Η πρώτη είδηση στους διάφορους τηλεοπτικούς σταθμούς την 1η Ιανουαρίου 2016 ήταν ο εορτασμός της έλευσης του νέου χρόνου στις διάφορες πρωτεύουσες, από την Ευρώπη και την Ασία μέχρι την Αυστραλία και την Αμερική. Αυτή δε η διαπίστωση δεν αναφέρεται μόνο στην Ελλάδα, αλλά εκτείνεται σε υπερεθνικό επίπεδο.
Οι χαρακτηρισμοί, που κυριάρχησαν, από τους παρουσιαστές των ειδήσεων για αυτές τις μαζικές εκδηλώσεις ήταν, ότι το θέαμα ήταν εντυπωσιακό και φαντασμαγορικό.
Οι παράγοντες, που επέδρασαν για την διαμόρφωση αυτής της αίσθησης, είναι οι κροτίδες, τα βεγγαλικά, οι φωτοβολίδες, τα κάθε μορφής πυροτεχνήματα, οι κραυγές ικανοποίησης του μεγάλου πλήθους ανθρώπων, οι οποίοι φρόντιζαν με διάφορους τρόπους αυτοπαρουσίασης (καπέλα με την ένδειξη του νέου έτους, πολύχρωμο βάψιμο μαλλιών κ.λ.π.) να δείχνουν, ότι υποδέχονται το νέο έτος. Ταυτοχρόνως απολάμβαναν το θέαμα, ενώ γίνονταν και οι ίδιοι ένα κομμάτι του.
Σε αυτό το κλίμα βιώνουν την μετάβαση στο άμεσο μέλλον σε συνθήκες φαντασίωσης και ελπίδας. Η πραγματικότητα τους περιμένει την επόμενη μέρα, η οποία θα επαληθεύσει ή θα προσγειώσει ανώμαλα στις συνθήκες της κρίσης (σε χώρες όπως η Ελλάδα).
Στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος η πραγματικότητα βιώνεται μέσα από την εικόνα, την οποία ο πολίτης δεν επεξεργάζεται με την λογική. Την καταναλώνει και εκφράζεται επίσης μέσα από αυτήν, ανεξάρτητα από το αν έχει υλικό ή ιδεολογικό φορτίο. Προϋπόθεση είναι, η εικόνα να μπορεί να δημιουργήσει θετική φαντασίωση στον καταναλωτή της σε σχέση με την πορεία του στο μέλλον και την κοινωνική του αποδοχή.
Αρκεί να αναφερθούν δύο αντιπροσωπευτικά παραδείγματα, για να γίνει σαφές, πως η εικόνα λειτουργεί ως καταλύτης για την πρόκληση φαντασιώσεων και μέσο ελέγχου της συμπεριφοράς του καταναλωτή της.
Η διαφήμιση σε όλους τους τομείς, από τον οικονομικό εμπορικό μέχρι τον πολιτικό, αποτελεί κλασικό παράδειγμα. Στόχος είναι η κατανάλωση είτε υλικών προϊόντων είτε πολιτικών μηνυμάτων και η αποδοχή τους χωρίς την παρεμβολή του ορθολογισμού.
Αρκεί, για παράδειγμα, να καταναλώσει ο πολίτης ένα προϊόν και θα ανέλθει κοινωνικά, ενώ θα αποκτήσει καλύτερη ποιότητα ζωής. Συγκεκριμένα μια γυναίκα θα αποκτήσει περισσότερη θηλυκότητα, εάν ντύνεται με ρούχα του τάδε οίκου μόδας ή χρησιμοποιεί τα προτεινόμενα καλλυντικά. Ένας άνδρας ή μια γυναίκα πρέπει να φορούν συγκεκριμένου στυλ ρούχα, αν θέλουν να εκφράσουν την αντίθεση τους στο κατεστημένο. Βέβαια σε όλες τις περιπτώσεις ο τελικός στόχος είναι η αποκόμιση οικονομικού κέρδους από τις εταιρείες, που διαφημίζονται.
