Η μη συμμετοχή για συγκρότηση του ευρωψηφοδελτίου που οδηγεί;

Μιχάλης Αρτεμάκης 28 Φεβ 2014

Το κλίμα ήταν «κλίμα ήττας από εμφύλιο», δυστυχώς ελάχιστοι καταλάβαιναν ότι η ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς γίνεται σε κλίμα ήττας και υποχώρησης.

Μπορεί να γινόταν αναφορές στο πρόβλημα όλη αυτή την περίοδο. Το θέμα είναι ότι κανείς δεν έκανε κάτι για να αποτραπεί, ή διαφορετικά ελάχιστοι ήταν εκείνοι που προσπαθούσαν να το αντιστρέψουν. Αντίθετα οι περισσότεροι εργαζόταν για την ενίσχυση του. Ύστερα από μια προσπάθεια κάποιον μηνών για την ανασυγκρότηση και ενότητα του χώρου, με τα όποια αποτελέσματα είχαν επιτευχθεί μέσα από κάποιες διαδικασίες, αυτοί που είχαν το πρόσταγμα αποφάσισαν «ότι δεν θα συμμετέχουν στην κορυφαία στιγμή της προσπάθειας που είναι η συγκρότηση του ευρωψηφοδελτίου».

Το επιχείρημα είναι ότι δεν θέλουν να μπουν σε λογικές «κομματικών μηχανισμών». Όμως η πρόσκληση-έκκληση απευθυνόταν και σε κόμματα, αυτό εμμέσως αποτελεί ένα αντικειμενικό πολιτικό γεγονός, που σε κάνει να μην μπορείς να το αποφύγεις.

Θα μπορούσες να το αποφύγεις, αν από την αρχή η έκκληση σου ήταν για δημιουργία ενός νέου κόμματος της κεντροαριστεράς. Αυτό όμως δεν προκύπτει ούτε κατ’ ελάχιστον από την αρχική πολιτική πλατφόρμα των «58». Θα μου πείτε προέκυψε από το διάλογο από αρκετούς, όλη αυτή τη περίοδο. Σύμφωνοι, μόνο που κατά την γνώμη μου, δεν μπορεί να εκφράσει το πραγματικό πρόβλημα που σήμερα αντιμετωπίζει ο χώρος μας. Απλώς κάτω από ένα καινούριο «μανδύα» γίνεται η προσπάθεια άμεσα να λύσεις τα προβλήματα της κεντροαριστεράς. Όμως για την λύση τους, αναγκαία προϋπόθεση είναι ένας συστηματικός δημοκρατικός διάλογος σε βάθος χρόνου (όσος χρειαστεί), πολιτικός – ιδεολογικός. Τα ρεύματα σκέψης που διαπερνούν αυτό το χώρο, από τους φιλελεύθερους, σοσιαλδημοκράτες, σοσιαλιστές, δημοκράτες της αριστεράς, στην χώρα μας δεν είναι αποκρυσταλλωμένα, όσον αφορά στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, στο πεδίο εφαρμογής τους στην ελληνική κοινωνία και το πολιτικά μας σύστημα.

Από αυτή την πλευρά, η διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού φορέα, δεν μπορεί να είναι το αποτέλεσμα, βραχυπρόθεσμης στρατηγικής. Αντίθετα προϋποθέτει χρόνο.

