Η κόπωση της Βαϊμάρης

Αντώνης Τριφύλλης 12 Μαρ 2012

«Ο καθένας για πάρτη του»

Ο Μάικλ Λιούις για

την κρίση στην Ελλάδα

Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης, όπως ονομάζεται το δημοκρατικό διάλειμμα της Γερμανίας μεταξύ δυο παγκοσμίων πολέμων, είναι ξανά της μόδας. Νέα βιβλία κυκλοφορούν και οι αναφορές στον Τύπο, ελληνικό και ξένο, είναι συχνές. Τι έχει πιάσει κάποιους, αίφνης, και εντρυφούν σε αναλύσεις, ιστορικές αναδρομές και αναφορές στην περίοδο που σημαδεύτηκε από το τραγικό της τέλος και την άνοδο του ολοκληρωτισμού; Ας προσπαθήσουμε να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα εντοπίζοντας κάποια από τα χαρακτηριστικά της περιόδου (1918-1933).

Η εκθρόνιση του Κάιζερ και η αποκαθήλωση της μοναρχίας είχαν συνέπεια την ψήφιση του πρώτου δημοκρατικού Συντάγματος της Γερμανίας. Τα πρώτα χρόνια, η ηττημένη χώρα βίωσε το Μεγάλο Τραύμα του υπερπληθωρισμού. Η μεσαία τάξη διαλύθηκε και περιουσίες εξατμίστηκαν. Εως και σήμερα, οι Γερμανοί τρέμουν τον πληθωρισμό. Και αυτή η ιστορική φοβία καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική της Γερμανίας αλλά και τα ένστικτα των πολιτών της. Στην πορεία, βεβαίως, η οικονομία άρχισε να αναρρώνει, αλλά σύντομα η μεγάλη κρίση του 1929 χτύπησε τις εξαγωγές και πλημμύρισε τη χώρα ανέργους.

Ολο αυτό το διάστημα σφραγίστηκε από την επικυριαρχία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος στο πολιτικό σύστημα, αλλά και με την αντιμετώπιση σημαντικών προβλημάτων που στοίβαζαν τους ανέργους στους δρόμους και στις πλατείες και επέτρεπαν τις παράτες των Ναζί. Το κομμουνιστικό κόμμα κήρυξε δομικό πόλεμο στους σοσιαλιστές (γνωστούς στην ορολογία του και ως σοσιαλφασίστες), ενώ το αυγό του φιδιού του Μονάχου έβγαζε νύχια, φτερά και δόντια κοφτερά. Ολα αυτά στο όνομα της εργατικής τάξης.

Τα τελευταία χρόνια της Δημοκρατίας, όλο και περισσότερα πολιτικά πρόσωπα, κόμματα και δημοσιογραφικές φωνές της νηφαλιότητας αποχωρούσαν από την πολιτική σκηνή. Αλλοτε με εκλογική συρρίκνωση, άλλοτε από πολιτικούς προπηλακισμούς αλλά κυρίως από κόπωση που καταλάμβανε δημοκράτες πολιτικούς και ψηφοφόρους, που μέσα από την ανέχεια, τον πόνο αλλά και τον φανατισμό έχαναν τα ρεφλέξ της λογικής.

Με άλλα λόγια, κυρίως οι οικονομικές αποτυχίες των κυβερνήσεων της δημοκρατίας και η σταδιακή επικράτηση των φανατικών σχηματισμών οδήγησαν τη δημοκρατία στο στόμα του φιδιού. Το φίδι ανέλαβε την εξουσία αμαχητί. Του την παρέδωσαν κουρασμένοι πολιτικοί και καταπονημένοι πολίτες.

Τα υπόλοιπα τα ξέρουμε.

