Η «επέτειος» της τελευταίας στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα δεν λέει σχεδόν τίποτα πλέον στο μισό πληθυσμό, σίγουρα σε όσους είναι κάτω από 50 χρόνων. Η ενασχόληση με το γεγονός, η καταγραφή της ιστορικής περιόδου και η «ανάλυσή» της έχουν γίνει κατά κόρον. Μια ακόμα δεν έχει να προσφέρει κάτι ιδιαίτερο και, ίσως, είναι η τελευταία αφορμή για επετειακή ενασχόληση, τα άλλα είναι δουλειά των ιστορικών.
Η αφορμή είναι καθαρά χρονική. Η συμπλήρωση 50 ετών από την 21η Απριλίου 1967. Μισός αιώνας. Η τύχη το έφερε να είναι ίδια και η μέρα. Παρασκευή πρωί ήταν και τότε, όταν οι πολύ πρωϊνοί Αθηναίοι είδαν τανκς στους δρόμους.
Η ΑΙΤΙΑ: Η προδικτατορική Ελλάδα ήταν μια χώρα με ανώμαλο πολιτικό καθεστώς. Ας το πούμε «μη κανονικό» με σημερινούς όρους. Η Ελλάδα ήταν μια καχεκτική δημοκρατία. Ηταν υπό την επικυριαρχία των Αμερικανών και ελάχιστη σχέση είχε με την προηγμένη Ευρώπη. Παρόλα αυτά ήταν σε καλύτερη κατάσταση από άλλες συγκρίσιμες ευρωπαϊκές χώρες(Ισπανία, Πορτογαλία), στις οποίες η δικτατορία κράτησε 35 και 48 χρόνια αντίστοιχα. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα, που κυριάρχησε μετά τον Εμφύλιο και μέχρι την 21η Απριλίου 1967, ήταν αυταρχικό με μικρές αναλαμπές. Ετσι, ο ερχομός της Χούντας μπορεί να αιφνιδίασε κατά τη στιγμή της κήρυξής της, αλλά ουσιαστικά ήταν μια «φυσιολογική» εξέλιξη αυτού που υπήρχε. Ο αυταρχισμός με κοινοβουλευτικό μανδύα έδωσε τη θέση του στους δικτάτορες. Για την ακρίβεια, την άρπαξαν.
Ο ΜΥΘΟΣ: Μετά την πτώση της δικτατορίας (1974) οικοδομήθηκε ένας μύθος. Ο μύθος της «καθολικής αντίστασης». Ξαφνικά εκατομμύρια Ελληνες έγιναν «αντιστασιακοί». Στην πραγματικότητα ήταν λίγες χιλιάδες αυτοί που σύρθηκαν στις εξορίες και στις φυλακές ή έχασαν τις δουλειές τους. Το ίδιο συνέβη και σε θεσμούς που θα μπορούσαν να προβάλλουν αντίσταση και, αντιθέτως, συνεργάστηκαν με τους δικτάτορες. Η Εκκλησία και η Ακαδημία Αθηνών είναι δυο παραδείγματα.
Μεμονωμένοι πνευματικοί άνθρωποι δεν υπέκυψαν (μερικά παραδείγματα εδώ). Αλλοι προτίμησαν είτε την αφωνία είτε τις δημόσιες σχέσεις με τους σφετεριστές της εξουσίας.
ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η Χούντα του 1967 ήταν η τελευταία στρατιωτική δικτατορία που έζησε η Ελλάδα. Ηταν κατάλοιπο και αποτέλεσμα μιας ανώμαλης εποχής, που διήρκεσε σχεδόν ενάμιση αιώνα από την ίδρυση του νεότερου ελληνικού κράτους. Ηταν ένα διδακτικό μάθημα για τον πολιτικό κόσμο και ο καταλύτης που οδήγησε τη χώρα σε μια σημαντική μετάβαση. Το 1974, με την πτώση της δικτατορίας, η Ελλάδα πήρε τον ευρωπαϊκό δρόμο οριστικά και αμετάκλητα. Αυτόν το δρόμο γνωρίζουν σήμερα όλες οι γενιές που έζησαν και ζουν αυτά τα 50 χρόνια. Οι παλιότερες μπορούν να καταλάβουν τη διαφορά, οι νεότερες όχι.
Τι απομένει; Μόνο η ιστορική μνήμη, για όσους έχουν τη διάθεση να στρέφονται ενίοτε σε αυτήν. Δεν είναι οι περισσότεροι. Το μόνο παρήγορο είναι ότι αυτή η προϊούσα κυριαρχία της λήθης δεν (φαίνεται να) μας απειλεί με αυτό που έχει πει ο ισπανοαμερικανός συγγραφέας Τζορτζ Σανταγιάνα: «Οποιος δεν θυμάται το παρελθόν του είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει».