Καθώς πλησιάζει η μάχη των ευρωεκλογών, μία από τις πιο κρίσιμες εξισώσεις αφορά στην εκλογική συμπεριφορά εκείνου, που θα περιγράφαμε ως «μεσαίο χώρο». Ο χώρος αυτός, πιο «ιδεολογικός» μέχρι το 1985 και περισσότερο πραγματιστικός αργότερα, αποδείχθηκε κομβικός καθορίζοντας μέχρι τις εκλογές του 2012 το νικητή ανάμεσα στους μονομάχους του πάλαι ποτέ πανίσχυρου δικομματισμού. Όμως, οι εκλογές του 2012 διαμόρφωσαν ένα νέο τοπίο. Αυτό είναι άκρως προσωρινό. Ταυτόχρονα, ο μεσαίος χώρος έχει χάσει κάθε συνεκτικότητα στην εκλογική συμπεριφορά του.
Ό,τι λοιπόν απομένει από τον πάλαι ποτέ «μεσαίο χώρο» δεν θυμίζει σε τίποτα τα χαρακτηριστικά του των προηγούμενων δεκαετιών. Με τον κατακερματισμό του κομματικού συστήματος έχει κατακερματιστεί και ο μεσαίος χώρος. Άλλωστε, η μοίρα τους είναι κοινή, αφού η πλειοψηφία των ψηφοφόρων εντασσόταν στον χώρο αυτό. Βεβαίως, οι περισσότεροι ψηφοφόροι συνεχίζουν να αυτοπροσδιορίζονται ως «κεντρώοι». Όμως, η εκλογική συμπεριφορά τους είναι άσχετη με τον αυτοπροσδιορισμό τους αυτό. Με δυο λόγια, όποιος και να είναι ο σημερινός μεσαίος χώρος, ένα είναι σίγουρο: Δεν είναι εκείνος που γνωρίζαμε!
Αν θεωρήσει κανείς πως ο μεσαίος χώρος εκφράζει το μέτρο, τούτο πλέον δεν ισχύει. Οι ψηφοφόροι αυτοί δεν κατευθύνονται πρωτίστως από πολιτικά κριτήρια, αλλά από έντονα συναισθήματα. Αυτά είναι αρνητικά: Απογοήτευση, δυσφορία και συχνά τυφλή οργή. Τούτα τα συναισθήματα κυριάρχησαν στις εκλογικές μάχες του 2012 και ιδίως στην πρώτη από αυτές. Στόχος τους υπήρξαν οι δύο πυλώνες του κομματικού συστήματος, που χρεοκόπησαν πολιτικά οδηγώντας στην οικονομική χρεοκοπία μέσω του «αποτυχημένου κράτους» (failed state) που κατασκεύασαν. Κάποτε, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ «μοιράζονταν» τον μεσαίο χώρο. Τώρα, έχουν γίνει στόχος σημαντικού τμήματος των ψηφοφόρων του μεσαίου χώρου.
Η μάζα της εκλογικής βάσης της Χρυσής Αυγής δεν είναι ακροδεξιοί ψηφοφόροι, αλλά εκείνοι που βρίσκονται στην ανώτερη κλίμακα οργής για το κομματικό σύστημα με ένα κομμάτι τους να ανήκει στον μεσαίο χώρο. Από εκεί και πέρα, οι λιγότερο οργισμένοι στρέφονται σε άλλες επιλογές ψήφου αποδοκιμασίας, αρκεί τα κόμματα αυτά να μην είναι ή να μην θυμίζουν το ΠΑΣΟΚ (ήδη σε τροχιά αφανισμού) και τη διαρκώς συρρικνούμενη ΝΔ. Αυτά τα δύο κόμματα θα απέφευγαν τη φθορά στο μεσαίο χώρο, αν ταυτίζονταν με τολμηρές μεταρρυθμίσεις και αποδεικνύονταν αποτελεσματικά στο πεδίο αυτό. Πρόσθετη προϋπόθεση για να κυβερνήσουν ικανοποιητικά και να αλλάξουν την εικόνα τους θα ήταν να κάνουν αλλαγές σε πρόσωπα, νοοτροπίες και πρακτικές. Παραμένουν όμως ο παλιός εαυτός τους. Ενώ έχασαν και την πρόσθετη ασπίδα προστασίας από τη συμμετοχή Κουβέλη στο εγχείρημά τους.
Για να ερμηνεύσουμε γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει έδαφος, έστω και αγκομαχώντας, θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι οι μετακινούμενοι ψηφοφόροι του μεσαίου χώρου κατευθύνονται κυρίως από τα έντονα συναισθήματά τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επιλέγεται ως «αριστερό κόμμα». Επιλέγεται, διότι είναι το κεντρικό όχημα για να αποδοκιμαστούν οι κυβερνώντες ως μια συγκριτικά ακόμη χειρότερη επιλογή. Οι θυμωμένοι ψηφοφόροι του μεσαίου χώρου κάνουν την επιλογή τους με κριτήριο περισσότερο την αποδοκιμασία των τωρινών παρά το φόβο των επόμενων. Ούτως ή άλλως, δεν εμπιστεύονται ούτε την κυβέρνηση ούτε τον ΣΥΡΙΖΑ. Όσο λοιπόν κυριαρχεί το συναίσθημα της αποδοκιμασίας, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει το πλεονέκτημα στον κατακερματισμένο μεσαίο χώρο.