Η ώρα της μεγάλης απόφασης πλησιάζει…
.
Κι όσο πλησιάζει, τόσο εντείνονται οι πιέσεις, ώστε η απόφαση αυτή να παρθεί κάτω από εκβιαστικά διλήμματα και συναισθηματική φόρτιση.
Είτε από φόβο για την επόμενη μέρα, είτε από τυφλή οργή γι αυτούς που μας έφεραν ως εδώ.
Γίνεται, όλο και πιο συχνά τελευταία, επίκληση στην ανάγκη ψήφου με βάση το «εθνικό συμφέρον», για να υπάρχει δηλαδή την Δευτέρα δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
Δεν μπορεί να υποτιμήσει κανείς την ανάγκη να κυβερνηθεί η χώρα. Ούτε και να απορρίψει μια συγκυβέρνηση, ακόμα και αντίπαλων πολιτικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση μιας έκτακτης κατάστασης. Με συγκεκριμένο στόχο και για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Ως εκεί, όμως!
Δεν μπορεί μια τέτοια συγκυβέρνηση να διακηρύσσεται ως προεκλογικός στόχος του ΠΑΣΟΚ και σαν μονόδρομος εξόδου από την κρίση, σε μια στιγμή, μάλιστα, που η ΝΔ εκπέμπει προγραμματικά ένα λόγο όλο και πιο δεξιό!
Ούτε και είναι δυνατόν, κάτω από την πίεση της δύσκολης κατάστασης, να ξεχάσουμε σ’ αυτή τη χώρα τις ιδεολογίες μας, να σβήσουμε τις πολιτικές μας επιλογές, τις προσπάθειες για την πρόοδο και τον εκσυγχρονισμό της και να ξαναχωριστούμε από την αρχή με βάση τη συμφωνία ή την διαφωνία μας σε μια, όσο σημαντική και να ’ναι, δανειακή σύμβαση!
Μήπως πιστεύει κανείς ότι θα καταφέρουμε να βγούμε από το σημερινό αδιέξοδο προσπαθώντας να εφαρμόσουμε διαδοχικά μνημόνια, που, μέχρι στιγμής, μόνο αποτελεσματικά δεν αποδείχτηκαν;
Αν δεν αγωνιστούμε, μαζί με τις αριστερές και προοδευτικές ευρωπαϊκές δυνάμεις για ν ’ αλλάξουν οι ασκούμενες πολιτικές σε αναπτυξιακή κατεύθυνση κι αν δεν είμαστε κι εμείς έτοιμοι, με το δικό μας μεταρρυθμιστικό – προοδευτικό πρόγραμμα να τις αξιοποιήσουμε, δεν νομίζω ότι δικαιούμαστε να ελπίζουμε σε κάτι καλύτερο.
Ποιός θα εκπονήσει αυτό το «προοδευτικό πρόγραμμα»; Η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ και μάλιστα με τη νέα, μετεκλογική της σύνθεση, όπου το πάνω χέρι, όπως όλα δείχνουν, θα το ’χει πια η δεξιά;
Σε τι είδους Ευρώπη, θ’ αναφέρεται αυτό το πρόγραμμα και σε ποιές μεταρρυθμίσεις;…
Θα ήθελα, όμως, να βάλω στη συζήτηση και μια άλλη, πολύ σημαντική – κατά τη γνώμη μου – παράμετρο, μια και μιλάμε για το μέλλον του τόπου.
Αναρωτιέται κανείς από τους υποστηρικτές αυτής της – «αναγκαστικής», όπως λένε –
συγκυβέρνησης, για τις ολέθριες επιπτώσεις της σε κάθε πλευρά της ζωής μας;
Για τις πολιτικές που ασκούνται – και θα συνεχίσουν να ασκούνται – στο κοινωνικό κράτος, την παιδεία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το μεταναστευτικό κλπ;
Πέσανε όλοι από τα σύννεφα με την άνοδο της «Χρυσής Αυγής». Μήπως δεν θα έπρεπε;
Όταν αποδέχεσαι το ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση, όταν, μετά, το ΛΑΟΣ πάει ουσιαστικά στη ΝΔ – και σε πρόσωπα και σε πολιτική ατζέντα – και συνεχίζεις να ξεπλένεις τις ακροδεξιές ιδέες και πρακτικές, επιδιώκοντας μάλιστα να συνεχίσεις την διακυβέρνηση του τόπου μαζί τους, απενεργοποιώντας έτσι τα δημοκρατικά αντανακλαστικά της κοινωνίας, δεν στρώνεις το χαλί στα χειρότερα;
Και, βέβαια, δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς και τη θρασύτατη πρόταση στήριξης, που με τόση ευκολία έκανε στο κόμμα του κ. Καμμένου, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Ανέλαβε, πριν μερικά χρόνια, μια σημαντική θέση στην αριστερή πολιτική σκηνή του τόπου μας. Είχε υποχρέωση, σαν νέος άνθρωπος, να προωθήσει τις ιδέες της Αριστεράς και την ουσιαστική συμβολή της στην πρόοδο και την ανάπτυξη.
