Λένε ότι το κοινό μίσος ενώνει. Κι αυτό, γιατί «μολύνει» τους ανθρώπους με ένα πρωτόγονο «αίσθημα κοινής συγγένειας», που φτιάχνει δεσμούς αίματος. Πράγμα που σημαίνει πως όσα δεν μπορεί να πετύχει η χριστιανική αγάπη, τα πετυχαίνει το κοινό μίσος. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν μαζικά κινήματα χωρίς την πίστη σε ένα θεό, αλλά ποτέ χωρίς ένα σατανά, που να συγκεντρώνει πάνω του το κοινό μίσος. Μάλιστα, για το «μεγαλείο» του μίσους, ο ιδανικός σατανάς πρέπει να είναι αλλοδαπός ή έστω πράκτορας των ξένων εχθρών.
Λένε επίσης, πως το μίσος επιτελεί μία ακόμα «υψηλότερη» λειτουργία: «…δίνει σημασία και σκοπό, σε κάθε άδεια ζωή» (Εric Ηoffer, «Ο φανατικός»). Και όλα αυτά, μέσα σε μία τερατώδη αυταπάτη. Αφού – κατά κανόνα – το μίσος για τον άλλο δεν είναι τίποτε άλλο, από το άσβεστο μίσος που τρέφουμε για τον ίδιο τον εαυτό μας. Όταν δηλαδή, «η αυτοπεριφρόνηση, μετατρέπεται σε μίσος για τον άλλο» (Εric Ηoffer, ο.π.).
Ο θρίαμβος όμως του μίσους έχει την εξήγησή του: Είναι το γεγονός ότι αποτελεί την πιο «φυσική» ανθρώπινη έκφραση, αφού πηγάζει από τα ακατέργαστα ένστικτα, χωρίς τη μεσολάβηση του πολιτισμού. Ενώ αντίθετα, η αποδοχή του «άλλου», ως αμιγώς πολιτισμική δημιουργία, εδράζεται στην καταστολή των ενστίκτων. Γι’ αυτό και πρόκειται για «αφύσικη» και οδυνηρή κατάσταση. Όπως ακριβώς αφύσικη και γι’ αυτό αποκρουστική, είναι και η δημοκρατία. Αφού «η ….δημοκρατία και η αποδοχή του άλλου δεν αποτελούν φυσική ανθρώπινη κλίση…..» ((Κ. Καστοριάδης, «Οι ρίζες του μίσους»).
Στο βασίλειο αυτό του μίσους έζησε η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, όταν είδαμε έναν ολόκληρο λαό να δίνει νόημα στην ύπαρξή του, τρέχοντας πίσω από κρεμάλες και κραυγάζοντας «σταύρωσον», για κάθε νηφάλια φωνή. Το είδαμε επίσης όταν το αφηνιασμένο πλήθος, καταργώντας και το ταμπού του φόνου, παρεμπόδιζε, χορεύοντας κανιβαλικά, τη σωτηρία των πυρπολημένων εργαζομένων της «Μαρφίν». Ώσπου η χώρα, υλοποιώντας το ήθος του «μισώ, άρα υπάρχω», γέννησε τέρατα. Έτσι, αφού έβαλε στη Βουλή ανθρωποειδή που, με την παρουσία τους και μόνο, αποδεικνύουν πόσο τρομαχτικό θηρίο είναι ο άνθρωπος χωρίς τον πολιτισμό (βλ. χρυσαυγίτες ναζί), στη συνέχεια παρέδωσε την κυβέρνηση σε όσους υπόσχονταν ακόμη και το θάνατο, με Αρμαγεδδώνες και Κούγκι.
