Η ύφεση άρχισε στις ΗΠΑ το 2007, ένα χρόνο νωρίτερα από την Ευρωζώνη (2008). Η οικονομία των ΗΠΑ άρχισε να ανακάμπτει από το 2009, ενώ η αντίστοιχη (αλλά ασθενέστερη…) ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας αποδείχτηκε εξαιρετικά βραχύβια – εξαφανίστηκε το 2010. Αποτέλεσμα: Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) των ΗΠΑ, το 2012 ήταν 7% μεγαλύτερο από εκείνο του 2006, ενώ το ΑΕΠ των χωρών της Ευρωζώνης ήταν μόλις 2% μεγαλύτερο, το ίδιο χρονικό διάστημα.
Ανάλογες είναι οι εξελίξεις και στο μέτωπο της απασχόλησης. Μετά από μία απότομη άνοδό της στη διετία 2008-2009 (όταν έφτασε να κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα με την ανεργία στην Ευρωζώνη…) η ανεργία στις ΗΠΑ άρχισε να μειώνεται από το 2010 μέχρι σήμερα – και το 2012, έστω και λίγο. Αντιθέτως στην Ευρωζώνη, η ανεργία αυξάνεται με ηπιότερους ρυθμούς μεν, αλλά πάντως αυξάνεται σταθερά, από το 2008 έως ακόμη και σήμερα.
Τι συμβαίνει; Γιατί η κρίση εμφανίζεται περίπου ως περαστική από τις ΗΠΑ αλλά ως τείνουσα να γίνει μόνιμη κάτοικος της Ευρωζώνης; Ο καθηγητής οικονομικών του Πανεπιστημίου της Μπολόνια, κ. Paolo Manasse, θέτει το ερώτημα και δίνει μια ενδιαφέρουσα απάντηση: Διότι, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η πολιτική της Ευρωζώνης βαθαίνει αντί να οδηγεί στην υπέρβαση της κρίσης (voxeu.org).
Την ίδια χρονική περίοδο (2006-2012), οι ΗΠΑ δεν δίστασαν να αφήσουν το δημόσιο έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ να αυξηθεί 12 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ η Ευρωζώνη δεν το άφησε να ξεφύγει πάνω από τις 5 μονάδες. Οι ΗΠΑ άρχισαν να το μαζεύουν μόνον από το 2010, ενώ η Ευρωζώνη βιάστηκε από το 2009 – μηδενίζοντας την ασθενική ανάκαμψη. Και η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (FED) εφάρμοσε ένα πρόγραμμα επαναγοράς μαμούθ, που υπερέβαινε το 20% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ η ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα (ECB) περιορίστηκε σε παρεμβάσεις που ισοδυναμούν με το 4% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, μόνο – δηλ. το 1/5 των ΗΠΑ.
Αυτή η πολιτική, λειτουργώντας στο πεδίο των μεγάλων προβλημάτων που προκύπτουν από την υστέρηση ενοποίησης (διαφορετικοί θεσμοί και οργάνωση των επιμέρους αγορών σε κάθε χώρα, διαφορετικά ειδικά οικονομικά προβλήματα πέραν των κοινών…) όξυνε τις μεγάλες ασυμμετρίες και ανισότητες μέσα στην Ευρωζώνη. Παράδειγμα: Το 2012, το ΑΕΠ της Ιταλίας ήταν 6% μικρότερο ενώ το ΑΕΠ της Γερμανίας ήταν 8% μεγαλύτερο από το 2006. Συνολικά, την ίδια περίοδο, οι αποκλίσεις μεταξύ των αμερικανικών πολιτειών περιορίστηκαν άνω του 1% ενώ οι αντίστοιχες μεταξύ των κρατών της Ευρωζώνης διευρύνθηκαν άνω του 2%.
Αντί να μεταφέρονται πόροι (υπό όρους και με προϋποθέσεις, ναι!..) στις χώρες που υποφέρουν περισσότερο, η Ευρωζώνη φαίνεται να τις τιμωρεί σκληρότερα. Το χάσμα αναπτυξιακής προοπτικής βαθαίνει. Ετσι, στο όνομα της αντιμετώπισης της κρίσης, η Ευρώπη οδηγείται στην αναστροφή της σύγκλισης που είχε επιτευχθεί κατά την τελευταία 20ετία. Το ενδεχόμενο που περιέγραψε ο κ. Τάσος Γιαννίτσης, την Τετάρτη, μιλώντας στην Κύπρο, «αν η Ευρώπη θα αποκτήσει ή όχι στον Νότο της μια ευρωπαϊκή “Λατινική Αμερική”, χάνοντας τις θετικές επιδράσεις που η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δημιούργησε στις χώρες της Νότιας Ευρώπης για δεκαετίες», κάθε άλλο παρά μακρινό είναι. Στο μέτρο που αυτή η τάση ενισχύεται, θα κερδίζει αξιοπιστία και η πιο δυσοίωνη εκτίμηση του κ. P. Manasse. Οτι «οι μακροχρόνιες προοπτικές του ευρώ όχι μόνο δεν βελτιώνονται αλλά, στην πραγματικότητα, χειροτερεύουν».