Η μετεκλογική εθνική συμφωνία είναι μονόδρομος

Πανος Μαΐστρος 09 Σεπ 2015

Η Ν.Δ., το ΠΟΤΑΜΙ και η Δημοκρατική Συμπαράταξη ΠΑΣΟΚ–ΔΗΜΑΡ προτείνουν τη συμμετοχή όλων των πολιτικών κομμάτων με ευρωπαϊκό προσανατολισμό στο σχηματισμό της κυβέρνησης που θα συγκροτηθεί την επομένη των εκλογών της 20ης Σεπτεμβρίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει ότι δεν θεωρεί εφικτή την προγραμματική σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ – Ν.Δ.

Με βάση αυτά τα δεδομένα και εφόσον επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις που οδηγούν την Χ.Α. στην τρίτη θέση, το πιθανότερο είναι να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας από το πρώτο κόμμα (τον ΣΥΡΙΖΑ ή τη Ν.Δ.) με τη συμμετοχή ενός ή δύο από τα μικρότερα πολιτικά κόμματα. Αυτό σημαίνει ότι η Ν.Δ. ή ο ΣΥΡΙΖΑ αντίστοιχα θα είναι η αξιωματική αντιπολίτευση.

Στην περίπτωση αυτή υπάρχουν δύο μετεκλογικά σενάρια. Το πρώτο, η αξιωματική αντιπολίτευση «να ανεβεί στα κάγκελα και να πετροβολά την κυβέρνηση» για όλα τα ζητήματα και το δεύτερο, να συμφωνηθεί ότι κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση συνάπτουν μια Εθνική Συμφωνία για την εφαρμογή του 3ου Μνημονίου και κυρίως για την εφαρμογή όλων των μεταρρυθμίσεων που εκσυγχρονίζουν τις σημαντικές δημόσιες πολιτικές (δημοσιονομική πολιτική, υγεία, κοινωνική ασφάλιση, παιδεία) ή βελτιώνουν τη λειτουργία του κράτους.

Εάν οδηγηθούμε στο πρώτο σενάριο, η κυβέρνηση συνεργασίας, «πετροβολούμενη» από όλη την αντιπολίτευση, θα διστάζει να αναλάβει το πολιτικό κόστος των μεταρρυθμίσεων, με συνέπεια τη διακοπή της χρηματοδότησης της χώρας και την κατάρρευσή της. Εάν όμως οι ηγεσίες των κομμάτων που ψήφισαν το 3ο Μνημόνιο δείξουν την αναγκαία υπευθυνότητα, δεδομένου ότι η χώρα μας είναι πια «στο παρά πέντε», θα αντιληφθούν ότι, χωρίς να αλλάζει ο τυπικός ρόλος κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, αυτή η Εθνική Συμφωνία είναι μονόδρομος. Θα μπορούσα να περιγράψω το πολιτικό και κανονιστικό πλαίσιο μιας τέτοιας Εθνικής Συμφωνίας, αλλά αυτό είναι εύκολο να προσδιοριστεί εάν συμφωνηθεί ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Το ελληνικό δικαιικό σύστημα έχει λύσεις προγραμματικών συμφωνιών και η εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών χωρών προσφέρει σχετικά υποδείγματα.

Όσον αφορά το περιεχόμενο της Εθνικής Συμφωνίας, θα αρκεστώ σε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Πέντε πολιτικά κόμματα ψήφισαν στις 13 Αυγούστου το Νόμο 4336 που περιλαμβάνει και την «αποπολιτικοποίηση» της Δημόσιας Διοίκησης.

