tovima.gr
Έρχονται σκληρότερες μέρες.
Η ανάκληση του δανεισμένου χρόνου
είναι πλέον ορατή στον ορίζοντα…
Ο ΔΑΝΕΙΣΜΕΝΟΣ ΧΡΟΝΟΣ (DIE GESTUNDETE ZEIT)
(Της Ingeborg Bachmann)
Η εκλογή του κ. Βέμπερ από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου του για τις ευρωεκλογές και η επικείμενη – εντός του Δεκεμβρίου – εκλογή τού ή της διαδόχου της κυρίας Μέρκελ αποτελούν δύο σταθμούς στην ιστορία της μεταπολεμικής Γερμανικής Ομοσπονδίας και ταυτόχρονα μια πρόγευση για το μέλλον της ΕΕ. Προτού φτάσουμε όμως στη σημασία των προσώπων, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε μερικά ιστορικά στοιχεία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, καθώς και το σκηνικό που διαμορφώνεται στην οικονομία της.
Ηταν η εποχή που οι Σοσιαλδημοκράτες με ηγέτες τον Βίλι Μπραντ και τον Χέλμουτ Σμιτ κυριαρχούσαν στη μετά Αντενάουερ περίοδο της ανασυγκρότησης. Τότε, μια μεγάλη μορφή της Γερμανικής Χριστιανοδημοκρατίας, ο Κουρτ Μπίντεχοφ, καθόρισε με την ιδεολογική του παρέμβαση το μέλλον του κόμματος με τη φράση του «τη σημερινή εποχή οι επαναστάσεις δεν εκδηλώνονται με την κατάληψη των σιδηροδρομικών σταθμών και των ταχυδρομείων, αλλά με την κατάληψη των εννοιών των λέξεων». Μια ισχυρή ομάδα νεαρών και βαθιά ευρωπαϊστών πολιτικών θεμελίωσε την «κοινωνική οικονομία της αγοράς» σε αντιδιαστολή με τον φιλελευθερισμό – που εκφραζόταν από έναν άλλον παγκόσμιας ακτινοβολίας, τον κ. Γκένσερ – αλλά και με τα υπόλοιπα συντηρητικά κόμματα. Ανάμεσα στους νέους και ο «δικός μας» κ. Σόιμπλε. Ο μετέπειτα καγκελάριος κ. Κολ υιοθέτησε τις αρχές τους και κυβέρνησε τρεις τετραετίες, ενώ με τον Μιτεράν υπήρξαν οι διαμορφωτές της νέας Ευρώπης και της γερμανικής επανένωσης.
Ηταν η εποχή που και με την ισχυρή διακυβέρνηση των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων του κ. Σρέντερ έχτισαν το οικονομικό θαύμα της Γερμανίας. Η εποχή που ζούμε όμως έχει νέα χαρακτηριστικά που ανατρέπουν τις ισορροπίες μεταξύ των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων στη μετά τον Ψυχρό Πόλεμο εποχή και νέα φαινόμενα καθορίζουν το παρόν και το μέλλον. Η κρίση του χρηματοοικονομικού τομέα του 2007 αποκάλυψε ότι η ανάπτυξη και η ευημερία τορπιλίζονται από την άναρχη κυριαρχία του χρήματος σε βάρος της παραγωγής. Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, τα χρήματα δεν επενδύονται στην παραγωγική διαδικασία και η μεσαία και εργατική τάξη απειλούνται από την ψηφιακή εποχή και την καθυστέρηση της προσαρμογής της Ευρώπης σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Η εικόνα κρίσης ολοκληρώνεται με τον εμπορικό πόλεμο του κ. Τραμπ και την άνοδο των λαϊκιστών του οικονομικού εθνικισμού. Η Γερμανία, ως πλεονασματική χώρα και χώρα ανάπτυξης, μοιάζει να χάνει τον βηματισμό της, όντας ο κύριος στόχος – μαζί με την Κίνα – του δεξιού και αριστερού εθνικισμού. Από καιρό λέμε ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος της ΕΕ είναι η οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας. Τα σύννεφα επιβεβαιώνουν τις προβλέψεις. Η τελευταία πρόβλεψη για υποχώρηση της γερμανικής ανάπτυξης από το 2,5% στο 1,6% μόνο ρίγη μπορεί να προκαλεί.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ας δούμε τις επιλογές που λέγαμε στην αρχή του κειμένου.
