Η μεγάλη εκλογική ήττα της ΔΗΜΑΡ μπορεί να ερμηνευτεί σωστά μόνο με μια μη προκατασκευασμένη, τολμηρή και ολόπλευρη εξέταση των αιτιών και σωστή στάθμιση της επίδρασης κάθε παράγοντα. Αυτή η αποτίμηση είναι προϋπόθεση για την ορθή επιλογή των αλλαγών ώστε να στηριχθεί η προσπάθεια επανεκκίνησης.
.
.
- Φταίει που μπήκαμε ή που βγήκαμε από την κυβέρνηση;
.
.
Οι προσεγγίσεις που μονοδιάστατα αποδίδουν την ήττα στη συμμετοχή ή την αποχώρηση από την κυβέρνηση, παραβλέπουν ότι η απομάκρυνση των ψηφοφόρων μας συντελέστηκε σταδιακά και εξαιτίας της άποψης που διαμόρφωναν για την κυβερνητική μας συμμετοχή. Αποσιωπούν επίσης το γεγονός ότι στράφηκαν σε τρεις διαφορετικές μεταξύ τους πολιτικές κατευθύνσεις, δηλαδή λιγότερο προς τα κυβερνητικά κόμματα, περισσότερο προς το ΣΥΡΙΖΑ και ακόμη περισσότερο προς το ΠΟΤΑΜΙ.
.
Αυτά τα στοιχεία δείχνουν πως η κρίσιμη παράμετρος ήταν ότι η πλειονότητα των πολιτών εκτίμησε ως ανεπιτυχή τη συμμετοχή μας στην κυβέρνηση. Παρά το ότι συμβάλλαμε καθοριστικά στην παραμονή της χώρας στο ευρώ και δώσαμε μάχες για αλλαγές στο πρόγραμμα προσαρμογής, πετυχαίνοντας επιμέρους αλλαγές, συνολικά δεν πείσαμε για την ικανότητα μας ως κόμμα εφαρμοσμένης προοδευτικής πολιτικής (ικανό να λειτουργεί ως φράγμα για τα κοινωνικά άδικα μέτρα και ως επιταχυντής για τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις).
.
2. Αντικειμενικοί περιορισμοί και υποκειμενικές αδυναμίες που επέφεραν την ανεπιτυχή συμμετοχή
.
Υπήρξαν βεβαίως αντικειμενικές παράμετροι που λειτουργούσαν ανασταλτικά όπως :
.
.
- Η δυνατότητα των άλλων δύο εταίρων να συγκροτούν κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
.
- Οι περιορισμοί από τις συμβατικές υποχρεώσεις της χώρας, το ευρωπαϊκό περιβάλλον των συντηρητικών πολιτικών και τη δημοσιονομική στενότητα.
.
.
Όμως καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι σημαντικές υποκειμενικές αδυναμίες και λανθασμένες επιλογές μας. Οι κυριότερες ήταν οι εξής:
.
.
- Είσοδος με μειωμένο ρόλο χωρίς ισχυρά μέσα παρέμβασης στο κυβερνητικό έργο, ενώ οι πολίτες μάς αντιμετώπιζαν ως κυβερνητικό εταίρο με πλήρεις υποχρεώσεις.
.
- Παραχώρηση εδάφους στη Νέα Δημοκρατία, γεγονός που επέφερε μια παρακολουθηματική σχέση με τις ασκούμενες πολιτικές.
.
- Αμυντική στάση, αφού περιοριζόμασταν κυρίως στην εκφώνηση γνώμης και περισσότερο λέγαμε “τι δεν πρέπει να γίνει” και όχι “τι πρέπει να γίνει”.
.
- Παραγωγή μη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων για την προώθηση μιας δίκαιης προσαρμογής και δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων.
.
- Χαμηλό επίπεδο στήριξης του διακριτού στίγματος της ΔΗΜΑΡ από αρκετά στελέχη της που συχνά εμφανίζονταν στα ΜΜΕ σαν κυβερνητικοί εκπρόσωποι.
.
.
