Είναι αλήθεια ότι οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο κράτος και το παραγωγικό μοντέλο της χώρας δεν ήταν ποτέ το δυνατό σημείο όλων των ελληνικών κυβερνήσεων. Οι ισχυρές συντεχνίες, οι ανεύθυνοι συνδικαλιστές, ο κατακερματισμός της κοινωνίας, η περιφρόνηση του δημοσίου συμφέροντος και το πελατειακό σύστημα δεν επέτρεψαν, από καταβολής του νεοελληνικού κράτους, τη θέσπιση μέτρων ικανών να θέσουν τη χώρα σε τροχιά υγιούς ανάπτυξης βασισμένης λιγότερο στην κατανάλωση και την οικοδομή και περισσότερο στην παραγωγή και την προσφορά ανταγωνιστικών προϊόντων και υπηρεσιών.
Από αυτόν τον κανόνα δεν μπόρεσε να ξεφύγει ούτε η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή, που βασίστηκε κατά κύριο λόγο στην περικοπή μισθών και συντάξεων και την υπερφορολόγηση, παρά στην εισαγωγή διαρθρωτικών μέτρων που θα είχαν αντίστοιχο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Εδώ δεν βοήθησε, βέβαια, ούτε η τρόικα, που επικεντρώθηκε στην επίτευξη μετρήσιμων μεγεθών, άσχετα με τον τρόπο που γινόταν αυτό. Παρά κάποιες θετικές παρεμβάσεις της task force του κ. Ράιχενμπαχ, οι μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες παρέμειναν πάντα σε χαμηλή τροχιά.
Το είδαμε με την εφαρμογή της διαθεσιμότητας και της κινητικότητας στο πλαίσιο της διοικητικής μεταρρύθμισης, με την καθυστέρηση στο άνοιγμα των επαγγελμάτων και με την παραπομπή στις καλένδες των ιδιωτικοποιήσεων, το βλέπουμε και τώρα με τις ατέρμονες συζητήσεις σχετικά με τα μέτρα που προτείνει ο ΟΟΣΑ για τον εξορθολογισμό σειράς εμπορικών πρακτικών που επιβαρύνουν τις τιμές και στρέφονται εναντίον των καταναλωτών. Η κατάσταση αυτή τείνει να επιδεινωθεί εν όψει εκλογών, πράγμα που μπορεί να αποτελέσει τη χαριστική βολή στην ομαλή εξέλιξη του προγράμματος και να ακυρώσει όλες τις θυσίες στις οποίες υποβλήθηκε ο ελληνικός λαός μέχρι σήμερα. Κάτι τέτοιο πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία και γι? αυτό υπεύθυνη είναι η κυβέρνηση. Οι ιθύνοντες οφείλουν να καταλάβουν ότι οι πιθανότητες θετικού εκλογικού αποτελέσματος εξαρτώνται από τη μεταρρυθμιστική ορμή και όχι από την υποστολή της.
Βέβαια, καλό θα ήταν να κατανοήσει το ίδιο πράγμα και η αξιωματική αντιπολίτευση και να περιορίσει τη λαϊκιστική ρητορεία, που κινδυνεύει να τη φέρει σε μετωπική σύγκρουση με τη σκληρή πραγματικότητα μετά τις εκλογές, αν -βέβαια- τις κερδίσει. Ισχυρό χαρτί θα μπορούσε να γίνει η βούληση θέσπισης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ιδίως για την υπό διαμόρφωση ενιαία Κεντροαριστερά, της οποίας η σιωπηρή για την ώρα εκλογική δύναμη πιστεύει σε αυτήν ακριβώς την αναγκαιότητα. Οι μεταρρυθμίσεις στο κράτος, στη διοίκηση και στο παραγωγικό μοντέλο αποτελούν υπαρξιακή ανάγκη της χώρας. Μακάρι να το καταλάβουν όλοι, ακόμα και την ύστατη τούτη ώρα.