Φαίνεται ότι ενώ στην Αθήνα «γιορτάζουμε» το τέλος της μεταπολίτευσης, οι Βρυξέλλες μπαίνουν στη δική τους «νέα εποχή». Την εποχή που γινόταν η διαπραγμάτευση για τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, όλοι ρωτούσαν: «Εμβάθυνση ή διεύρυνση;». Διαλέξαμε «και τα δύο», αναβάλλοντας την επιλογή. Τώρα πρέπει να επιλέξουμε «εμβάθυνση με πόσους». Ήδη, η συμμετοχή των δύο άκρων της Ε.Ε. στο πείραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Η Ελλάδα βρίσκεται υπό την απειλή του Grexit. Πρώτα, η Ελλάδα καλείται να λάβει μια σειρά από μέτρα που θα κάνουν την οικονομία της να συρρικνωθεί, διαμορφώνοντας μια αγορά εργασίας εύκολων προσλήψεων και απολύσεων, χωρίς κρατικό έλεγχο στρατηγικών τομέων παραγωγής – ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές, δίκτυα – και με ένα «ελαφρύ» κοινωνικό κράτος που θα παρέχει ανταποδοτικές κοινωνικές υπηρεσίες. Η Ελλάδα είναι πιλότος και για τον υπόλοιπο νότο. Στη συνέχεια, η Ελλάδα θα έρθει αντιμέτωπη με χρέη που δεν μπορεί να εξυπηρετήσει, η ελληνική οικονομία θα «διασωθεί» με τη μείωση (κούρεμα) του χρέους της, που θα επιβαρύνει τους ευρωπαίους φορολογούμενους πλεονασματικών κρατών. Δεν είναι καθόλου σίγουρο εάν και αυτή η διαδικασία δεν αποτελεί «πιλότο». Στο δρόμο της μεταρρύθμισης, εάν το ελληνικό, ή πορτογαλικό, ή ισπανικό ή/και γαλλικό πολιτικό σύστημα διαλυθεί και δεν μπορεί να υλοποιήσει αυτό το πρόγραμμα, ή, εναλλακτικά, εάν οι φορολογούμενοι των πλεονασματικών κρατών αρνηθούν να επωμιστούν το κόστος κάποιου προγράμματος «διάσωσης», η απειλή είναι σαφής: Grexit, Spainxit, Portxit, Italxit, Frexit.
Η Βρετανία, επίσης, φλερτάρει με την ιδέα του Brexit. Έχοντας ήδη εξαιρέσει τη Μεγάλη Βρετανία από τη Ζώνη Σένγκεν, όπως και την Οικονομική και Νομισματική Ένωση, η πολιτική τάξη φλερτάρει με την πλήρη απεμπλοκή. Η κυβέρνηση Κάμερον θέτει veto, απαιτώντας τουλάχιστον το πάγωμα του κοινοτικού προϋπολογισμού, ενώ πολλοί ευρωσκεπτικιστές βουλευτές απαιτούν εδώ και τώρα δημοψήφισμα με το ερώτημα «μέσα ή έξω». Ακόμα και οι Εργατικοί φλερτάρουν με την ιδέα, επειδή, μεταξύ άλλων, γνωρίζουν ότι μπορεί να διαιρέσει τις τάξεις των Συντηρητικών ανοίγοντας το δρόμο προς την επιστροφή στην εξουσία. Η Βρετανία απαιτεί μια περισσότερο φιλελεύθερη Ευρώπη, με κοινή αγορά, αλλά χωρίς περισσότερες δεσμεύσεις που θα μείωναν την ανταγωνιστικότητά της. Δεν θέλει να παραδώσει νόμισμα, τραπεζικό έλεγχο, έλεγχο μεταναστευτικών ροών, ή περισσότερα χρήματα και δυνατότητες πολιτικής παρέμβασης στις Βρυξέλλες.
Συχνά οι φιλοευρωπαϊστές τονίζουν ότι η λύση στην κρίση είναι «περισσότερη Ευρώπη». Περισσότερη Ευρώπη σημαίνει, μεταξύ άλλων, περισσότερο συνεκτική Ευρώπη, ή μια Ευρώπη με σαφές πολιτικό στίγμα και, αναπόφευκτα, την κυριαρχία ορισμένων πολιτικών επιλογών που στην παρούσα συγκυρία συνάδουν με τις προτιμήσεις των πλεονασματικών χωρών ενταγμένων στην ΟΝΕ: Φιλλανδία, Αυστρία, Ολλανδία, Γερμανία και Λουξεμβούργο. Πρόκειται για το όραμα της Μέσης Ευρώπης. Αυτό το όραμα της Mitteleuropa, υπό την ηγεσία της Γερμανίας, φαίνεται να αποδέχονται και οι λεγόμενες «νέες χώρες» που απολαμβάνουν καθεστώς «ειδικής σχέσης» με το Βερολίνο (Πολωνία, Τσεχία, Εσθονία κ.ο.κ.). Αυτό μπορεί να σημαίνει και τον οριστικό θάνατο του γαλλογερμανικού άξονα.