Ταυτόχρονα δεν δημιουργήθηκαν οι απαραίτητες κομματικές δομές παρακολούθησης του κυβερνητικού έργου. Βεβαίως, στη ΔΗΜΑΡ προϋπήρχαν θεμελιακού χαρακτήρα αδυναμίες, όπως η άγνοια διαδικασιών σχεδιασμού και διοίκησης δημόσιων πολιτικών. Όμως δεν επιχειρήθηκε καν η αναδιοργάνωση με στόχο να ανταποκριθούμε στον κυβερνητικό μας ρόλο. Αντίθετα προσαρμόστηκαν οι διαδικασίες παραγωγής πολιτικής, παρέμβασης και δημόσιας εκπροσώπησης του κόμματος, στους περιορισμούς (σε γνώσεις, εμπειρίες και ικανότητες) που προϋπήρχαν στο κόμμα και τα ηγετικά του στελέχη.
.
3. Η διερώτηση για την παραμονή και η αποχώρηση από την κυβέρνηση
.
Η κατώτερη των προσδοκιών συμμετοχή μας στο κυβερνητικό σχήμα αλληλεπίδρασε με την σταθερή επιδίωξη της Ν.Δ να επιβάλλει τη δεξιά ατζέντα και την πολιτικοιδεολογική της σφραγίδα. Το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο και η υποχώρηση σε ανορθολογικές απαιτήσεις της τρόικας στη διοικητική μεταρρύθμιση «άδειαζαν» κυριολεκτικά τη ΔΗΜΑΡ. Συνολικά η κυβέρνηση μετατράπηκε σε μονοκομματική γεγονός που αντικειμενικά επέφερε διερώτηση για τη σκοπιμότητα συμμετοχής μας σε αυτήν.
.
Η παραμονή ισοδυναμούσε με μια άνευ όρων στήριξη των εφαρμοζόμενων πολιτικών και μας ενσωμάτωνε σ’ ένα κεντροδεξιό μπλοκ δυνάμεων. Η αποχώρηση εμπεριείχε τον κίνδυνο να απολέσουμε το χαρακτηριστικό της κυβερνησιμότητας. Ταυτόχρονα μας έδινε τη δυνατότητα, υπό προϋποθέσεις, να αντιστρέψουμε τη διάχυτη εντύπωση πολιτικής εξουδετέρωσης μας και να επανατοποθετηθούμε στο πολιτικό σκηνικό.
.
Επιλέξαμε την αποχώρηση. Ήταν μια πράξη μεγάλης πολιτικής πυκνότητας και υψηλού πολιτικού ρίσκου. Πραγματοποιήθηκε χωρίς κατάλληλη προετοιμασία και επαρκή τεκμηρίωση ξαφνιάζοντας τους ψηφοφόρους μας. Προκάλεσε την έντονη αντίδραση δυνάμεων του κόμματος που είχαν ταυτιστεί με τη λογική της πάση θυσία συμμετοχής στην κυβέρνηση μαζί με Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ. Δεν συνοδεύτηκε με κατάλληλες δημόσιες πρωτοβουλίες ώστε να πείθει ότι παραμένουμε δύναμη σταθερότητας. Επέφερε μια τεράστια επίθεση διαστρέβλωσης της εικόνας μας από τα κατεστημένα οικονομικά κέντρα και τα ΜΜΕ που ελέγχουν με σαφή στόχο την “επαναφορά μας στον ίσιο δρόμο”. Έτσι βρεθήκαμε σε ένα νέο περιβάλλον με δυσκολίες που δεν είχαμε προβλέψει το μέγεθος τους.
.
4. Η επίπτωση της ανεπιτυχούς κυβερνητικής παρουσίας μας στο εκλογικό αποτέλεσμα
.
Ο συνδυασμός ανεπιτυχούς κυβερνητικής παρουσίας, ξαφνικής αποχώρησης, συκοφαντικής επίθεσης τμήματος των ΜΜΕ , εσωκομματικών ερίδων δημιούργησε την εικόνα ενός κόμματος συμπαθούς μεν ανήμπορου δε για να διεκδικήσει αυτό που επαγγέλονταν, δηλαδή την τροποποίηση του μνημονίου “από τα μέσα”. Έτσι τραυματίστηκε η εικόνα μας και επήλθε καθίζηση της πολιτικής μας επιρροής περίπου στο 3,3% (σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις εκείνης της περιόδου).