Ο αντίλογος είναι, ότι λόγω της κρίσης, ο πολιτικός χρόνος έχει συντομεύσει. Ότι η κρίση του πολιτικού συστήματος πρέπει να ξεπεραστεί με την εμφάνιση νέων πολιτικών υποκειμένων, τείνει να γίνει η κυρίαρχη αντίληψη στην κοινωνία, επειδή έχει φτάσει στο ναδίρ το αίσθημα αναξιοπιστίας απέναντι στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Εδώ υπάρχουν δύο σοβαρά ζητήματα που πρέπει να αξιολογηθούν. Το πρώτο είναι η αξιολόγηση μιας ανάλογης εμπειρίας από την κρίση του ιταλικού πολιτικού συστήματος, η οποία οδήγησε στη ανατροπή των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας την δεκαετία του 90 και τελικά οδήγησε στο Μπερλουσκονισμό και στα αποσχιστικά κινήματα του Βορρά και την ιταλική κοινωνία σήμερα να περνά την μεγαλύτερη μεταπολεμική κρίση στη ιστορίας της. Το δεύτερο ζήτημα έχει σχέση με την ίδια τη χώρα μας. Η εμφάνιση νέων πολιτικών υποκειμένων, η οποία οποίο εν πολλοίς έχει γίνει, δεν οδηγεί αναγκαστικά σε έξοδο από την κρίση. Θυμίζω ότι δύο κόμματα του ελληνικού κοινοβουλίου είναι νέα, προϊόντα της κρίσης και ένα αντισυστημικό κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει γίνει αξιωματική αντιπολίτευση και διεκδικεί να είναι η επόμενη κυβέρνηση στη χώρα. Την ίδια στιγμή το πολιτικό σύστημα της χώρας τείνει να καταλήξει σε ένα νέο δικομματικό δίπολο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Μόνο που το νέο δίπολο, σε αντίθεση με το παρελθόν δεν φαίνεται να μπορεί να διασφαλίσει την πολιτική σταθερότητα της χώρας. Πολιτική σταθερότητα που αποτελεί sine qua non για την έξοδο της χώρας από την κρίση με ομαλό και δημοκρατικό τρόπο.

Οι δυνάμεις της κεντροαριστεράς έπρεπε, από την μια πλευρά να εγγυηθούν την πολιτική σταθερότητα της χώρας, από την άλλη να ανοίξουν την συζήτηση γύρω από το νέο παράδειγμα ιδεολογικό – πολιτικό που έχει ανάγκη η χώρα για να βγει από την κρίση, και να οικοδομήσει ένα σύγχρονο Ευρωπαϊκό κράτος – κοινωνία.

Η δυναμική αυτού του εγχειρήματος, για να μπορεί να συντομεύσει και τον πολιτικό χρόνο, είχε σαν προϋπόθεση την ενότητα «χωρίς αποκλεισμούς και εξαιρέσεις» του μεγαλύτερου τμήματος των δυνάμεων της και την επιτυχία της σε μια πολιτική αναμέτρηση που έτυχε να είναι οι Ευρωεκλογές και οι Δημοτικές – Περιφερειακές. Σωστά λοιπόν θεωρούνταν το ορόσημο που θα σηματοδοτούσε και την επιτυχία της ανασύνθεσης του δημοκρατικού προοδευτικού χώρου.

Τι μεσολάβησε και έχουμε την τελευταία ανατροπή;

Οι δυσκολίες που πιθανόν να προκύπτουν από τις διαδικασίες σε θέματα πολιτικά και οργανωτικά από τους κομματικούς μηχανισμούς, αλλά και την διαφορετικότητα απόψεων και εκτιμήσεων, ιδιαίτερα μετά την καθιέρωση του σταυρού, που δυσκολεύουν περισσότερο τις αναγκαίες συγκλίσεις και υποχωρήσεις για να καταλήξουν σε συνθέσεις και αποφάσεις; Ασφαλώς σοβαρό ρόλο έπαιξε η στάση της ΔΗΜΑΡ και των στελεχών της, που αρχικά είχαν στηρίξει το εγχείρημα.

Αυτά όλα δεν μπορεί όμως να αποτελούν το άλλοθι, της στρατηγικής διαφοροποίησης των 58, ως προς το ορόσημο των ευρωεκλογών.

Το αποτέλεσμα αγαπητοί φίλοι /σύντροφοι είναι αν με την παραπάνω ενέργεια σας δημιουργήσατε σημαντικές δυσκολίες στην ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς, που αποτελεί τον κοινό σκοπό όλων μας.

Ας απαντήσει η ίδια η πράξη και η ζωή κατά το επόμενο βραχυμεσοπρόθεσμο διάστημα.