Πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας και τρία μετά την εκρηκτική εκδήλωσή της στην Ελλάδα, η κρίση έχει πια τη δική της ιστορία, τους δικούς της σταθμούς, τις δικές της αλλαγές φάσης. Η εξέλιξή της καθορίστηκε από τον τρόπο που συναρθρώθηκαν στη ζωή και στις αντιλήψεις των πολιτών η παγκόσμια και η ευρωπαϊκή κρίση με την εθνική. Μπορούμε να διακρίνουμε τρεις ώς τώρα φάσεις, αναλόγως με ποια διάσταση προείχε κάθε φορά στον δημόσιο λόγο και στον τρόπο που οι πολίτες προσλαμβάνανε την κρίση. Και η σειρά ήταν η παγκόσμια, η εθνική και τέλος η ευρωπαϊκή. Η βαρύτητα που κάθε διάσταση προσέλαβε δεν ήταν ένα αντικειμενικό μέγεθος, αλλά αποτέλεσμα της συγκυρίας, των λύσεων που δίνονταν ή επιχειρούνταν, του κομματικού ανταγωνισμού και της επικοινωνιακής προπαγάνδας.
Η πρώτη φάση ήταν εκείνη της υποτιθέμενης ελληνικής «ανοσίας» που λανσαρίστηκε τη διετία 2008-09 από τους κυβερνητικούς ιθύνοντες της ΝΔ. Κατ? αυτήν, η κρίση ήταν παγκόσμια αλλά οι επιπτώσεις της στην Ελλάδα θα ήταν περιορισμένες γιατί η οικονομία της δεν ήταν «ανοιχτή» και οι τράπεζες δεν είχαν εμπλακεί στα τοξικά παράγωγα. Ο δημόσιος λόγος εστιαζόταν κυρίως στην παγκόσμια διάσταση της κρίσης και οι μαρξιστικές ή κεϊνσιανές ερμηνείες αναζωογονήθηκαν για να σηματοδοτήσουν την «αλλαγή εποχής» και το τέλος του «νεοφιλελευθερισμού». Στο εθνικό επίπεδο η πεποίθηση ή το πρόσχημα της «ανοσίας» επέφερε την κυβερνητική απραξία και παράλληλα ενθάρρυνε τη δημαγωγία των αντιπολιτεύσεων.
Η δεύτερη φάση που διατρέχει χοντρικά το 2010 ήταν η βίαιη αφύπνιση και η συνειδητοποίηση της άτυπης χρεοκοπίας της χώρας – αν και δεν έγιναν αμέσως αντιληπτές η ένταση και η διάρκεια του προβλήματος. Η εθνική διάσταση της κρίσης ήρθε στο προσκήνιο. Ο δημόσιος λόγος διαπίστωνε αναδρομικά τις δομικές ανισορροπίες του «μεταπολιτευτικού μοντέλου», οι οποίες ανατράπηκαν όταν άλλαξε το διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Η ευρωπαϊκή διάσταση της κρίσης ήταν ακόμα υποβαθμισμένη στον δημόσιο λόγο. Εξάλλου, οι ορθές διαπιστώσεις για τις εθνικές ανισορροπίες συμπαρασύρθηκαν συχνά από μια μηδενιστική και ισοπεδωτική καταγγελία της «Μεταπολίτευσης» ως «κλεπτοκρατίας», γεγονός που θα τροφοδοτήσει συν τω χρόνω την «αντιπολιτική» και θα σχετικοποιήσει τη δημοκρατία ως κατάκτηση. Το Μνημόνιο έχει ασφαλώς ξεσηκώσει μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, αλλά δεν έχει ακόμα ανατάξει το κομματικό σκηνικό, εξού και το κυβερνών κόμμα ΠΑΣΟΚ διατηρεί ακόμα δυνάμεις.
Η τρίτη φάση διαρκεί χοντρικά το 2011 και φτάνει ώς τις πρώτες εκλογές, τον Μάιο του 2012. Σημαδεύεται πρακτικά από την αναστροφή της προηγούμενης. Το «φάρμακο» υποσκελίζει την ασθένεια ή, αλλιώς, η κριτική στο Μνημόνιο περιθωριοποιεί τις αναφορές στα αίτια της χρεοκοπίας. Πράγματι, οι αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές και οι επιπτώσεις των περικοπών του Μνημονίου μονοπωλούν τον εθνικό δημόσιο λόγο. Η μαζική πρόσληψη της κρίσης μεταβάλλεται καθώς έρχεται σε πρώτο πλάνο η ευρωπαϊκή της διάσταση τόσο για το μερτικό της ευθύνης που είχε η λειψή «αρχιτεκτονική του ευρώ» όσο και για τις «συνταγές» που επέβαλαν οι ευρωπαίοι εταίροι. Ο λόγος περί «κατοχής» διαχέεται, τα αντιγερμανικά στερεότυπα ανασύρονται από το σεντούκι. Η τομή Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο καθιερώνεται και αποδιαρθρώνει τον δικομματισμό, ετοιμάζοντας τον εκλογικό σεισμό του 2012. Ο χώρος και το λόμπι της δραχμής ενισχύονται, όπως και ο ευρωσκεπτικισμός, χωρίς όμως να πάρουν το πάνω χέρι. Πράγματι, οι δεύτερες εκλογές τον Ιούνιο του 2012 θα πιστοποιήσουν την υπεροχή και την αντοχή της φιλοευρωπαϊκής Ελλάδας.
