Η κρίσιμη Κυριακή της Ευρώπης

Οντίν Λιναρδάτου 03 Μαρ 2018

Τα βλέμματα όλων θα είναι αυτή την Κυριακή στραμμένα στην Ιταλία και στη Γερμανία.

Στην Ιταλία θα διεξαχθούν οι εξαιρετικά κρίσιμες βουλευτικές εκλογές ενώ στη Γερμανία οι Σοσιαλδημοκράτες καλούνται να αποφασίσουν αν θέλουν ή όχι να συμμετέχουν,  μαζί με τους Χριστιανοδημοκράτες , στον Μεγάλο Συνασπισμό .

To δημόσιο χρέος της Ιταλίας  τρομάζει την Ευρώπη.  Στο 130% του ΑΕΠ της  φτάνει και είναι μεγαλύτερο και από της Ελλάδας . Την ίδια στιγμή οι Ιταλοί σε ποσοστό πάνω από 40% κατηγορούν το ευρώ για τα οικονομικά τους δεινά και πιστεύουν πως είναι από τα χειρότερα πράγματα που συνέβησαν στη χώρα.

Μέσα σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας , ανησυχίας αλλά και θυμού θα διεξαχθούν οι εκλογές και το μόνο σίγουρο είναι ότι η αποχή θα πρωταγωνιστήσει.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως θα είναι πολύ δύσκολο να σχηματιστεί σταθερή κυβέρνηση στην Ιταλία γιατί με τον νέο εκλογικό νόμο κανένας συνασπισμός κομμάτων , ούτε ο κεντροαριστερός ούτε ο κεντροδεξιός φαίνεται να συγκεντρώνει την πλειοψηφία που χρειάζεται. Και   το Κίνημα των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκριλο που προηγείται σταθερά στις δημοσκοπήσεις ως αυτόνομο κόμμα πολύ δύσκολα θα βρει συμμάχους μέσα στη βουλή για να μπορέσει να κυβερνήσει.

Το Δημοκρατικό Κόμμα του Ματέο Ρέντσι βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση μια που η κεντροαριστερά  μπορεί και να μην ξεπεράσει το 22%. O Ρέντσι  φροντίζει να υπενθυμίζει σε όλους τους τόνους πως  οι κεντροαριστερές  κυβερνήσεις τα τελευταία τρία  χρόνια  κατάφεραν να μειώσουν τη φοροδιαφυγή κατά δέκα δισεκατομμύρια ευρώ και να οδηγήσουν την οικονομία σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης . Κανένα από τα επιχειρήματα του όμως  δεν φαίνεται να πείθει τους ιταλούς πολίτες να ψηφίσουν το κόμμα του. Ο  σημερινός πρωθυπουργός, Πάολο Τζεντιλόνι, από την μεριά του,  κάνει ότι μπορεί για  να τον στηρίξει επαναλαμβάνοντας πως  η επιλογή την Κυριακή  θα  είναι ανάμεσα στο λαϊκισμό και στην ανάγκη μεταρρυθμίσεων και όχι ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερά  .

Ο Πάολο Τζεντιλόνι υπόσχεται ακόμα πως το Δημοκρατικό Κόμμα δεν θα συμμαχήσει μετεκλογικά με τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι.

Σύμφωνα με τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς όμως  ίσως η κεντροαριστερά να μην μπορέσει να αρνηθεί μια συνεργασία με την κεντροδεξιά αν ο ιταλός πρόεδρος Σέρτζιο Ματαρέλα “υποχρεώσει” το Δημοκρατικό Κόμμα και το Φόρτσα Ιτάλια να σχηματίσουν έναν μεγάλο συνασπισμό κατά τα γερμανικά πρότυπα προκειμένου η χώρα να μην μείνει ακυβέρνητη.

Ένα από τα πλέον αρνητικά σενάρια είναι να συγκεντρώσει την πλειοψηφία που χρειάζεται για να κυβερνήσει τη χώρα  ο κεντροδεξιός συνασπισμός. Αυτό σημαίνει ότι ο ηγέτης της εθνικιστικής και ευρωσκεπτικιστικής  Λέγκας του Βορά  Ματέο Σαλβίνι μπορεί να γίνει πρωθυπουργός της Ιταλίας. Αν συμβεί αυτό τότε η συζήτηση για αποχώρηση της Ιταλίας από το ευρώ θα ανοίξει ξανά οδηγώντας τα επιτόκια των  ιταλικών  ομολόγων και πάλι στα ύψη.

Προς το παρόν ούτε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ούτε ο Ματέο Σαλβίνι επιβεβαιώνουν αν θα προτείνουν ένα τρίτο πρόσωπο για την πρωθυπουργία και συγκεκριμένα τον σημερινό  πρόεδρο του ευρωκοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι.

Είναι σαφές πως η αγωνία θα χτυπήσει κόκκινο την Κυριακή μία που θα καρδιοχτυπούμε όχι μόνο για τα αποτελέσματα των εκλογών στην Ιταλία αλλά και για τη Γερμανία.

Κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα τι θα ψηφίσουν τα 464.000 μέλη των γερμανών σοσιαλδημοκρατών που προσέρχονται στις κάλπες για να πουν το μεγάλο ναι η όχι στο σχηματισμό του Μεγάλου Συνασπισμού.

Ενα όχι , που είναι  πιθανό , θα δημιουργήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις όχι μόνο στη Γερμανία αλλά και στις χώρες του νότου που θα δουν και πάλι τα σπρεντ τους να ανεβαίνουν εξαιτίας της αβεβαιότητας που θα προκαλέσει η νέα πολιτική  κρίση στη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Ένα όχι των σοσιαλδημοκρατών θα οδηγήσει τη Γερμανία είτε σε νέες εκλογές είτε στο σχηματισμό κυβέρνησης μειοψηφίας.

Κανένα από αυτά τα ενδεχόμενα δεν αρέσει στους Χριστιανοδημοκράτες  που επιθυμούν διακαώς το σχηματισμό του Μεγάλου Συνασπισμού για αυτό άλλωστε το  έκτακτο συνέδριο τους στο Βερολίνο ενέκρινε  με  συντριπτική πλειοψηφία τη συμφωνία σχηματισμού  κυβέρνησης συνασπισμού με τους Σοσιαλδημοκράτες.