Η Γαλλία φαίνεται να είναι σε ιδιαίτερα αδύναμη θέση, επειδή ακόμα δεν έχει ηγηθεί του νότου και ούτε είναι σαφές ότι είναι έτοιμη ή μπορεί να το κάνει. Στο μεταξύ, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, οι σκανδιναβικές χώρες τηρούν μάλλον στάση αναμονής. Δεν είναι καθόλου σαφές εάν η Σουηδία και η Δανία θα τηρήσουν κοινή στάση με τη Φιλλανδία. Δεν είναι σίγουρο καν ότι στη «μεταπολίτευση της Ε.Ε.» υπάρχει «Σκανδιναβία».
Με άλλα λόγια, η Ευρώπη βρίσκεται σε μια κατάσταση ρήξης με την παράδοσή της. Από τη μια πλευρά, η Ευρώπη ως Mitteleuropa δε διαπραγματεύεται τη δομική της μεταρρύθμιση σε μια ομοσπονδιακή οντότητα που μπορεί να εξασφαλίζει αναπτυξιακή ισορροπία με την αναδιανομή πλεονασμάτων. Εάν δε γίνει κάτι δραματικό στην πορεία της διαπραγμάτευσης, οι φτωχές χώρες πρέπει άπαξ και δια παντός να εγκαταλείψουν οποιαδήποτε ψευδαίσθηση «σύγκλισης». Ήδη, η Ελλάδα έσβησε μέσα σε τρία χρόνια ό,τι πέτυχε σε μια γενιά κοινωνικής σύγκλισης. Από την άλλη πλευρά, η Ευρώπη ως ελεύθερος χώρος εμπορίου, δε διαπραγματεύεται την ύπαρξη πολλαπλών ηγεμονικών κέντρων. Ήδη, ζητείται από την Κύπρο, όπως ζητήθηκε και από την Ιρλανδία, να εγκαταλείψει συγκεκριμένες φορολογικές πολιτικές. Η Βρετανία δεν θα αποδεχτεί ανάλογη μεταχείριση, ακόμα και εάν το έλλειμμά της είναι μεγαλύτερο της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, περισσότερη Ευρώπη, μπορεί επίσης να σημάνει μικρότερη Ευρώπη.
Όλα αυτά μπορεί να κριθούν σε δύο Συνόδους Κορυφής. Σήμερα, με τη διαπραγμάτευση για το νέο κοινοτικό προϋπολογισμό που βρίσκεται σε εξέλιξη, και στις 13 Δεκεμβρίου, όταν θα γίνει η διαπραγμάτευση για την τραπεζική ένωση. Τα αποτελέσματα της Συνόδου για τον προϋπολογισμό, θα καταδείξουν σε μεγάλο βαθμό τις νέες συμμαχίες. Ποιος θα ηγηθεί των Νοτίων, ή εάν οι Νότιοι θα κινηθούν ως μέτωπο, είναι ένα ανοικτό ερώτημα. Στη δεύτερη Σύνοδο, το ερώτημα θα είναι εάν οι Νότιοι μπορούν να διασφαλίζουν την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τους, χωρίς επιβάρυνση του δημόσιου χρέους τους. Εάν όχι, τότε η Ευρώπη θα αποκτήσει ένα σαφή νότιο άξονα. Και στις δύο Συνόδους θα είναι κρίσιμο και ανοικτό το ερώτημα πόσο «κόκκινη» θα είναι η κόκκινη γραμμή της Βρετανίας.
Όμως, τελικά, οι δύο σύνοδοι θα εξαναγκάσουν τη Γερμανία να επιδείξει ηγετικό προφίλ πριν από τις εκλογές για την Καγκελαρία. Η Γερμανία δεν θα μπορέσει απλώς να παραδώσει μια λίστα με απαιτήσεις. Θα πρέπει επίσης να ξεκαθαρίσει πόσοι και πώς θα χωρέσουν σε ένα όραμα «περισσότερης Ευρώπης», με πολύ μικρότερες αρμοδιότητες για τα κράτη-μέλη και χωρίς έλεγχο των εξελίξεων.
Ο ρόλος της Πολωνίας έχει αναβαθμιστεί: μια χώρα με 40 εκατομμύρια κατοίκους και ανάλογη επιρροή τόσο στο Ευρωκοινοβούλιο, όσο και στην Επιτροπή. Αλλά δε φτάνει. Η πρόσφατη σύγκρουση Βερολίνου και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, καταδεικνύει ότι η Γερμανία είναι πολύ μικρή για να είναι μεγάλη. Το Βερολίνο γνωρίζει ότι όσο περισσότερο γεωγραφικά συρρικνωμένη είναι η υποστήριξη που θα λάβει, τόσο μικρότερη θα είναι η Ευρώπη της οποίας θα μπορέσει να ηγηθεί. Συνεπώς, όταν το 2014 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάσει το προσχέδιο μιας νέας συνθήκης της Ε.Ε., δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτό θα αφορά 27 κράτη μέλη.