1. Ο κ. Βέμπερ εκ πρώτης όψεως θα είναι ο νέος πρόεδρος της Επιτροπής. Η αποδοχή του από τη συντριπτική πλειοψηφία των συνέδρων επιβραβεύει τη θητεία του στο Ε. Κοινοβούλιο. Παρά το γεγονός ότι προέρχεται από το υπερσυντηρητικό κρατίδιο της Βαυαρίας, ευθυγραμμίστηκε πλήρως με τις ευρωπαϊκές επιλογές του γαλλογερμανικού άξονα, δεν δίστασε να ψηφίσει υπέρ της παραπομπής της Ουγγαρίας και της Πολωνίας για την εφαρμογή του άρθρου 7 λόγω καταπάτησης των αξιών της φιλελεύθερης Δημοκρατίας. Από την άλλη, είναι της άποψης ότι τα κόμματα των δύο χωρών πρέπει να μείνουν στην οικογένεια των συντηρητικών, με τη λογική ότι υπάρχει περιθώριο με τον διάλογο να υπάρξει πρόοδος. Η ηγεσία του ήταν όμως αδιάλλακτη κατά των λαϊκιστών που διαπρέπουν για την ώρα στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη με αντιευρωπαϊκές και διαλυτικές για το οικοδόμημα της ειρήνης πολιτικές. Ωστόσο έχει ένα αρνητικό σημείο στο αυτοβιογραφικό του. Δεν έχει διοικήσει. Είναι «παιδί του κομματικού σωλήνα». Ομως το βασικότερο είναι ότι η επιλογή του προέδρου της Επιτροπής τελικά θα αποφασιστεί από τους αρχηγούς κρατών με βάση τις ισορροπίες Βορρά – Νότου, μικρών και μεγάλων χωρών, κεντροδεξιών και κεντροαριστερών κυβερνήσεων. Παρά το γεγονός ότι για τα υπόλοιπα ανώτατα αξιώματα (πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αντιπρόεδρος για την εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας κ.λπ.) η αρμοδιότητα παραμένει στους αρχηγούς κρατών και πρωθυπουργών, είναι πολιτικά δύσκολο να αγνοηθεί η αρμοδιότητα που εκχωρήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μια διαδικασία που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά με την επιλογή Γιούνκερ.
2. Στις αρχές Δεκεμβρίου στο συνέδριο του CDU θα επιλεγεί ο/η διάδοχος της κυρίας Μέρκελ. Οι επίσημοι υποψήφιοι είναι τρεις. Η κυρία Κραμπ, ο κ. Μερτς και ο κ. Σπαν. Η δουλειά του νέου ηγέτη είναι δύσκολη. Η πρωτοφανής υποχώρηση του κόμματος στις τελευταίες εκλογές και οι ταπεινωτικές ήττες στη Βαυαρία και στην Εσση απαιτούν μεγάλη δεξιοτεχνία για να ανατραπούν. Για την ώρα σε πρόσφατες μετρήσεις στην κομματική βάση καταγράφουν προτιμήσεις των μελών του κόμματος ως εξής: 31% για την κυρία Κραμπ, 25% για τον κ. Μερτ και 6% για τον νεαρό κ. Γενς. Ομως 38% δηλώνουν αδιάφοροι ή κανένας. Και αυτό είναι ένα δείγμα αρνητικό για τη συνοχή του κόμματος, αλλά και αυξάνουν τις πιθανότητες ανάδειξης κάποιου τέταρτου υποψηφίου. Τα θετικά στοιχεία για την κυρία Κραμπ είναι η αξιόλογη κομματική και κυβερνητική θητεία της στο κρατίδιο της Ζάαρλαντ, η αυτοκυριαρχία της και η υποστήριξη που έχει από την κυρία Μέρκελ. Το τελευταίο είναι και αρνητικό σημείο. «Αν είναι να έχουμε μια νέα Μέρκελ, τότε γιατί «διώξαμε» τη Μέρκελ;» αναρωτιούνται πολλοί. Ο κ. Μέρτς πάλι είναι ένας παλιός γνώριμος στην πολιτική. Είχε την υποστήριξη του κ. Σόιμπλε, αλλά η νεαρή κόρη πάστορα κατόρθωσε να εκλεγεί αυτή ως διάδοχος του κ. Κολ. Με αποτέλεσμα ο εκρηκτικός Μερτς παραιτήθηκε και πέρασε στην ιδιωτική οικονομία. Μέχρι που ξάφνου επέστρεψε. Στα αρνητικά του είναι η μεγάλη περιουσία του και το γεγονός ότι την τελευταία διετία ήταν εκπρόσωπος της BlackRock. Ωστόσο είναι σκληρά ευρωπαϊστής, και απέναντι στην απειλούσα Ακροδεξιά θα είναι ένας μαχητικός αντίπαλος.
Πράγματι. Ερχονται σκληρότερες μέρες. Η μάχη για τη φιλελεύθερη Δημοκρατία, την Ευρώπη της αλληλεγγύης και το μέλλον των παιδιών μας είναι σε κίνδυνο. Ο εχθρός είναι ορατός και χρειάζεται εγρήγορση, συμπόρευση και μαχητικότητα από όλους μας.