Η συνάρθρωση της παγκόσμιας, της ευρωπαϊκής και της εθνικής διάστασης της κρίσης περιπλέχτηκε στην περίπτωση της Ελλάδας, λόγω της ιδιαίτερης μορφής ή, καλύτερα, του διαφορετικού «προσήμου» που προσέλαβε η εθνική σε σχέση με την παγκόσμια κρίση. Πράγματι, η παγκόσμια καταγράφηκε ως κρίση του παγκοσμιοποιημένου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού και είχε επίκεντρο τις ΗΠΑ όπου μπλοκαρίστηκε αν δεν εξαντλήθηκε, ο νεοφιλελεύθερος κύκλος συσσώρευσης 1980-2008. Η κρίση διαχύθηκε ως κρίση των τραπεζών και φούσκα της οικοδομής σε όλη την Ευρώπη, περιλαμβανομένου του Νότου (διαφοροποιημένα στην Πορτογαλία). Αντίθετα στην Ελλάδα το «πρόσημο» της εθνικής κρίσης ήταν διαφορετικό, σχεδόν αντίθετο. Κρίση του κράτους. Κρίση του κρατικιστικού – συντεχνιακού μοντέλου που δομικά είχε φτάσει στα όριά του, αλλά κατέρρευσε μόλις στέρεψε η διεθνής χρηματοδότησή του. Σε αυτή την αντινομία προστέθηκαν η ιδιομορφία και η περιπλοκή της ευρωζώνης. Ενα κοινό νόμισμα ορφανό, χωρίς κράτος και κανονική Κεντρική Τράπεζα πίσω του, ώστε να αντιμετωπίσει ενιαία και έγκαιρα την κρίση. Κι από την άλλη, μια κοινή θεσμική μορφή που δεν επιτρέπει την κλασική χρεοκοπία σε χώρα-μέλος, ακόμα και αν ο πλούσιος Βορράς θα το επιθυμούσε πολύ – μαζί με κάποιους ιθαγενείς που αναπολούσαν το παράδειγμα της Αργεντινής. Η επιστημονική και πολιτική ανάλυση προσφέρει ασφαλώς ερμηνείες που συνδυάζουν τον ενιαίο χαρακτήρα της παγκόσμιας κρίσης με τη «διαφοροποιημένη ανάλυση» για κάθε χώρα και περιοχή. Αλλά η πρόσληψη αυτής της συνάρθρωσης από την κοινωνία είναι πολύ πιο αντιφατική, ασυνεχής, μεταβαλλόμενη και συγκρουσιακή, πόσω μάλλον που δεν πρόκειται για διανοητική άσκηση, αλλά για σκληρή πραγματικότητα.
Σε κάθε περίπτωση, πολλά δείχνουν ότι τώρα έχει ανοίξει η τέταρτη φάση της κρίσης η οποία μπορεί να σημάνει την οριστική έξοδο από τη συγκαλυμμένη χρεοκοπία και την απαρχή μιας ανάκαμψης. Η ΕΕ δήλωσε καθαρά την πρόθεσή της να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ. Η ελληνική κοινή γνώμη επιβεβαιώνει καθαρά τη φιλοευρωπαϊκή επιλογή της. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να αποδεσμευτεί από τις προηγούμενες ακρότητες της αριστερής εθνικοφροσύνης και του αντιμνημονιακού λαϊκισμού, να βρει διεθνή νομιμοποίηση και με κινήσεις στο εξωτερικό να «περικυκλώσει» κατά τη μαοϊκή τακτική την κομματική της βάση στο εσωτερικό. Οι εξαλλοσύνες περί «εθνικής προδοσίας» και «ξένης κατοχής» περιορίζονται όλο και περισσότερο εκεί που ταιριάζουν. Στη φασιστική Χρυσή Αυγή και στον παρανοϊκό ακροδεξιό λαϊκισμό των ΑΝΕΛ. Δυστυχώς όμως και σε κρίσιμους κρατικούς μηχανισμούς, όπως δείχνει η περίπτωση των δικαστών που επιχειρούν επανειλημμένα να ποινικοποιήσουν την πολιτική ζωή.
Υπάρχουν πλέον οι προϋποθέσεις ώστε η ελληνική κοινωνία να συγκλίνει σε μια πιο συνεκτική αντίληψη για την κρίση και να διαμορφώσει ένα εθνικό σχέδιο για το μέλλον συναρθρώνοντάς το δυναμικά με την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια διάσταση.
Αλλά η ισορροπία είναι ασταθής όπως δείχνει η επικαιρότητα.