Μετά το σοκ των τελευταίων δύο εβδομάδων, η κυπριακή κοινωνία επιστρέφει σταδιακά στην καθημερινότητα. Οι τραπέζες άνοιξαν χωρίς παρατράγουδα και η κίνηση στην αγορά, παρά τα προβλήματα, αρχίζει να αποκαθίσταται. Ωστόσο, οι αποφάσεις του Γιούρογκρουπ δημιούργησαν μια νέα καθημερινότητα πολύ πιο σκληρή για τον μέσο κύπριο πολίτη. Το «σήμερα» είναι πολύ διαφορετικό από το «χτες». Μέσα σε λίγες μέρες ανατράπηκαν τα πάντα σε ό,τι αφορά στην οικονομία. Πολλοί το χαρακτήρισαν «σεισμό», άλλοι «τσουνάμι». Όπως και να χαρακτηρίσεις ό,τι συνέβη, η ουσία είναι ότι από τώρα και στο εξής οι Κύπριοι πρέπει να προσαρμοστούν σε μια νέα κατάσταση πραγμάτων. Πολύ πιο δύσκολη, πολύ πιο οδυνηρή.
Πολύ σύντομα θα νιώσουν στο πετσί τους τα δυσάρεστα αποτελέσματα από την ύφεση που θα αυξηθεί, την ανεργία που θα αυξηθεί, και το βιοτικό επίπεδο που θα πέσει. Οι πρώτες εκτιμήσεις μιλούν για ύφεση του 10-15%. Η ανεργία, η οποία πριν μερικές εβδομάδες βρισκόταν στο 15%, αναμένεται να ανέβει δραματικά. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι όταν ο τέως Πρόεδρος Δημήτρης Χριστόφιας παρέλαβε το κράτος το 2008 η ανεργία ήταν στο 3.8%. Πέντε χρόνια μετά, κληροδότησε στον διάδοχό του μια ανεργία που εκτοξεύθηκε 11 ποσοστιαίες μονάδες!
Από τη στιγμή που οι τράπεζες μπήκαν στο μονοπάτι της εξυγίανσης και το τραπεζικό σύστημα σταθεροποιείται, η κυπριακή κυβέρνηση πρέπει να επικεντρωθεί στα άμεσα καυτά προβλήματα που δημιούργησε ο οικονομικός Εγκέλαδος. Πρώτη προτεραιότητα πρέπει να είναι ο έλεγχος της ανεργίας. Εάν η ανεργία βγει εκτός ελέγχου, όπως σε άλλες χώρες του Νότου, θα δημιουργηθούν πολλά κοινωνικά προβλήματα και ενδεχομένως να δούμε να φεύγει από τη χώρα υψηλού επιπέδου εργατικό δυναμικό. Παρατεταμένη και συνεχώς αυξανόμενη ανεργία μπορεί να πυροδοτήσει, επίσης, κοινωνικές εντάσεις.
Παράλληλα, είναι σημαντικό να θωρακιστεί η μεσαία τάξη η οποία αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της Δυτικής δημοκρατίας. Με άλλα λόγια, μια ισχυρή μεσαία τάξη αποτελεί προϋπόθεση για μια ισχυρή δημοκρατία. Ως εκ τούτου, πιθανή διάλυσή της θα θέσει σε κίνδυνο την ίδια τη δημοκρατία. Θα υπονομεύσει τους θεσμούς και τις διαδικασίες εκδημοκρατισμού και θα επιτείνει το πρόβλημα αξιοπιστίας των πολιτικών συστημάτων. Είναι νωρίς ακόμα να αξιολογήσουμε πως θα επηρεάσει το κυπριακό πολιτικό σύστημα η κρίση και τα όσα έγιναν. Αυτή τη στιγμή οι πολίτες αμφισβητούν έντονα την αξιοπιστία των πολιτικών. Νιώθουν ότι το πολιτικό σύστημα τους πρόδοσε. Απαιτούν την τιμωρία όσων έριξαν τη χώρα στο γκρεμό. Η πολιτική ηγεσία οφείλει να ξανακτίσει τη σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Σε διαφορετική περίπτωση θα δούμε και στην Κύπρο να ενισχύονται ακραία αντιδραστικά φαινόμενα.