Ανάλογη είναι και η αξιοποίηση της εικόνας για την πρόκληση πολιτικών φαντασιώσεων. Δεν είναι τυχαίο, ότι στο χώρο της πολιτικής ισχύει, πως σημαντικό δεν είναι τι λες, αλλά πως το λες και τι προσδοκίες δημιουργείς στους ψηφοφόρους για το μέλλον, ώστε να αντέχουν το παρόν. Σε αυτό το πλαίσιο βεβαίως βασικό κριτήριο είναι η αποκόμιση πολιτικού οφέλους και η επιτυχής διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας ή η συνέχιση της διαχείρισης της, εάν ήδη την έχεις.
Αποτελεί δε φαρσοκωμωδία η εναλλαγή των κομμάτων ή των πολιτικών στους ρόλους της κυβερνητικής ή της αντιπολιτευτικής πλευράς, χωρίς να διαφοροποιούν την επιχειρηματολογία τους, ακόμη και αν έχουν ιδεολογικές, υποτίθεται, διαφορές. Ο πολιτικός πραγματισμός «τσακίζει κόκαλα». Μόνο που δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή η ύπαρξη του από τους πολίτες. Γι’ αυτό χρησιμοποιείται ο μηχανισμός της εξιδανίκευσης της πραγματικότητας και η κατασκευή φαντασιακών συνθηκών σε σχέση με το μέλλον.
Το παράδειγμα της αντιμετώπισης του ασφαλιστικού διαχρονικά από τα κόμματα και τους πολιτικούς τεκμηριώνει με τον καλύτερο τρόπο του λόγου το αληθές.
Όταν πριν από αρκετά χρόνια, επί πρωθυπουργίας Κ. Σημίτη ετέθη θέμα μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων στο ασφαλιστικό, ώστε να αποκτήσει μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, το σύνολο του πολιτικού συστήματος (ακόμη και το κυβερνητικό κόμμα του ΠΑΣΟΚ) δεν συμφώνησε, αλλά εξιδανίκευσε την πραγματικότητα στα μάτια των πολιτών, προσδίδοντας της εικονικά χαρακτηριστικά σε σχέση με την προοπτική του ασφαλιστικού.
Στην περίοδο της κρίσης, τώρα, αναγνωρίζουν όλοι, ότι επιβάλλεται να γίνουν παρεμβάσεις. Από εκεί και πέρα όμως αρχίζει ο παραλογισμός της οικοδόμησης φαντασιώσεων στις κοινωνικές μάζες, διότι έτσι αντιμετωπίζουν τους πολίτες. Ανάλογα με την πλευρά, κυβερνητική ή αντιπολιτευτική, καλλιεργούνται εξωπραγματικές προσδοκίες, όπως ότι δεν θα γίνουν μειώσεις στις συντάξεις ή τα αναγκαία χρηματικά ποσά για την κάλυψη των προβλημάτων του συστήματος θα βρεθούν από άλλες πηγές.
Εκείνο που δεν εκφράζεται δημοσίως είναι, ότι το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του έχει μεγάλες ευθύνες για την κατάσταση του ασφαλιστικού και γενικότερα της χώρας. Επίσης αποσιωπάται, ότι πρέπει να γίνουν βαθιές και επώδυνες τομές στο μοντέλο οργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας και να αντιμετωπισθούν οι παθογένειες, οι οποίες δεν της επιτρέπουν να αναπτύξει σύγχρονη δυναμική.
Αντιθέτως κυριαρχεί η λογική της φαντασίωσης, η οποία βασίζεται στην εξιδανικευτική εικόνα της πραγματικότητας και την πλασματική αίσθηση, που δημιουργείται στο άτομο, για την βίωση αυτής της εικονικής πραγματικότητας.
Ακόμη και το σύστημα κοινωνικών αξιών στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη δυνατότητα εικονικής προβολής του στην πραγματικότητα. Γι’ αυτό και οι αξίες διοχετεύονται στις τοπικές κοινωνίες με τα πρότυπα, τα οποία έχουν πλέον υπερεθνικό χαρακτήρα και την δυνατότητα εικονικής αποτύπωσης στα μίντια στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος.