.
Βεβαίως λαθεύουν όσοι υποστηρίζουν ότι «πηγαίναμε πολύ καλά και θα πηγαίναμε ακόμη καλύτερα αν παραμέναμε στην κυβέρνηση», αφού παραβλέπουν πως ενόσω ήμασταν στην κυβέρνηση και ΠΡΙΝ την αποχώρηση, είχε ΗΔΗ συντελεστεί μείωση της εκλογικής μας επιρροής κατά 1,8% και αποσιωπούν το γεγονός της μεγάλης μείωσης της εκλογικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ το οποίο ακολούθησε αντίθετη πορεία ενδυναμώνοντας το ρόλο του στην κυβέρνηση.
.
Είναι προφανές ότι όσοι βρεθήκαμε σε θέση ευθύνης στον ένα χρόνο της κυβερνητικής συμμετοχής, συμμετέχοντας στη λήψη των αποφάσεων και στον καθορισμό των στάσεων – δραστηριοτήτων που χαρακτήρισαν το κόμμα, έχουμε συλλογική και ατομική ευθύνη για τις αδυναμίες που παρουσιάστηκαν.
.
Μετά την αποχώρηση η δοκιμασία μας από τη θέση της υπεύθυνης αντιπολίτευσης ήταν μπροστά μας. Είχαμε υποχωρήσει αλλά μπορούσαμε να διεκδικήσουμε την ισχυροποίηση της τρίτης πρότασης, έναντι της συντηρητικής πολιτικής της Ν.Δ αλλά και της λαϊκίστικης πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Το αν θα τα καταφέρναμε εξαρτιόνταν από αρκετούς παράγοντες.
.
6. Συμπεράσματα χρήσιμα για το μέλλον
.
Η συμμετοχή μας στην κυβέρνηση ανέδειξε συμπεράσματα γενικότερης σημασίας, χρήσιμα για ενδεχόμενη συμμετοχή μας σε άλλα κυβερνητικά σχήματα, όπως αυτό που προτείνουμε για την προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας. Αυτά είναι:
.
α) Κυβερνητικό πρόγραμμα με βάση τη βούληση ή συνυπολογίζοντας τους αντικειμενικούς περιορισμούς;
.
Η κυβερνητική πολιτική δεν μπορεί να παραβλέπει αντικειμενικές παραμέτρους όπως οι υποχρεώσεις της χώρας έναντι πιστωτριών χωρών, η προβληματική προσβασιμότητα στις αγορές και η υπαρκτή δημοσιονομική στενότητα.
.
Βεβαίως μια προοδευτική κυβέρνηση θα αγωνιστεί για να αλλάξει τους όρους (επαναδιαπραγμάτευση με τους δανειστές, διεκδίκηση ειδικών ρυθμίσεων) και θα συμπαραταχθεί με τις δυνάμεις στην Ευρώπη που παλεύουν για αλλαγή πολιτικής. Όμως τα αποτελέσματα δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από την ελληνική πλευρά και είναι αναγκαστική η άσκηση κυβερνητικής πολιτικής σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον που κυριαρχούν αρνητικοί συσχετισμοί. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είναι ενισχυμένος ο συντελεστής βαρύτητας που αφορά τις εσωτερικές αλλαγές πολιτικής στα πεδία του εκσυγχρονισμού, της αξιοποίησης των δημόσιων πόρων, της κατανομής των βαρών και της διάχυσης των ωφελειών, ώστε να εξαντληθούν τα περιθώρια σύγχρονων και ρεαλιστικών προοδευτικών λύσεων εντός των περιορισμών που κάθε φορά θα υφίστανται.
.
β) Κυβερνητικό πρόγραμμα δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων ή άρνηση αλλαγών;
.