Πέραν τούτου, η εξοργιστική και μυωπική στάση των ευρωπαίων εταίρων ενίσχυσε το κλίμα ευρωσκεπτικισμού και έδωσε τροφή στους διάφορους υπέρμαχους της εξόδου της Κύπρου από την ευρωζώνη. Αυτή η συζήτηση έχει ξεκινήσει και πιθανόν να ενταθεί. Ιδιαίτερα εάν δεν υπάρξει φως στην άκρη του τούνελ. Ο Κύπριος πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης σωστά τόνισε στις 29 Μαρτίου ότι η Κύπρος δε θα φύγει από το ευρώ. Ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι τα επιχειρήματα για το «ευρωπαϊκό όραμα» και την «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» δύσκολα πείθουν τους Κύπριους σήμερα. Ενδεχόμενη έξοδος της Κύπρου από το ευρώ, και εν τέλει από την Ένωση, δε θα αφήσει ανεπηρεάστη την Ελλάδα αλλά και τις άλλες χώρες του Νότου. Αυτό είναι πρόβλημα που αφορά τους ευρωπαϊστές σε όλη την ήπειρο. Είναι προφανές άλλωστε ότι ιδέα της Ευρώπης έχει στραπατσαριστεί πολύ άσχημα.
Ζώντας επί τόπου τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών εντυπωσιάζει η στωικότητα των κυπρίων πολιτών. Παρά το σοκ, που ήταν μεγέθους μεγατόνων, οι αντιδράσεις, όσο έντονες κι αν ήταν, παρέμειναν μετρημένες. Παρά τις προσπάθειες της αντιπολίτευσης, κυρίως του ΑΚΕΛ, να οργανώσει μαζικές εκδηλώσεις εναντίον της κυβέρνησης, εναντίον της τρόϊκας και της Ευρώπης, υπέρ της εξόδου από το ευρώ κλπ, η συμμετοχή ήταν μικρή διότι οι πολίτες προτίμησαν να μείνουν κοντά στις οικογένειές τους (ούτως ή άλλως η αξιοπιστία του ΑΚΕΛ βρίσκεται στο ναδίρ). Δεν βγήκαν στους δρόμους οι «αγανακτισμένοι», δεν έσπασαν, δεν έκαψαν. Οι πολίτες έχουν δείξει διάθεση προσαρμογής στα νέα δεδομένα, υπό την προϋπόθεση ότι θα δημιουργηθούν οι προοπτικές ανάκαμψης. Με άλλα λόγια, τηρούν στάση αναμονής και περιμένουν να δουν εάν τα μέτρα που θα ληφθούν θα έχουν θετικό αποτέλεσμα.
Αυτό ακριβώς είναι το στοίχημα του κύπριου προέδρου Νίκου Αναστασιάδη και της κυβέρνησής του. Να ανταποκριθεί στο αίτημα της κοινωνίας για πολιτικές και αλλαγές που θα δημιουργήσουν συνθήκες εξόδου από την κρίση. Η σύγκρουση με κατεστημένα συμφέροντα και καταστάσεις θα είναι αναπόφευκτη. Αλλά δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Ως προς τούτο, η ελληνική εμπειρία είναι διδακτική. Διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις δεν τόλμησαν να συγκρουστούν με τα κάθε είδους συμφέροντα. Όσοι το προσπάθησαν υπονομεύτηκαν από τις ίδιες τις πολιτικές δυνάμεις. Αποτέλεσμα είναι η Ελλάδα να προχωρά με βήμα σημειωτόν. Η κυπριακή κυβέρνηση, επομένως, πρέπει να ακολουθήσει τον άλλο δρόμο. Αυτόν της προσήλωσης στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων έτσι ώστε να δημιουργήσει πραγματικές πιθανότητες ανάκαμψης. Μέσα απ’ αυτό το δρόμο η προσαρμογή θα γίνει πιο εύκολη και ο χρόνος εξόδου από την κρίση πιο σύντομος.