ήττες για τη συντηρητική παράταξη. Η διαδικασία δεν έγινε ποτέ και αναβλήθηκε προς το παρόν επ’ αόριστον, ενώ ο πολιτικός διάλογος που προηγήθηκε για την επόμενη μέρα του κόμματος ήταν επιεικώς ανύπαρκτος. Από όποιο πρίσμα και να παρακολουθεί κανείς τις εξελίξεις, το γεγονός αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και δημιουργεί δημοκρατικό έλλειμμα στη χώρα. Μία Αξιωματική Αντιπολίτευση τυπικά πλέον ακέφαλη, δεν μπορεί να ελέγξει μία συμπολίτευση με ροπή σε καθεστωτικές νοοτροπίες, αν και εύθραυστη κοινοβουλευτικά. Και ακριβώς αυτό το τελευταίο είναι και το πλέον κρίσιμο σημείο.

Πώς θα περάσει μία κυβέρνηση αναιμικής πλειοψηφίας της τάξεως των 153 βουλευτών τα δύο νομοσχέδια που επιβάλλεται να περάσουν για να κλείσει η πρώτη αξιολόγηση, του ασφαλιστικού και του φορολογικού των αγροτών;

Ήδη ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε συναίνεση από τα κόμματα της Αντιπολίτευσης. Την ίδια συναίνεση που ζήτησε από την Αντιπολίτευση και τον Αύγουστο για την υπερψήφιση του 3ου Μνημονίου και τη διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας στη χώρα, ενώ δύο βδομάδες μετά θα ανακοίνωνε τις εκλογές που είχε ήδη προαποφασίσει. Θα έχει κάποιος νομιμοποιήση ως επικεφαλής της ΝΔ να λάβει αυτήν την πολιτικά σημαντική απόφαση; Ποιος θα είναι αυτός; Και με ποιες διαδικασίες; Κανείς.

Αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Όπως και η πρόβλεψη ότι όπως και όποτε πραγματοποιηθεί η διαδικασία εκλογής νέου προέδρου, η ΝΔ οδεύει πια αναπόφευκτα σε τροχιά διάλυσης. Ό,τι και να μπορεί να προσάψει κάνεις στον Τσίπρα για τις ικανότητές του στη διακυβέρνηση, στην οργάνωση εκλογών έχει μεταδιδακτορικό. Ποιος θα ακούσει, όμως, από αύριο έναν πολιτικό φορέα που χάνει ακόμη και στις δικές του εκλογές; Κανείς. Λοιπόν, the ENΔ.