Αυτά τα δεδομένα σε σχέση με την πολιτική επικοινωνία έχουν παραμερίσει τον λόγο και τον ορθολογισμό και έχουν αναγάγει την εικόνα, απαλλαγμένη από αρνητικές παραμέτρους και χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο αλλά γεμάτη με εξιδανικευτικά μηνύματα, σε κυρίαρχο στοιχείο του μηχανισμού της φαντασίωσης στη διαδικασία διαμόρφωσης κοινωνικής και πολιτικής στάσης στα άτομα μέλη των μαζοποιημένων πλέον κοινωνιών.
Η λογική του θεάματος ως μέσου έκφρασης και κοινωνικής ή πολιτικής παρουσίας διαπερνά την σύγχρονη πραγματικότητα. Οι άνθρωποι ντύνονται ή λειτουργούν κοινωνικά ή πολιτικά προσανατολισμένοι σε αντίστοιχο αξιακό σύστημα. Γι’ αυτό και λειτουργούν ή αντιμετωπίζονται επικοινωνιακά ως κοινωνική μάζα.
Δεν θεωρούνται προσωπικότητες, οι οποίες συνθέτουν μια συλλογικότητα, που έχει ποιοτικά στοιχεία επαρκή για να λειτουργεί ως συλλογικό υποκείμενο. Εκλαμβάνονται ως ένα μαζοποιημένο σύνολο, το οποίο από το ένα μέρος μπορούν πλέον με τις υπάρχουσες τεχνολογικές δυνατότητες στον επικοινωνιακό τομέα να κατασκευάσουν και από το άλλο να χειραγωγήσουν και να κατευθύνουν. Ας είναι καλά ο μηχανισμός της φαντασίωσης.
Ιδιαιτέρως σε χώρες, οι οποίες δεν έχουν δυναμικές κοινωνικές δομές και ο κομματισμός διαπερνά την πλειοψηφία των συλλογικοτήτων, το έργο της χειραγώγησης με την λογική της φαντασίωσης διευκολύνεται σε μεγάλο βαθμό.
Πρέπει δε να επισημανθεί εμφατικά, ότι το αντίδοτο δεν είναι η εσωστρέφεια και ο προσανατολισμός στο παρελθόν, όταν οι αξίες ήταν προϊόν διεργασιών στο επίπεδο της τοπικής κοινωνίας. Απεναντίας η οικοδόμηση δυναμικών, μη ελεγχόμενων πολιτικά δομών της κοινωνίας πολιτών με σύγχρονο προσανατολισμό, ο οποίος θα εμπεριέχει και τα πολιτισμικά στοιχεία του παρελθόντος προσαρμοσμένα όμως στη σύγχρονη πραγματικότητα, θα πρέπει να είναι ο στόχος.
Και αυτό δεν μπορεί να γίνει με εξιδανίκευση της ιστορικής διαδρομής μιας κοινωνίας, ούτε και με αποκοπή από τις παραδόσεις. Η ισορροπία ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον διασφαλίζει την ομαλή πορεία της κοινωνίας.
Μόνο που αυτή η πορεία μετασχηματίζει την πραγματικότητα και αναπτύσσει συνεχώς μεγαλύτερη ταχύτητα σε όλο και πιο πολύπλοκες συνθήκες, όσο προχωρούμε προς το μέλλον. Γι‘ αυτό ο ορθολογισμός αποτελεί βασική προϋπόθεση για την δραστηριοποίηση του πολίτη σε συνθήκες ουσιαστικής και όχι τυπικής δημοκρατίας. Με αυτόν εργαλείο ανάλυσης και κατανόησης των κοινωνικών και οικονομικών παραμέτρων, οι οποίες επηρεάζουν την ζωή του, μπορεί να αναλάβει και την ευθύνη, που του αναλογεί, για την πορεία της χώρας προς το μέλλον.
Άλλος δρόμος δεν υπάρχει σε μια σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία, η οποία δεν φαντασιώνεται, αλλά αντμετωπίζει τις παθογένειες της με αποφασιστικότητα.