Με χειρότερο ακόμη τρόπο έζησε το μίσος για τον «άλλο», η Κύπρος. Όπου, το «Κυπριακό» επιλέχτηκε ως «αστείρευτη» πηγή νοήματος, από διαδοχικές γενιές. Με την εξής μάλιστα ιδιαιτερότητα: Ότι ποτέ δεν αποτέλεσε πηγή νοήματος η λύση του, αλλά αντίθετα, ο αγώνας κατά της λύσης του, με όποια ψευδώνυμα και αν φενακιζόταν. Και ήταν απολύτως φυσικό αυτό. Αφού η λύση του, προϋπέθετε την αποδοχή του άλλου ως ισότιμου, πράγμα αφόρητο, ως αφύσικο. Ενώ αντίθετα, η διαιώνιση της εχθρότητας, ήταν μία συναρπαστική επιλογή, αφού ήταν οικεία στα ακατέργαστα ένστικτα, των εκατέρωθεν αυτοαποκαλούμενων «πατριωτών».
Είναι ο εσμός των «μαύρων πατριωτών» και των δύο πλευρών, που σε κάθε απόπειρα λύσης, καταλαμβάνεται από πανικό. Και είναι δικαιολογημένος ο πανικός τους. Διότι, ποιο νόημα θα δώσουν στην «άδεια ύπαρξή τους», αν τους λείψει το μίσος με τα παράγωγά του; Και τι δουλειά χωρίς αυτό θα κάνουν; Άσε που – και στις δύο πλευρές του νησιού – το μίσος έγινε προσοδοφόρο επάγγελμα, δημιουργώντας εύκολες πολιτικές καριέρες. Και όλα αυτά, με τη μάσκα του «πατριωτισμού».
Και τώρα, μόλις άρχισε να διαφαίνεται η πιθανότητα λύσης, η στρατιά των δήθεν «πατριωτών» συγκροτεί ξανά το μαύρο μέτωπο της παράνοιας. Έτσι, μαυραγορίτες του εθνικισμού, λαθρέμποροι του μίσους και το νέο ανθρωπολογικό είδος των ψεκασμένων, ξαναβγήκαν από τους υπονόμους. Όσοι δηλαδή νοιώθουν τόσο αποκρουστική την ίδια τους την ύπαρξη, ώστε για να την αντέξουν, πρέπει να δείχνουν ως «κακό» τον «άλλο», όλοι αυτοί συνασπίζονται πάλι σε ένα φαιοκόκκινο μέτωπο εθνοτικού μίσους, για να πουν πόσο κακοί είναι οι «άλλοι» και να ματαιώσουν τη λύση. Και έχουν πάλι μαζί τους, ένα τεράστιο προσόν: «Ποντάρουν» στα εκατέρωθεν συναισθήματα, που δημιουργεί η δαιμονοποίηση του «άλλου».
Αυτή τη φορά όμως, πρέπει να ηττηθούν. Αλλά για την ήττα τους δεν αρκεί η δημιουργία ενός αντίθετου «μετώπου λογικής». Άλλωστε, κάθε μέτωπο λογικής απέτυχε μέχρι σήμερα. Και αυτό γιατί του έλειπε, αυτό που διαθέτει το μέτωπο του μίσους. Το συναίσθημα. Το οποίο, δεν τους το χαρίζουμε πλέον. Άρα, μαζί με τη λογική, υπάρχει ανάγκη και από ένα άλλο μέτωπο. Ας το ονομάσουμε το «μέτωπο της γιορτής». Που θα δημιουργηθεί από ενιαία ομάδα Ελληνο-τουρκοκυπρίων και δεν θα σταματήσει να ετοιμάζει ένα απέραντο κοινό πανηγύρι σε όλη την Κύπρο, για τη βραδιά που θα αναγγελθεί η λύση. Για να δείξει πόσο συναρπαστική θα είναι η επόμενη μέρα, έτσι ώστε να δώσει νόημα στην προοπτική λύσης του Κυπριακού. Και να πιέζουν για τη λύση, με τη ρητή διακήρυξη ότι βιάζονται να ζήσουν τη μεγάλη γιορτή. Αφού βεβαίως στείλουν τους βρυκόλακες του μίσους, πίσω στους υπονόμους τους.