Όχι να την οδηγήσει σε συμπόρευση με τα πιο εθνικιστικά και λαϊκίστικα στοιχεία της Ελλάδας, μιλώντας ανεύθυνα για στάση πληρωμών, επιστροφή στη δραχμή και ουσιαστικά για πτώχευση της χώρας!
Ας προσέξουν, όσοι τυχόν σκέφτονται να ξεσπάσουν το θυμό και την οργή τους στη κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ, μήπως, αντί για τους υπεύθυνους της σημερινής κατάστασης, τιμωρήσουν πολλαπλά τον εαυτό τους και τον τόπο μας!
Η Δημοκρατική Αριστερά διακήρυξε από την αρχή το στόχο της – και τη διαθεσιμότητά της – για μια προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας, σε μια προγραμματική βάση συγκεκριμένη και ρεαλιστική: να εξασφαλίσουμε την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη και να προχωρήσουμε σε μια σταδιακή απαγκίστρωση από τους επώδυνους, για τα αδύναμα λαϊκά στρώματα, όρους του μνημονίου.
Μακριά από δημαγωγίες και λαϊκισμούς, η ΔΗΜΑΡ, στάθηκε όρθια ανάμεσα στους δύο οδοστρωτήρες, τον μνημονιακό και τον αντιμνημονιακό, ανάμεσα στις εύκολες επιλογές του «ΝΑΙ σε όλα» και του «ΟΧΙ σε όλα». Αναγνωρίζοντας στη δύσκολη συγκυρία, τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα μας, προτείνει ταυτόχρονα την προοπτική μιας προοδευτικής, μεταρρυθμιστικής, αναπτυξιακής διεξόδου.
Όσο περισσότερη δύναμη της δώσουν οι πολίτες, τόσο περισσότερο θα συμβάλλει σε μια τέτοια διέξοδο, και πάντως, με την υπεύθυνη στάση της, θα συνδράμει στο να αποφύγει η χώρα νέες περιπέτειες.
Την επόμενη Κυριακή δεν αναμετρώνται οι μνημονιακές με τις αντιμνημονιακές δυνάμεις της Ελλάδας.
Η κόκκινη γραμμή, όπως σε κάθε πολιτική μάχη, περνάει ανάμεσα στις δυνάμεις της προόδου, από τη μια και τις δυνάμεις της συντήρησης και της οπισθοδρόμησης από την άλλη.
Ο καθένας ας πάρει τη θέση του, συνυπολογίζοντας και την πρόταση του κάθε κόμματος για την επόμενη μέρα.
Χιλιάδες πολίτες, φίλοι και σύντροφοι, προσπάθησαν σκληρά όλα αυτά τα χρόνια για τη συγκρότηση της μεγάλης κεντροαριστερής παράταξης.
Άλλοτε μέσα από τις γραμμές των κομμάτων της Αριστεράς, άλλοτε στηρίζοντας το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα, πάντα για το κοινό αυτό όραμα.
Η προσπάθεια δεν μπορεί, παρά να συνεχιστεί, με την ίδια πίστη και ένταση κι από την επόμενη Δευτέρα το πρωί, με τα καινούργια βέβαια δεδομένα των εκλογών.
.
Ανεξάρτητα από την επιλογή που ο καθένας μας θα κάνει την Κυριακή, θα προχωρήσουμε μαζί.
Θα είμαστε όλοι παρόντες στην καινούργια μέρα για την ανασυγκρότηση της μεγάλης κεντροαριστερής – σοσιαλδημοκρατικής παράταξης που τόσο επιτακτικά χρειάζεται η Ελλάδα.
Και θα ’μαστε όλοι από την ίδια μεριά της κόκκινης γραμμής!