Με βάση την υπάρχουσα επιστημονική βιβλιογραφία και την εμπειρία από τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην Ελλάδα την προηγούμενη 40ετία, μπορούμε να προσδιορίσουμε το περιεχόμενο αυτής της «αποπολιτικοποίησης». Η έννοια αυτή χρειάζεται να εξειδικευτεί βέβαια με βάση τις ανάγκες και τις δυνατότητες της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης, ώστε να μη γίνει άκριτη μεταφορά βορειοευρωπαϊκών μοντέλων από ξένους εμπειρογνώμονες, αλλά πρέπει αυτή η προσαρμογή να μη φτάσει στο σημείο να νοηματοδοτήσουμε ως αποπολιτικοποίηση τη σημερινή σχέση εξάρτησης της Δημόσιας Διοίκησης από το πολιτικό σύστημα, λόγω «των ιδιαιτεροτήτων της ελληνικής περίπτωσης». Αυτή η προσέγγιση μας οδηγεί στα ακόλουθα μέτρα :

  • Διάκριση πολιτικής διεύθυνσης – διοικητικής διοίκησης (μάνατζμεντ). Αυτό προϋποθέτει τη δημιουργία «σώματος ανωτάτων διευθυντικών στελεχών» από το οποίο θα επιλέγονται οι γενικοί και οι ειδικοί γραμματείς, οι επικεφαλής των δημοσίων οργανισμών και οι γενικοί διευθυντές των υπουργείων, των περιφερειών, των δήμων και των νομικών προσώπων τους.
  • Διοίκηση (management) της Δημόσιας Διοίκησης (στοχοθεσία, αξιολόγηση της απόδοσης των υπηρεσιών και του προσωπικού, υπηρεσιακή εξέλιξη, μισθολογικό σύστημα) που εφαρμόζεται από το ανωτέρω σώμα ανωτάτων διευθυντικών στελεχών και η οποία σχεδιάζεται, υποστηρίζεται και εποπτεύεται η εφαρμογή της από ανεξάρτητη και ικανή δομή (τύπου ΑΣΔΥ), με τρόπο που να διασφαλίζεται και η κοινωνική αποδοχή και στήριξή της.
  • Απλοποίηση, αντικειμενικοποίηση και ηλεκτρονικοποίηση των διαδικασιών παραγωγής και παροχής των υπηρεσιών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις, ώστε να μη χρειάζεται «μπάρμπας στην Κορώνη».
  • Διεύρυνση των ΚΕΠ και γενικότερα δημιουργία αυτοτελών διαμεσολαβητικών μηχανισμών παροχής των υπηρεσιών μεταξύ του δημόσιου τομέα και των πολιτών και μεταξύ του δημόσιου τομέα και των επιχειρήσεων.
  • Δημιουργία Παρατηρητηρίου εφαρμογής των παραπάνω, στο οποίο θα μετέχουν τα αρμόδια επιστημονικά στελέχη των κοινοβουλευτικών κομμάτων, των συλλογικών φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης, των κοινωνικών εταίρων και των σημαντικότερων φορέων της κοινωνίας των πολιτών. Το Παρατηρητήριο θα διασφαλίζει τη διαφάνεια και τη συνεχή εξωτερική αξιολόγηση της εφαρμογής των μέτρων αυτών.

Αναρωτιέμαι εάν υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι τα παραπάνω μέτρα και ιδίως αυτά που προϋποθέτουν την ουσιαστική συμμετοχή του ανθρώπινου δυναμικού του δημόσιου τομέα (επιλογή των διευθυντικών στελεχών και αξιολόγηση των υπηρεσιών και του προσωπικού), μπορούν να υλοποιηθούν από μια κυβέρνηση που τα κόμματα τα οποία τη συγκροτούν θα έχουν πάρει περίπου το 40% των ψήφων και θα έχουν περίπου 155 βουλευτές, χωρίς μια ευρύτερης πολιτικής και κοινωνικής στήριξης Εθνική Συμφωνία.

Όποιος το πιστεύει αυτό πρέπει να μας δείξει ένα τέτοιο παράδειγμα που να αφορά τις πολιτικές διοίκησης του ανθρώπινου δυναμικού από το 1975 μέχρι σήμερα, εκτός από τις περικοπές των μισθών που αρκεί να μπουν σε ένα νόμο και από το ΑΣΕΠ που νομοθετήθηκε το 1994 και χρειάστηκε 15 χρόνια για την καθολική εφαρμογή του στο δημόσιο τομέα.