Η κυβερνητική πολιτική δεν ασκείται με την εκφώνηση του τι δεν πρέπει να γίνει αλλά με την διατύπωση θέσεων και τη λήψη αποφάσεων για το τι θα γίνει. Η έξοδος της χώρας από την κρίση περνά μέσα από μεγάλες δομικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς. Το μόνο πεδίο που μπορεί να σταθεί μια προοδευτική λύση είναι η παρέμβαση στο χαρακτήρα των μεταρρυθμίσεων και την κοινωνική διάσταση της ανασυγκρότησης, με στόχο την αποτροπή της αναπαραγωγής των παθογενειών και την ένταξη της χώρας σε μια πορεία βιώσιμης ανάπτυξης με μείωση των ανισοτήτων και εμβάθυνση της δημοκρατίας.
.
γ) Κυβέρνηση προθέσεων ή αποτελεσμάτων;
.
Μια κυβερνητική παρουσία κρίνεται από τα αποτελέσματα που παράγει στη λύση των προβλημάτων και όχι από την καλή προαίρεση. Δεν φτάνει η εγγραφή των θεμάτων στην κυβερνητική ατζέντα καθώς οι δημόσιες πολιτικές είναι σύνθετες (αποφάσεις με ανάλυση της προβλεπόμενης επίπτωσης, μέσα που θα διατεθούν για την υλοποίηση, θεσμικές και οργανωτικές διαστάσεις). Εν τέλει δεν θα κριθούμε από το αν υποστηρίξαμε μια κυβέρνηση προοδευτικής πολιτικής κατεύθυνσης αλλά από το πόσο και πως επηρεάσαμε το περιεχόμενο της, ώστε να παραχθούν βιώσιμα αποτελέσματα προς όφελος της χώρας και της κοινωνίας.
.
δ) Ισότιμη συνεργασία η “φύλλα” στον κορμό του πρώτου κόμματος;
.
Ο κύκλος των μονοκομματικών κυβερνήσεων έκλεισε. Το πρώτο κόμμα όταν δεν διαθέτει αυτοδυναμία δεν μπορεί να αποκτά de facto ρόλο «κορμού» σε μια κυβέρνηση επιβάλλοντας την ιδεολογικοπολιτική του σφραγίδα και εφαρμόζοντας καθαρά το δικό του πρόγραμμα. Ό,τι δεν απέκτησε από την εκλογική διαδικασία δεν πρέπει να του επιτρέπεται να το κατακτά υπό την πίεση της ανάγκης να κυβερνηθεί η χώρα. Το ζητούμενο είναι πραγματικά συνεργατικά κυβερνητικά σχήματα που θα διασφαλίζουν το σεβασμό του ρόλου όλων των εταίρων και θα στηρίζονται σε αναλυτική προγραμματική συμφωνία, η εφαρμογή της οποίας θα ελέγχεται.
.
ε) Συμμετοχή μειωμένης ευθύνης ή παρεμβάσεις με διακριτό στίγμα;
.
Η συμμετοχή σε κυβερνήσεις συνεργασίας μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνο όταν γίνεται με διακριτό στίγμα στη βάση μιας ατζέντας θεμάτων με την προώθηση των οποίων επιδιώκεις να ταυτιστείς. Η επιτυχής ανταπόκριση στο ρόλο κυβερνητικού εταίρου απαιτεί την κατάκτηση των ικανοτήτων ενός κόμματος εφαρμοσμένης πολιτικής με κύρια στοιχεία την ορθή τεκμηρίωση των πολιτικών θέσεων και το σχεδιασμό – παρακολούθηση και αξιολόγηση δημόσιων πολιτικών.
.
στ) Λύσεις από τα πάνω ή με τη συμμετοχή των πολιτών;
.
Η προώθηση προοδευτικών αλλαγών μπορεί να γίνεται μόνο με την ενεργή υποστήριξη από μια κρίσιμη μάζα ενεργών πολιτών. Απαιτείται η καθιέρωση μιας νέας αντίληψης για την πολιτική που να υπηρετεί το γενικό συμφέρον και να δημιουργεί σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Η δική μας συμμετοχή σε κυβερνήσεις δεν μπορεί παρά να έχει σταθερό μέτωπο στις πρακτικές πελατειακών σχέσεων και να αναδεικνύει ένα νέο υπόδειγμα αξιοκρατίας, στον αντίποδα της πρακτικής κομματικής κατανομής θέσεων που χρησιμοποιήθηκε και με δική μας συμμετοχή.
.