Οι λέξεις λένε πολλά, το πώς τις χρησιμοποιούμε. Η λέξη, ας πούμε, χαράτσι. Η ονομασία αυτή για το φόρο ακίνητης περιουσίας επικράτησε σε χρόνο μηδέν. Δεν είχε προλάβει να μαθευτεί ότι θα πληρώνεται μέσω ΔΕΗ, θυμάμαι, όταν είχα τηλεφωνήσει στο Δήμο Λαυρίου να ζητήσω πληροφορίες, «για το χαράτσι ρωτάτε;» μου είχε πει η ίδια η υπάλληλος. Μεγάλο σουξέ η ονομασία.
Η λέξη χαράτσι στα τουρκικά θα πει απλώς φόρος. Χαράτσι στα ελληνικά ονομάζαμε το φόρο που πλήρωναν οι υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στην Ιστορία το μαθαίναμε, αν δεν κάνω λάθος επρόκειτο για κεφαλικό φόρο. Γενικά, όποτε χρησιμοποιούμε στα ελληνικά τουρκικές λέξεις το κάνουμε για να προσδώσουμε υποτιμητική χροιά. Η λέξη «χαράτσι» δηλαδή επιλέγεται για να δείξει ότι ο φόρος είναι βαρύς και άδικος, και η εξουσία που τον επιβάλει είναι μια εξουσία που την αντιμετωπίζουμε κάπως σαν την οθωμανική. Καταπιέζει, είναι ανεπιθύμητη, δεν έχουμε μαζί της σχέση πολίτη με πολιτεία. Είμαστε ραγιάδες, χωρίς ψήφο, χωρίς την τόλμη να εκφέρουμε άποψη κ.λπ.
Λίγες μέρες μετά άρχισε ένα σωρό κόσμος να παραδίδει μαθήματα νομικής αντίδρασης, «πώς δεν θα πληρώσετε το χαράτσι». Με προσκάλεσαν κι εμένα με διάφορους τρόπους, μέιλ, τηλεφωνήματα. Επειδή δεν αισθάνομαι σαν υπήκοος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και σκεφτόμουν ότι μάλλον λογικό ήταν να πληρώνει κανείς κάποιο φόρο ακινήτου για να βοηθήσει το κράτος όταν χρεωκοπεί, δεν ανταποκρίθηκα σε καμία πρόσκληση. Φαίνεται πως δεν είχαν μεγάλη επιτυχία πάντως γιατι το «χαράτσι» ξαναμπαίνει στους λογαριασμούς της ΔΕΗ. Το άκουγα σήμερα απο δημοσιογράφους που επίσης έχουν δεχτεί απολύτως τον όρο, κι άρχισε να μου περνά από το μυαλό ότι μπορεί να υπάρχει κι άλλος λόγος που επικράτησε η λέξη.
Η αντιπάθεια γι αυτό το φόρο μπορεί να είναι επειδή στ? αλήθεια δεν γίνεται να ξεφύγει κανείς. Είναι φόρος για όλο τον κόσμο. Κι ίσως αυτό να είναι κάτι καινούργιο. Ίσως μέχρι τώρα κάποιοι άνθρωποι να θεωρούσαν αυτονόητο ότι δεν θα πληρώνουν ποτέ κανένα φόρο. Αν κρίνω από την κατάπληξη του τζαμά όταν του ζητώ απόδειξη και μου λέει ότι θα πληρώσω και ΦΠΑ και το δέχομαι, θα πρέπει να μην έχει συμμετάσχει ποτέ στα κοινά μας έξοδα. Συνεταίρο στην τσέπη μου δεν θα βάλω, μου είχε πει κάποτε ο αλουμινάς, ο οποίος κατά τα άλλα έστελνε το παιδί του στο Δημόσιο σχολείο, στο Πανεπιστήμιο, χρησιμοποιούσε τους δρόμους, κλπ κλπ.
Ήταν δεδομένο στην ωραία χώρα μας πως κάποιοι άνθρωποι δεν θα πλήρωναν φόρους ποτέ των ποτών. Κι αυτοί που πλήρωναν ένιωθαν πάντα δυστυχείς και κορόιδα και πως εχουν κάνει λάθος επιλογές στη ζωή τους. Και ξαφνικά ήρθε ένας φόρος για όλους, ο οποίος μάλιστα φορολογεί το πιο πραγματικό πράγμα που υπάρχει, την πιο χειροπιαστή περιουσία: τα ακίνητα. Τα κομμάτια αυτού εδώ του τόπου δηλαδή, αυτής εδώ της χώρας, που νέμονται και κατέχουν ιδιοκτήτες σαν μικροί θεοί, απόλυτοι κύριοι κι αφέντες και λογαριασμό δεν δίνουν.
Τόση γκρίνια, τόση κλάψα, τόσο παράπονο δεν έχει ξανακουστεί για κανένα φόρο. Λες και τα ακίνητα είναι όλα φέουδα, ανεξάρτητα κρατίδια που οφείλουν να προστατέψουν την κυριαρχία τους απέναντι σε κάθε εισβολή. Η τούρκικη λέξη υπονοεί υποδούλωση, στο ανεξάρτητο φέουδο εμφανίζεται αφέντης, κεχαγιάς, βεληγκέκας και άλλα τουρκικά αξιώματα. Τι νόημα έχει η εθνική ανεξαρτησία, είναι σα να φωνάζει αυτή η λέξη, αν δεν μπορείς να είσαι στο οικόπεδό σου εντελώς έξω απο κάθε υποχρέωση, κάθε περιπέτεια του κράτους, κάθε εθνική περιπέτεια, εντελώς έξω απο τον κόσμο και τις ευθύνες του;
Η λέξη λοιπόν επιβλήθηκε χάρις στην αγανάκτηση που περιέχει, αλλά πιστεύω ότι χωριζόμαστε σε δυο κατηγορίες εμείς που τη χρησιμοποιούμε: σε αυτούς που εκφράζουν με τη δύναμη της το πολιτιστικό και οικονομικό τους σοκ για το φόρο που αναγκάζονται επιτέλους να πληρώσουν, και στους άλλους που συνειδητοποιούν ότι μέχρι τώρα δεν είχαν σκεφτεί να ονομάσουν έτσι πολύ μεγαλύτερους φόρους εισοδημάτων απο εργασία, κι έχουν σοκαριστεί με το σοκ των αλλονών. Αλλά φυσικά δεν τολμάνε να το πούνε.