Ζώντας σε περίοδο οικονομικής κρίσης, παγκόσμιας αλλά και ειδικότερα ελληνικής, αναλογίζομαι την «κόπωση» της Βαϊμάρης. Οχι ότι θα συμβούν παρόμοια γεγονότα ή καταστάσεις στην ΕΕ – αλλά είναι αδιαμφισβήτητο ότι όλο και περισσότεροι έχουν κουραστεί, από όσους ασκούν την εξουσία και από όσους υφίστανται την αδυσώπητη κρίση.

Σε ένα τέτοιο κλίμα, τα ανορθολογικά αισθήματα καταλαμβάνουν όσους πλήττονται. Δεν μπορεί να περιμένει κανείς ψυχραιμία και νηφαλιότητα από πρόσωπα που έχουν χάσει τη δουλειά τους, που δεν έχουν τα προς το ζην και που το αξιοπρεπές μέλλον των παιδιών τους είναι η μετανάστευση. Οσο η κρίση βαθαίνει τόσο η σκηνή της ηλιόλουστης χώρας μας θα μοιάζει με καταθλιπτική διαμονή σε εχθρικούς πλανήτες.

Βέβαια οι Ελληνες είναι μπουχτισμένοι από πολιτικές ανωμαλίες, δικτατορίες και κατοχές. Και θέλουν να ζήσουν το ευρωπαϊκό όραμα της αξιοπρεπούς και δημοκρατικής διαβίωσης. Μόνο οι πολιτικές δυνάμεις, όμως, μπορούν να συγκρατήσουν και να αναστρέψουν την κόπωση που λέγαμε. Και τη δική τους, και της οικονομίας, και των πολιτών.

Ας σκεφτούν λοιπόν οι ηγέτες μας ότι κανείς δεν είναι εχθρός σ’ αυτήν τη χώρα και ότι οφείλουμε να βγούμε από τη φάκα της κρίσης χωρίς να πέσουμε στα νύχια του ιστορικά δικού μας τέρατος – του διχασμού.

Μετά τον πόλεμο, σε μια άλλη χώρα, τη Γαλλία, η οικονομία ήταν κατεστραμμένη και για χρόνια ήταν απαραίτητο το δελτίο ειδών πρώτης ανάγκης. Αλλά εκεί οι πολιτικοί έμειναν ψύχραιμοι και, σε αντίθεση με τη Βαϊμάρη, καταστρώθηκε σχέδιο ανόρθωσης, το οποίο αναδιαμόρφωσαν και στήριξαν οι πολιτικές δυνάμεις. Ο ταξικός αγώνας προσωρινά αναβλήθηκε.

Αυτό που απαιτούν οι καιροί της κρίσης νομίζω ότι είναι η εθνική συνεννόηση, που θα επιτρέψει στις μελλοντικές κυβερνήσεις να κινητοποιήσουν το σύνολο του ικανού δυναμικού μας για την εθνική ανόρθωση. Αν μάθαμε κάτι από την κυβέρνηση Παπαδήμου είναι ότι η επιτυχία από την αποτυχία απέχουν ελάχιστα. Και ότι η εθνική συνεννόηση είναι το πρώτο βήμα για την επιτυχία.

H δική μου γενιά απέτυχε γιατί ουδέποτε συνομίλησε, διαπραγματεύτηκε ή ανέχτηκε τη δημιουργική σύνθεση μέσα από την αντιπαράθεση – αδυνατώντας στην ουσία να κατανοήσει και να επιλύσει σύγχρονα προβλήματα που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση, να οργανώσει και να σχεδιάσει στρατηγικά αντίδραση στις μεταβολές που, με ταχύτητα, βιώνει η ανθρωπότητα. Τρεις προϋποθέσεις θεωρώ απαραίτητες για την επιτυχία του εγχειρήματος. Εξωθεν στήριξη για την ανάπτυξη, σταθεροποίηση του πολιτικού και οικονομικού συστήματος και συνεννόηση για μακρόπνοο σχέδιο ανάταξης. Η ψυχική αντοχή των πολιτικών και του χειμαζόμενου λαού είναι καταλύτης και για τις τρεις προϋποθέσεις.